Οι Φανοί της Κοζάνης – Τα Οσχοφόρια – Τα Διονύσια – Τα Λήναια – Τα Ανθεστήρια – Οι Λαζαρίνες του Δήμου Κοζάνης – Γράφει ο Ευστάθιος Λαμπριανίδης

  «ΟΙ ΦΑΝΟΙ» της Κοζάνης :

α) έχουν ρίζες αρχαίες ελληνικές μακεδονικές και γενικά ελληνικές,

β) λαμβάνουν χώρα στις Αποκριές,

γ) τελούνται  άμα τω έαρι αρχομένω (=στην αρχή της Ανοίξεως) και

δ) έχουν  κοινά στοιχεία με τη διονυσιακή λατρεία.

 

Βασικά χαρακτηριστικά των Φανών της Κοζάνης :

1) το άναμμα της φωτιάς και η πέριξ αυτής όρχησις. Η φωτιά κατά την αρχαία ελληνική φιλοσοφική σκέψη συμβόλιζε την μεταμόρφωση, την ανανέωση και τον εξαγνισμό, εθεωρείτο ότι αποτελούσε πηγή της ζωής. Ο Πλάτων την συνέδεε με την αθανασία της ψυχής. Ο Αριστοτέλης και οι Στωικοί  την θεωρούσαν πρώτη αιτία της δημιουργίας του κόσμου. Ο Ηράκλειτος (5ος αιών π.Χ.) υποστήριζε  ότι  η  φωτιά  είναι σύμβολο της αλλαγής, ότι όλα κινούνται και ότι το μόνο σταθερό είναι το Όν φωτιά, που δεν είναι η εκδηλωμένη φλόγα, αλλά αυτή από όπου πηγάζουν τα πάντα. Ο ίδιος  ταύτιζε τη φλόγα με το πνεύμα, που είναι ανήσυχο, όπως η φλόγα, και χαρακτήριζε την φλόγα της φωτιάς  σύμβολο σοφίας και γνώσης, φως στο σκοτάδι.

2) το συμπόσιο σε κάθε Φανό, ήτοι η γιορτή των συμποσιαστών, των συμμετεχόντων δηλ. στην κοινή εστίαση-συμπόσιο, με ποτό (οίνο), με εδέσματα ( κιχιά, πίτες), με χορό, με τραγούδι, σε ένα ατέλειωτο ολονύχτιο γλέντι με κέφι, ευθυμία και μέθη,

3) η εκφορά, εν τινι μέτρω, απρεπούς λόγου επί αυτοσχέδιων στιχομυθιών,

4) οι στίχοι των τραγουδιών που ακούγονται από τους χορευτές και υπονοούν ερωτικώς πολλά,

5) οι αστεϊσμοί και τα πειράγματα,

6) η παννυχίδα, ήτοι το ολονύχτιο ξεφάντωμα που παρατηρείται στους Φανούς, ποτό (κρασί), εδέσματα, χορό, τραγούδι και ξεφάντωμα. Οι αρχαίοι Έλληνες το ολονύχτιο γλέντι τους, το ονόμαζαν παννυχίδα (παν+νύξ-υκτός). «Παννυχίς» : η ολονυκτία εορτή, η τελουμένη κατά παν το διάστημα της νυκτός. «Παννυχίδα στήσων», το ορθόν στήσον. (Ηρόδοτ. Δ,76,2. – Σοφοκλ.  Ελ.92). Βλέπε σελ. 903, Τόμος Β΄,  Λεξικόν  της Ελληνικής Αρχαιολογίας, Αλεξ. Ραγκαβή, Αθήναι 1891.

7) η με καθαρά διονυσιακό χρώμα παρέλαση από χορευτές και άρματα που γίνεται την Κυριακή της Μεγάλης Αποκριάς, η οποία (παρέλαση) εντάσσεται στο γενικότερο πνεύμα της Διονυσιακής ευθυμίας.

 

Ο ΘΕΟΣ ΔΙΟΝΥΣΟΣ ήτο υιός του θεού Δία και της Σεμέλης, θυγατρός του Κάδμου (Ομήρου Ιλιάδα Ξ, 325). Κατήγετο από την αρχαία πόλη Ελευθερές που ευρίσκετο στα σύνορα Αττικής και Βοιωτίας. Ήτο θεός της γονιμότητος και του κρασιού γι αυτό και ελέγετο «χάρμα βροτοίσι» (=χάρμα για τους θνητούς) και «Λυαίος» (=λυσίπονος), ο λύων τον πόνο λόγω της ευθυμίας και έμπνευσης που προκαλεί. Ο θεός Διόνυσος  ήτο  φίλος των Χαρίτων και των Μουσών. Ως προστάτης της καρποφορίας της αμπέλου εθεωρείτο ευνοϊκός δια κάθε βλάστηση, γι΄ αυτό ελέγετο και Ανθεύς, Άνθιος και Φλοιός. Τις μεθυστικές, οργιαστικές  εκδηλώσεις του Διονύσου γνωρίζει και ο Όμηρος (Ιλιάδα Ζ,130). Ο Όμηρος αναφέρει τον θεό Διόνυσο, όπως και την θεά Δήμητρα, περισσότερο ως επίγειο θεό παρά ως ολύμπιο θεό. Ιερά  για τον Διόνυσο ήσαν: α) από τα φυτά :  το κλήμα αμπέλου και ο κισσός, β) από τα ζώα : ο πάνθηρας, η τίγρις, η λύγξ, ο όνος, ο τράγος και γ) από τα ψάρια :ο δελφίν, η δελφίνα.

Οι εορτές του Διονύσου ήσαν ζωηρές και εύθυμες, και αρχικά κατά τον ιστορικό Πλούταρχο ήσαν απλές. Αργότερα έγιναν θορυβώδεις και ερεθιστικές  και γίνονταν κατά τη νύκτα, γι΄ αυτό και ελέγοντο «Νυκτάλια», ο δε Διόνυσος ελέγετο Νυκτάλιος. Συνευθυμούσαν οι Βάκχες και οι Μαινάδες, λεγόμενες Θυάδες, Μιμαλλόνες (στην  Ελληνική Μακεδονία), Βιστονίδες (στην Θράκη) και Βασσαρίδες. Οι αρχαίοι Έλληνες  στα συμπόσια, δια την μη λύση  αινίγματος ή προς ποινή, έπινον τον οίνον απνευστί (ή αμυστί),  ήτοι με τη μια και άνευ διακοπής, χωρίς ανάσα.

 

Οι Διονυσιακές εορτές στην αρχαία Ελλάδα ήσαν : α)  τα Διονύσια τα μικρά εν αγροίς ή κατ΄ αγρούς, β) ) τα Διονύσια τα μεγάλα, κατ΄ άστυ ή αστυκά. γ)  τα Λήναια και δ) τα Ανθεστήρια, ε) τα Οσχοφόρια, στ) τα Αγριώνια.

 

  1.«ΤΑ ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΤΑ ΜΙΚΡΑ». «Τα Διονύσια τα μικρά, εν αγροίς κατ΄ αγρούς»  ετελούντο κατά τον μήνα Ποσειδιώνα, (μήνας από 15 Δεκεμβρίου μέχρι 15 Ιανουαρίου) και δη τέλη Δεκεμβρίου, όταν  στους αγρούς και τα χωριά άρχιζε  χρήση  του νέου κρασιού. Κατά τον Αριστοφάνη (Αχαρν. 241. 263) όλο το χωριό  σε πομπή όδευε προς τη θυσία με κωμικές ορχήσεις και ποικίλους αστεϊσμούς, εξ ών ανεπτύχθη η κωμωδία. Όμοια στοιχεία υπάρχουν και σήμερα στην πομπή-παρέλαση της Κυριακής της Αποκριάς στην Κοζάνη, όπου οι αυτοσχέδιες κωμικές σκηνές, ο χορός και οι αστεϊσμοί κατά τη διαδρομή των παρελαυνουσών ομάδων  είναι κυρίαρχα στοιχεία.

 

Μία από τις συνηθισμένες διασκεδάσεις στα Μικρά Διονύσια ήσαν και τα ασκώλια. Ασκώλια (ασκωλιασμός) : Κατά την δεύτερη ημέρα των μικρών Διονυσίων παιδιά στην Αττική πηδούσαν με γυμνά πόδια σε ολισθηρούς ασκούς, επιχρισμένους με λάδι και κατασκευασμένους από δέρμα των ιερείων, δηλ. των προς θυσία ζώων, (το ιερείον = το προς θυσία ζώο) ( Αριστοφάνους Πλούτ. 1180.- Πλάτωνος Συμπ. σ. 190.- Πολυδώρου  Θ, 121 – Ησύχ.).

 

«ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΔΙΟΝΥΣΙΑ». «Τα κυρίως Διονύσια, τα μεγάλα, τα κατ΄ άστυ ή αστυκά» επανηγυρίζοντο  κατά τον αττικό μήνα  Ελαφηβολιώνα (μήνας από 16 Μαρτίου μέχρι 15 Απριλίου).  Οι εορτές ελάμβανον χώρα από την 8η μέχρι την 13η  του μηνός τούτου. Ήτοι 15+8=23. Τουτέστι, από την 23η Μαρτίου και έξι ημέρες, ήτοι μέχρι την 28η νυν μηνός Μαρτίου. Δηλ. την 8η ημέρα του μηνός Ελαφηβολιώνος μέχρι την 13η  του ιδίου μηνός. Στα Μεγάλα Διονύσια συνέρεαν πολλοί και εκ της Αττικής και εκτός Αττικής. Το από τις Ελευθερές, αρχαία πόλη στα σύνορα Αττικής και Βοιωτίας θεωρούμενη ως πατρίδα του Διονύσου, στην Αθήνα κομισθέν αρχαίο ξόανο (ξύλινο άγαλμα του θεού Διονύσου) εφέρετο σε μεγάλη παράταξη-πομπή από το Λήναιον  μέχρι τον μικρό ναό του Διονύσου, στο οποίο παρέμενε και επέστρεφε εις το Λήναιον εν μέσω πλήθους εορταζόντων. Εψάλλοντο δε σπουδαίου διθύραμβοι  προς τον Ελευθέριο Διόνυσο, τους οποίους συνέθετον για τον σκοπό αυτό οι επισημότεροι των ποιητών, και έτσι γεννήθηκε η δραματική ποίηση.

 

Τις τρεις τελευταίες ημέρες, ήτοι την 11η, 12η, και 13η  του μηνός Ελαφηβολιώνα, ήτοι την 26η, 27η, και 28η του νυν μηνός Μαρτίου, εδιδάσκοντο δράματα, παρουσία μεγάλου πλήθους, και απονέμονταν δημόσιες διακρίσεις, όπως ο στέφανος που εδόθη στον Δημοσθένη. Ο Θέσπις (-ιδος), Αθηναίος τραγικός ποιητής του 6ου αιώνος π.Χ.,    ο οποίος θεωρείται ο δημιουργός και θεμελιωτής της δραματικής τέχνης, ανέγειρε για τις παραστάσεις αυτές ικρία (=ικριώματα, σκαλωσιές), κι όταν αυτά έπεσαν, οικοδομήθηκε το θέατρο του Διονύσου. Στις παραστάσεις παρίστατο και ο Διόνυσος είτε ως γέρος με γενειάδα και μεγάλη κόμη, είτε ως  νέος με σώμα ημίγυμνο, καλυμμένο στους ώμους με δέρμα ελαφιού, περιδεδεμένος, περιτυλιγμένος με βλαστούς σταφυλιών και κισσό, συνοδευόμενος από Σάτυρους, Σιληνούς, Κενταύρους, Νύμφες και Μούσες, ήρεμος και γαλήνιος εν μέσω αυτών,  μερικές φορές  με την ωραία μνηστή του Αριάδνη. Ιερά γι αυτόν ήσαν από τα φυτά  το κλήμα αμπέλου και ο κισσός και από τα ζώα ο πάνθηρας, η τίγρις, η λύγξ,  ο  όνος, ο τράγος και από τα ψάρια ο δελφίν, η δελφίνα. Βλέπε το κείμενό μου με τίτλο :«Λαζαρίνες -Ανθεσφόρια –Ανθεστήρια – ΛήναιαΧελιδόνια -Δήλια -Εφέσια – Θεοξένια Θεοφάνια -Θεογάμια -Λάφρια –Κάρνεια – Άκτια».

 

«ΤΑ ΛΗΝΑΙΑ». «Τα Λήναια ή Ληναία» ήσαν εορτή, η οποία ετελείτο στην Αθήνα κατά τον αττικό μήνα Γαμηλιώνα, (μήνας από 16 Ιανουαρίου μέχρι 15 Φεβρουαρίου). Επανηγυρίζοντο εις το Λήναιον στον ναό του θεού Διονύσου, νότια της Ακροπόλεως. Ήσαν τα Λήναια η από τους αγρούς και τα χωριά συνέχιση των μικρών Διονυσίων, γιατί και σ΄ αυτά τον πρώτο οίνο έπιναν, και την τελετή συνόδευε εστίαση (φαγητό), στην οποία η πόλη παρείχε το κρέας και την πόλη διέτρεχε πομπή, κατά την οποία πομπή γίνονταν αστείες προκλήσεις εξ αμαξών και διδάσκονταν δράματα κυρίως κωμωδίες. Αυτό δεν  γίνεται και σήμερα με την παρέλαση της Κυριακής της Αποκριάς : παρέλαση-πομπή χορευτών – αμαξών που διασχίζουν όλη την πόλη της Κοζάνης, με δεσπόζον στοιχείο την σάτιρα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής μας.

 

«ΤΑ ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΑ». «Τα Ανθεστήρια» ήσαν εορτή, η οποία ετελείτο κατά τον αττικό μήνα Ανθεστηρίωνα (μήνας από 16 Φεβρουαρίου μέχρι 15 Μαρτίου). Κατά τον μήνα αυτόν και δη από την 11η μέχρι την 13 ημέρα του μηνός αυτού, δηλ. 15+11=26, και άρα από τις 26 Φεβρουαρίου και για τρεις ημέρες, επομένως το τριήμερο 26-27-28 Φεβρουαρίου, στην Αθήνα, εορτάζοντο τα Ανθεστήρια. Κάθε ημέρα από τις τρεις αυτές γινόταν ξεχωριστή εορτή. Την πρώτη ημέρα η εορτή εκαλείτο «ΤΑ ΠΙΘΟΙΓΙΑ», την δεύτερη ημέρα  ελέγετο «Οι ΧΟΕΣ»   και την τρίτη ημέρα ελέγετο «Οι ΧΥΤΡΟΙ». Αναλυτικά :

 

  α. «ΤΑ  ΠΙΘΟΙΓΙΑ». «Τα Πιθοίγια» ήσαν η εορτή της πρώτης ημέρας των ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΩΝ». Η πρώτη ημέρα, άρα η 26η νυν μηνός Φεβρουαρίου ή καλύτερα η 11η Ανθεστηριώνος εκαλείτο «Πιθοίγια» (=η άνοιξις των πίθων, το άνοιγμα των πιθαριών γεμάτων με κρασί).«Τα Πιθοίγια»  ήσαν εορτή  προς τιμήν του Διονύσου στην Αθήνα  και κατ΄ αυτήν  ανοίγονταν με πανηγυρισμούς οι πίθοι (=τα πιθάρια)  του νέου οίνου.

 

β. «ΟΙ ΧΟΕΣ». «Οι Χόες» ήσαν η εορτή της δεύτερης ημέρας των ΑΝΘΕΤΗΣΤΗΡΙΩΝ. Η δεύτερη ημέρα, άρα η 27η νυν μηνός Φεβρουαρίου ή η 12η Ανθεστηριώνος ελέγετο «Οι Χόες». Κατ΄ αυτήν την εορτή σε κοινή εστίαση οι πολίτες έπιναν σε διαγωνισμό με άμιλλα τον πρώτο οίνον της σοδειάς, και όποιος έπινε την μερίδα του, το ποτό του, πρώτος, πιο γρήγορα απ΄ όλους, ελάμβανε  ως έπαθλο ασκό γεμάτο οίνο. Το πιο επίσημο τμήμα της τελετής κατά την δεύτερη  τούτη ημέρα ήτο η μυστική θυσία που έκανε η σύζυγος του άρχοντος βασιλέως της Αθήνας προς τον θεό Διόνυσο και η με τον θεό αυτόν σύζευξίς της, δηλ. με τη θυσία προς τον θεό γινόταν και σύζυγός του.

 

   γ. «ΟΙ ΧΥΤΡΟΙ». «Οι Χύτροι» ήσαν η εορτή της τρίτης ημέρας των ΑΝΘΕΤΗΣΤΗΡΙΩΝ. Η τρίτη ημέρα, άρα η 27η νυν Φεβρουαρίου ή η 13η Ανθεστηριώνος ελέγετο «Οι Χύτροι». Κατ΄ αυτήν την εορτή ετοποθετούντο σε πήλινες χύτρες ψημένοι καρποί  ως θυσία προς τον χθόνιο Ερμή, ψυχοπομπό των νεκρών,  υπέρ των ψυχών των  τεθνεώτων.

 

Κατά την  αρχαιότητα προσφέρονταν στους νεκρούς σιτάρι, κρασί, μέλι, καρποί και γενικά ό,τι παρήγαγε η γη. Σήμερα προσφέρουμε στους νεκρούς μας κατά τα τρισάγια ή τα μνημόσυνα υπέρ των ψυχών τους  σιτάρι  υπό μορφή κολύβων, κρασί επί του τάφου κατά την τρισάγια δέηση του ιερέως.

 

«ΤΑ ΟΣΧΟΦΟΡΙΑ.  «Τα Οσχοφόρια», [όσχος (=νεαρός βλαστός, νέο κλήμα αμπέλου)+φέρω] ήσαν εορτή κατά το μήνα τρυγητή (Σεπτέμβριο), ήτοι κατά τον αττικό μήνα Βοηδρομιώνα ( μήνας από 16 Σεπτεμβρίου μέχρι 15 Οκτωβρίου). Δύο νεανίες, έφηβοι παίδες από επιφανείς οικογένειες, των οποίων (νεανίων) ζούσαν και οι δύο γονείς μετεμφιέζοντο σε γυναίκες και φέροντας στους ώμους τους όσχον(=κλήμα φέρον ωρίμους βότρυς = κλαδί αμπέλου φορτωμένο με ώριμα κρεμασμένα σταφύλια) εκκινούσαν από τον θεό Διονύσιο, από τη νότια πλευρά της Ακροπόλεως και πορεύονταν προς τον ναό της Σκιράδος Αθηνάς που βρισκόταν στον Πειραιά.  Ακολουθούσε δε αυτούς χορός  που έψαλλε  και πλήθος κόσμου κρατούσε στα χέρια του  κλήματα αμπέλου. Ετελείτο  και αγώνας δρόμου από το ένα ιερόν μέχρι το άλλο ιερόν (Παρθενών-Σκιράδα Αθηνά). Και οι  δρομείς έφεραν κλήματα εις τας χείρας τους. Ο νικητής ελάμβανε ως έπαθλο «κύλικα» (=αγγείο) πεπληρωμένη, γεμάτη (την κήλυκα) ποτού συγκείμενου εξ οίνου, μέλιτος, αλεύρου, τυρού και ολίγου ελαίου καλουμένη πενταπλία» (=δοχείο γεμάτο ποτό αποτελούμενο από πέντε υλικά : κρασί, μέλι, αλεύρι, τυρί και λάδι, και λεγόταν το δοχείο αυτό πενταπλία). (Αθήν. ΙΑ, 495. Ίδ και Πλούταρχ. Θησ. ΣΤ, 23 – Φωτ. Απογρ.  239. Ησυχ.  λ. – Ετυμ. λ. ΩΣΧ. – Σουίδ.). Γιατί να μην γίνεται στην Αθήνα  αυτός ο αγώνας δρόμου σήμερα ;

 

Στο Νεκροταφείο της πόλεως Θεσσαλονίκης ευρέθη αττική σαρκοφάγος. Σ΄ αυτήν εικονίζεται σκηνή τρύγου με κορασίδες που φέρουν κάνιστρα (=καλάθια) γεμάτα τσαμπιά σταφυλιού και έναν ερωτιδέα. Η αττική αυτή σαρκοφάγος ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

 

«ΤΑ ΑΓΡΙΩΝΙΑ». «Τα Αγριώνια» ήσαν  αρχαία ελληνική εορτή  προς τιμήν του θεού Διονύσου. Ετελείτο κατά τον αττικό μήνα Βοηδρομιώνα, ήτοι από την 16η Σεπτεμβρίου μέχρι την 15η Οκτωβρίου. Γινόταν αρχικά στην Βοιωτία, στον Ορχομένο και αργότερα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδος. Κατ΄ αυτήν οι γυναίκες αναζητούσαν  στην εξοχή τον θεό Διόνυσο επί τρία μερόνυχτα. Μετά συμμετείχαν σε ολονύχτιο συμπόσιο. Σ΄ αυτό τραγουδούσαν στίχους του ποιητή Βακχυλίδη του Κείου, τους οποίους (στίχους) είχε γράψει ο ίδιος προς τιμήν του θεού Διονύσου, και επιδίδονταν σε ατέρμονα διαγωνισμό  υποβολής και απάντησης αινιγμάτων.

 

Από Διονυσιακές εορτές σκηνές ευθυμίας, μέθης, κεφιού, γλεντιού παριστάνονται σε :  ψηφιδωτά, τοιχογραφίες, μωσαϊκά, κρατήρες, ανάγλυφα, απεικονίσεις αρχαίων ελληνικών αγγείων : αμφορέων, ληκύθων, κυλίκων, πελικών, υδριών, Αρχαϊκής Εποχής (800 π.Χ.-480 π.Χ., Κλασικής Εποχής (480 π.Χ.-323 π.Χ.), Ελληνιστικής Εποχής (323 π.Χ.-31 π.Χ.).

 

Α.  Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Μονάχου Γερμανίας ευρίσκεται αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, το οποίο ανάγεται χρονολογικά στον 5ο αιώνα π.Χ., στο οποίο υπάρχει αγγειογραφία  που  παριστά  την επαναφορά του θεού  Ήφαιστου στον Όλυμπο για να ελευθερώσει την θεά Ήρα  από τα δεσμά που την κρατούσαν  καθηλωμένη στον θρόνο, τον οποίο (θρόνο με δεσμά) είχε κατασκευάσει ο ίδιος ο Ήφαιστος για να την εκδικηθεί. Την επαναφορά του Ήφαιστου στον Όλυμπο την ανέλαβε ο θεός Διόνυσος, ο οποίος πρώτα μέθυσε τον Ήφαιστο και μετά τον οδήγησε στον Όλυμπο. Στην  εν λόγω αγγειογραφία απεικονίζεται ο θεός Ήφαιστος  μεθυσμένος και στηριζόμενος στους ώμους ενός Σιληνού (=Σατύρου), ακολούθου του Διονύσου, να κρατάει στο δεξιό χέρι του μεταλλικό ψαλίδι με μακριές λαβές. Προηγείται, προπορεύεται ο θεός Διόνυσος ζητώντας τους να τον ακολουθήσουν.

 

Β. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βερολίνου στην Γερμανία ευρίσκεται μία κύλιξ, που χρονολογικά ανήκει στον  5ο αιώνα π.Χ., της οποίας η αγγειογραφία  παριστάνει ένα αρχαϊκό άγαλμα του θεού Διονύσου. Το άγαλμα τούτο οι Μαινάδες, ιέρειες του θεού, το έντυσαν και το στόλισαν με πλούσιο τρόπο. Μπροστά στο άγαλμα είναι ο βωμός του θεού Διονύσου. Ίσως και τα δύο (άγαλμα και βωμός) να είναι μέσα στο ιερό του θεού Διονύσου που λεγόταν Λήναιον.  Στην απεικόνιση αυτή παριστάνεται αριστερά του αγάλματος του Διονύσου Μαινάδα αυλητρίς, παίζουσα το μουσικό όργανο του αυλού, και υπό τους ήχους του αυλού ετέρα Μαινάδα, ευρισκομένη δεξιά του αγάλματος, χορεύουσα προς τιμήν του θεού Διονύσου. Τα μαλλιά της χορεύτριας ανεμίζουν στον αέρα. Η πλαστικότητα των κινήσεων του σώματος  και των χεριών της είναι  εκφραστική. Οι Μαινάδες ήσαν παλιότετα γνωστές με το όνομα  Λήναι, από το οποίο μια μεγάλη Διονυσιακή γιορτή έλαβε το όνομα  Λήναια.

 

Γ. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μονάχου Γερμανίας ευρίσκεται αρχαία ελληνική κύλιξ του 6ου αιώνος π.Χ. Στο εσωτερικό της κύλικος τούτης ο αγγειογράφος Εξηκίας  απεικονίζει τον θεό Διόνυσο μόνο επάνω σε πλοίο. Η εικόνα φαίνεται εμπνευσμένη από τον ομηρικό ύμνο, δηλ. από την Οδύσσεια του Ομήρου. Ο ιστός, το κατάρτι του πλοίου φέρει από την βάση του στο πλοίο κλάδους αμπέλου ελισσόμενους πέριξ αυτού (του ιστού) και φορτωμένους με βότρυς και φύλλα αμπέλου. Οι κλάδοι αυτοί αμπέλου με  βότρυς και φύλλα καλύπτουν τον ουρανό του πλοίου ως αλεξιβρόχιο ή αλεξήλιο, δηλ. ως ομπρέλα. Ο ίδιος ο θεός Διόνυσος φέρει εις την κεφαλήν βασιλικό διάδημα. Πέριξ του πλοίου εικονίζεται πλήθος δελφινιών. Τα δελφίνια  είναι οι πειρατές που κατά τον ύμνο πήδησαν τρομαγμένοι στο πέλαγος όταν αντιλήφθηκαν, όταν βεβαιώθηκαν  για την παρουσία του θεού Διονύσου στο πλοίο. Ανεφέρθη ανωτέρω ότι από τα ψάρια ιερό ψάρι του  Διονύσου ήτο το δελφίνι.

 

Δ. Στο Μουσείο του Βατικανού ευρίσκεται στάμνος (στάμνα), ερυθρόμορφου ρυθμού, ο οποίος εικονίζει την θανάτωση του Ορφέα. Οι γυναίκες που την δολοφονούν είναι, σύμφωνα με μια παράδοση που την ακολουθεί ο Αισχύλος, Βάκχες, αν και εδώ δεν φέρουν θύρσους. Βλέπε Ψδ. Ερατοσθ. 24 : «Ο  Ορφέας τον μεν Διόνυσον ουκ ετίμα, υφ΄ ού ήν δεδοξασμένος, τον δε  Ήλιον μέγιστον των θεών ενόμιζεν, όν και Απόλλωνα προσηγόρευε. Όθεν  ο Διόνυσος οργισθείς αυτώ, έπεμψε τας Βασσαρίδας, ως φησίν ο Αισχύλος, ο των τραγωδιών ποιητής,  αι διέσπασαν αυτόν  και τα μέλη έρριψαν…». Αι δε Μούσαι, συναγαγούσαι, έθαψαν επί τοις καλουμένοις  Λειβήθροις». (=Ο Ορφέας δεν εκτιμούσε τον θεό Διόνυσο, παρόλο ότι ο Διόνυσος τον ανέδειξε και του προσέφερε δόξα. Προσέτι ο Ορφέας θεωρούσε τον  Ήλιο ως μέγιστο των θεών, τον οποίο (΄Ηλιο) προσαγόρευε-επωνόμαζε Απόλλωνα. Γι ΄ αυτό ο Διονυσος  εξοργίστηκε και έστειλε τις Βασσαρίδες (ιέρειες-ακόλουθοι του Διονύσου), οι οποίες  τον σκότωσαν και τον διαμέλισαν και τα μέλη του σώματός του τα πέταξαν διασκορπίζοντάς τα. Οι εννέα Μούσες τα περισυνέλεξαν και τα  έθαψαν στα ονομαζόμενα Λείβηθρα). Τα Λείβηθρα ή Λίβηθρα ή Λείβηθρον ήσαν αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη της Πιερίας, κοντά στον Όλυμπο, ΝΔ του Δίου. Ο ποταμός Συς πλημμύρισε και κατέστρεψε την πόλη αυτή (Στράβων Θ, 410 – Παυσ. Θ,35).  Για τα Λείβηθρα και για τον τάφο του Ορφέα, καθώς και για άλλους μύθους σχετικούς με τον θάνατο του Ορφέα, βλέπε Παυσανία 9, 30, 5.

 

Ε. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μονάχου στην Γερμανία ευρίσκεται αρχαία ελληνική κύλιξ του 5ου αιώνος π.Χ., στην οποία εικονίζεται μία Μαινάδα. Η Μαινάδα αυτή έχει μακριά μαλλιά στο κεφάλι της. Ως περιλαίμιο φέρει δεμένη σε κόμπο δορά(δέρμα) πάνθηρος. Στο δεξιό χέρι της κρατάει θύρσο (=σκήπτρο)  και  στο αριστερό χέρι της κρατάει το αριστερό πόδι ενός πάνθηρα, τον οποίο σηκώνει στον αέρα. Φορώντας  στο λαιμό τους την δορά πάνθηρος οι Μαινάδες έδειχναν  ότι είναι πιστές στον θεό Διόνυσο. Τα μαλλιά της Μαινάδας ανεμίζουν στον αέρα και ψηλά στο κεφάλι είναι δεμένα με μορφή φιδιού, η κεφαλή και ο λαιμός του οποίου παριστάνεται ως λοφίο.  Πολλές φορές σε αγγειογραφίες παριστάνονται φίδια να ελίσσονται γύρω  από τους βραχίονες των Μαινάδων, των ακολούθων και ιερειών  του θεού Διονύσου.

 

ΣΤ. Στο Μουσείο του Παλέρμο της Ιταλίας ευρίσκεται κρατήρας του ζωγράφου Πανός (470 π.Χ.), στον οποίο εικονίζεται σκηνή κώμου (=γλεντιού). Αυλητής παίζει τον αυλό του. Ο θεός Διόνυσος γυμνός  χορεύει κρατώντας σκύφο στο αριστερό του χέρι έχοντας στον ώμο του αριστερού του χεριού τον χιτώνα του. Ανάμεσα στον αυλητή και τον Διόνυσο  εικονίζεται  κύων (σκύλος) που  παρακολουθεί τον Διόνυσο  ορχούμενο, χορεύοντα.

 

Ζ. Στο δάπεδο του Αρχαιολογικού Μουσείου Πέλλας ευρίσκεται ψηφιδωτό που παριστά το θεό Διόνυσο  καθήμενο επί πάνθηρος. Ο  θεός Διόνυσος  με το δεξιό του χέρι  κρατάει τον λαιμό του ιερού και αγαπημένου του ζώου πάνθηρος  και με το αριστερό του τον θύρσο του, ήτοι την εστεμμένη  με κισσό και φύλλα αμπέλου ράβδο του. Ο τρόπος με τον οποίο κάθεται πάνω στον πάνθηρα παραπέμπει  σε γυναικείο τρόπο. (Τέλος του 4ου αιώνος π.Χ., 330 π.Χ.-300 π.Χ.). Ο επιπόλαιος τρόπος με τον οποίο κρατιέται με το δεξιό χέρι του από το λαιμό του πάνθηρα για να ισορροπήσει επ΄ αυτού, ο πρόχειρος τρόπος με τον κάθεται πάνω στον πάνθηρα – σχεδόν ξαπλώνει -, το απλωμένο  αριστερό χέρι του  με τον θύρσο του στην παλάμη δείχνουν ανεμελιά και άγνοια κινδύνου για το ενδεχόμενο πτώσεως. Επιπλέον τα χαρακτηριστικά του προσώπου του δείχνουν ευδαιμονία ή και μέθη.  Ως προανεφέρθη, ιερά  για τον Διόνυσο ήσαν : εκ των ζώων ο πάνθηρ, εκ των ιχθύων ο δελφίν, η δελφίνα, και εκ των φυτών  ο κισσός και το κλήμα αμπέλου. Βλέπε σύμβολ. 911γ στο πόνημα με τίτλο : «Διαμέρισμα το γεωγραφικό της Ελληνικής Μακεδονίας».

 

   Η. Στους Βασιλικούς τάφους  των Αιγών (Βεργίνας)  υπάρχει ο νεαρός αγένειος θεός Διόνυσος, προερχόμενος από το ελεφάντινο ανάγλυφο διάκοσμο της νεκρικής κλίνης, η οποία υπήρχε στον θάλαμο του τάφου του Φιλίππου. Ο θεός Διόνυσος  παριστάνεται  αναπαυόμενος  επάνω σε δορά πάνθηρα, στρωμένη σε βράχο. Στην ίδια σύνθεση, αντίκρυ στον Διόνυσο,  υπάρχει καθιστός Σάτυρος με χαρακτηριστικά ηλικιωμένου  ανθρώπου  και με άφθονα μαλλιά και γένια.  Σημειωτέον  δια τον θεό Διόνυσο εκ των ζώων ιερό ήτο ο πάνθηρ.

 

Θ. Στην αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη Δερβένι Θεσσαλονίκης, μεταξύ Ευκαρπίας και Λαγυνών, ευρέθη περίφημος ενεπίγραφος, εις την αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα, ορειχάλκινος επίχρυσος κρατήρας με ελικοειδείς λαβές και πλούσια διακόσμηση.  Βλέπε σύμβολο 907 στο ανηρτημένο στο διαδίκτυο πόνημα με τίτλο : «Διαμέρισμα το γεωγραφικό της Ελληνικής Μακεδονίας μας». Ο κρατήρ τούτος χρονολογικά ανάγεται στο 330 π.Χ., δηλ. στα χρόνια της  ακμής του Μ. Αλεξάνδρου. Υπενθυμίζουμε : 334 π.Χ. μάχη Γρανικού, 333 π.Χ. μάχες Ισσού και Γαυγαμήλων, στην Περσία. Ο κρατήρ αυτός ανήκε σε έναν ευγενή, τον Αστούντιο, υιό του Αναξαγόρα, από την αρχαία πόλη της Λάρισας, σύμφωνα με την επιγραφή, η οποία υπάρχει στο χείλος-στόμιο του κρατήρος. Στον κορμό του κρατήρος υφίσταται μία σκηνή από τον γάμο Διονύσου-Αριάδνης, με Μαινάδες που χορεύουν και με Σατύρους που παρασύρονται από τον φρενήρη  χορό των μαθητριών του  Διονύσου.

 

Αναλυτικά : Στην μία όψη του ο κρατήρ, από πάνω προς τα κάτω, παρουσιάζει τα εξής : Αριστερά ψηλά και κάτω ακριβώς από το χείλος του κρατήρος παριστάνεται σε ανάγλυφο ο θεός Διόνυσος γυμνός και μέθυσος. Δεξιά ψηλά παριστάνεται σε ανάγλυφο η Αριάδνη κι αυτή μεθυσμένη-κοιμωμένη. Ο θεός Διόνυσος στο αριστερό χέρι του κρατάει  μεγάλον δίωτο σκύφο (=κούπα κρασιού με δύο λαβές) από τη μία λαβή του. Ο σκύφος δείχνει να γέρνει προς την άλλη πλευρά, πράγμα που σημαίνει είναι γεμάτος. Γέρνει και λόγω του βάρους του αλλά και λόγω του χαλαρού τρόπου με τον οποίο κρατάει την κούπα είς μεθυσμένος, όπως εδώ ο θεός Διόνυσος. Το δεξιό του χέρι ο μέθυσος θεός Διόνυσος το υψώνει και το τοποθετεί στο πίσω μέρος της κεφαλής του ως προσκέφαλο, μαξιλάρι. Κάτω ακριβώς από το χείλος του κρατήρος και ανάμεσα στις δύο κεφαλές των Διονύσου-Αριάδνης, εικονίζεται ανάγλυφα πάνθηρ ανάμεσα σε δύο ελάφια. Κάτωθεν υπάρχουν δύο κλάδοι αμπέλου μετά φύλλων, οι οποίοι ενώνονται, συμπλέκονται και δημιουργούν κόμπο, βρόχο, θηλιά,  άμμα.

 

   Στο σύμβολο 755 του ανηρτημένου στο διαδίκτο πονήματός μου με τίτλο : «Μακεδονίας μας της Ελληνικής το γεωγραφικό Διαμέρισμα» ανεφέρθη τι είναι το Ηράκλειο άμμα.  Ηράκλειον άμμα  είναι ο κόμπος που συχνά  συναντάται στην αρχαιότητα  και δηλώνει 1) το δέσιμο της ζωής με τον θάνατο μέσα από τον σύνδεση που  επιτυγχάνει  ο Ηρακλής ανάμεσα στους δύο κόσμους  και βέβαια δηλώνει β) τον διττό (διπλό) χαρακτήρα του ιδίου του Ηρακλή ως θεού και ανθρώπου, ήτοι ως ημιθέου: μισού θεού, ως υιού του  θεού Διός, και μισού ανθρώπου εκ της Αλκμήνης.

 

Στο μέσον περίπου του κρατήρος τούτου εικονίζονται άλλοι δύο κλάδοι αμπέλου που δείχνουν να τυλίγουν τον κρατήρα, γύρω-γύρω,  πέριξ  της πλατιάς «κοιλιάς» του και να πλέκονται και αυτά σε άμμα (=βρόχο, κόμπο, θηλιά).

 

Αμέσως πιο κάτω απεικονίζονται ανάγλυφα στον κρατήρα τούτο Μαινάδες (=θεραπαινίδες-ιέρειες του θεού Διονύσου) γυμνόστηθες, οι οποίες χορεύουν με γυμνούς Σιληνούς (=Σατύρους), ακολούθους του θεού Διονύσου.

 

Στην άλλη όψη του ο ορειχάλκινος (αργυρός) και επιχρυσωμένος τούτος κρατήρας παρουσιάζει τα εξής : Ψηλά αριστερά και κάτω ακριβώς από το χείλος-στόμιο του κρατήρος εμφανίζεται μεθυσμένος ο θεός Διόνυσος, γυμνός από την μέση και άνω, να απλώνει το δεξιό του χέρι προς την Αριάδνη. Ψηλά δεξιά η Αριάδνη αποκαμωμένη, μεθυσμένη κοιμωμένη. Μεταξύ των κεφαλών τους πάνθηρ που καταδιώκει έλαφο. Αμέσως πιο κάτω δύο κλάδοι αμπέλου με φύλλα πλέκονται και δημιουργούν, κόμπο, βρόχο, άμμα. Περί το μέσον ( πλατιά κοιλιά) του κρατήρος πάλι δύο κλάδοι αμπέλου  με φύλλα φαίνεται να τυλίγουν τον κρατήρα και να δημιουργούν βρόχο, κόμπο, άμμα. Κάτωθεν ακριβώς του άμματος  παριστάνεται σκηνή από τον ιερό Γάμο του Διονύσου με την Αριάδνη, με τον Διόνυσο γυμνό. Αριστερά και δεξιά του χορεύουσες Μαινάδες. Στα πόδια του  Διονύσου  εικονίζεται πάνθηρ.

   Στην παράσταση τούτη όπως και στην παράσταση της πρώτης όψεως  αποδίδονται με  λεπτομέρεια α) τα  πρόσωπα και τα σώματα  των δύο εικονιζομένων, ήτοι του Διονύσου και της Αριάδνης, αλλά και των υπολοίπων μορφών (ανθρωπομόρφων  ή ζωομόρφων), β) η εκφραστικότητα των προσώπων Διονύσου-Αριάδνης γ) η πλαστικότητα «κινήσεων» των προσώπων και των σωμάτων των Διονύσου-Αριάδνης  και  δ) η τέλεια ανάδυση του εσωτερικού των δύο, Διονύσου και Αριάδνης, κόσμου.

Τούτος ο κρατήρας είναι εξαίσιο δείγμα της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής μεταλλοτεχνίας. Το εύρημα τούτο μαρτυρεί το υψηλότατο επίπεδο της καλλιτεχνικής αποδόσεως των αρχαίων Ελληνικών Μακεδονικών εργαστηρίων. Ως ανεφέρθη ανωτέρω, το εύρημα τούτο ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

 

Ι. Προσφάτως στην αρχαία ελληνική πόλη Τέως (-έω) της Μ. Ασίας απεκαλύφθησαν Βουλευτήριο και μωσαϊκά με δύο φτερωτές μορφές, φτερωτούς θεούς που παραπέμπουν στο θεό Διόνυσο και τον θεό Έρωτα. Οι δύο αυτές μορφές,  Έρως και Διόνυσος, δείχνουν να ερίζουν. Ο δεύτερος εξ αυτών, θεός Διόνυσος,  ήτο θεός της πόλεως Τέω και αυτό αποδεικνύεται από έναν ναό, που ήταν κτισμένος στην πόλη Τέω, αφιερωμένο στο θεό Διόνυσο.

 

Κ. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βερολίνου Γερμανίας ευρίσκεται αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, των τελευταίων αρχαϊκών χρόνων, ήτοι 600 π.Χ. μέχρι 480 π.Χ. (Αρχαϊκή Εποχή από 800 π.Χ.-480 π.Χ.). Στην ερυθρόμορφη αγγειογραφία του  υπάρχει παράσταση σύμφωνα με την οποία ολόκληρο το σώμα του άτυχου βασιλέως των Θηβών Πενθέως φαίνεται διαμελισμένο. Ο Πενθεύς είχε αντιταχθεί στην οργιαστική λατρεία του Διονύσου και κατακρεουργήθηκε από τις Μαινάδες (=ιέρειες και ακολούθους του θεού Διόνυσου). Η πρώτη από δεξιά Μαινάδα κρατάει το κεφάλι του και το ένα  πόδι του, η Μαινάδα στο κέντρο της αγγειογραφίας κρατάει  τον κορμό του σώματός του και το  ένα  χέρι του και η τρίτη Μαινάδα αριστερά στην ίδια αγγειογραφία κρατάει το άλλο χέρι του και το άλλο πόδι του.

 

Λ. Στην Νεάπολη (Νάπολι) της Ιταλίας, αρχαία ελληνική πόλη της Μεγάλης Ελλάδος (Σικελία- Κάτω Ιταλίας, την οποία ίδρυσαν αρχαίοι Έλληνες μετά τον 8ο  αιώνα μ.Χ., ευρίσκεται αρχαίος ελληνικός στάμνος (=στάμνα), ο οποίος  εξωτερικώς παρουσιάζει δύο απεικονίσεις :

 

Στην μία απεικόνιση εικονίζονται Μαινάδες, ιέρειες του  Διονύσου, οι οποίες δημιουργούν πρόχειρο είδωλο του θεού Διονύσου, το στολίζουν με κλαδιά κισσού και στήνουν  μπροστά σ΄ αυτό  τράπεζα προσφορών  με δύο μεγάλες υδρίες κρασιού.  Στεφάνια από κλαδιά κισσού φορούν και οι ίδιες στην κεφαλή τους. Έχουν όλες μακριές κόμες. Δεξιά και αριστερά της κεντρικής τούτης σύνθεσης παριστάνονται  Μαινάδες που χορεύουν σε ρυθμό εκστατικό κρατώντας στα χέρια θύρσους και δάδες.

 

  Στην άλλη απεικόνιση  του ιδίου αυτού  στάμνου (στάμνας) εικονίζονται Μαινάδες   σε ενθουσιώδη νυχτερινό χορό στο ύπαιθρο (στην εξοχή)  Παρουσιάζονται όλες κισσοστεφανωμένες. Η μία Μαινάδα είναι αυλητρίς, παίζει το μουσικό όργανο αυλό. Οι άλλες τρεις Μαινάδες χορεύουν εκστασιασμένες. Η μία Μαινάδα εκ των τριών  χορευτριών κρατάει θύρσο, η  άλλη κρατάει με το αριστερό χέρι της το μουσικό όργανο τύμπανο, το οποίο κρούει ρυθμικά με το δεξιό χέρι της, και η τρίτη Μαινάδα κρατάει με το δεξιό της χέρι θύρσο και με το αριστερό χέρι της αυλό.

 

Μ. Σε αγγειογραφίες,  από αγγειογράφους της ύστερης αρχαιότητος,  εμφανίζονται εύθυμες σκηνές με κέντρο τον νεαρό  θεό  Διόνυσο, με  Μαινάδες και   Σατύρους. Σε

μία αγγειογραφία εξ αυτών ο θεός Διόνυσος παριστάνεται επάνω στο  ιερό του ζώο πάνθηρα. Προπορεύεται Σάτυρος με τύμπανο. Μπροστά από τον Διόνυσο υπάρχει Μαινάδα που κρατάει στο δεξιό χέρι της δάδα και πίσω από τον Διόνυσο ακολουθεί άλλη Μαινάδα που κρατάει στο αριστερό χέρι της θύρσο.

 

Ν. Το τροχοφόρο πλοίο που εχρησιμοποιείτο στα «Μεγάλα Παναθήναια», για τα οποία παραπέμπω στο ανηρτημένο κείμενο : «Λαζαρίνες – Ανθεσφόρια – Ανθεστήρια – Παναθήναια – Διονύσια – Λήναια -Χελιδόνια – Εφέσια – Δήλια – Θεογάμια – Θεοφάνια – Θεοξένια – Πλυντήρια- Μουνίχια – Θεσμοφόρια – Ελευθέρια – Νέμεα – Πύθια – Ολύμπια – Ίσθμια»,  εχρησιμοποιείτο και σε άλλες πάνδημες αθηναϊκές εορτές. Υφίσταται απεικόνιση συμφώνως προς την οποία ο θεός Διόνυσος  εμφανίζεται  επάνω στο τροχοφόρο πλοίο. Μαζί του υπάρχουν δύο αυλητές που παίζουν αυλό. Και οι τρεις τελούν υπό την σκέπην κλαδέων αμπέλου που φέρουν  βότρυς (=τσαμπιά) σταφυλιών και πυκνό φύλλωμα.

 

Ως προς το κείμενο δε τούτο με τίτλο : «Λαζαρίνες – Ανθεσφόρια – Ανθεστήρια κ.λ.π.» συμπληρωματικά προς την εορτή «των Μεγάλων Παναθηναίων» (βλέπε σύμβολ. 3β του κειμένου αυτού) αναφέρω  ότι α) σε μία πλάκα της ζωφόρου του Παρθενώνος και μάλιστα στην ανατολική πλευρά απεικονίζονται οι θεοί να περιμένουν την άφιξη της πομπής, με το καινούργιο πέπλο της Αθηνάς επί του τροχοφόρου πλοίου, β) σε μία άλλη πλάκα της ζωφόρου του Παρθενώνος και μάλιστα στην ανατολική πλευρά απεικονίζεται η παράδοση του νέου πέπλου της Αθηνάς από ένα παιδί σε ιερέα της θεάς Αθηνάς,  και γ) στα ανάγλυφα της ζωφόρου του Παρθενώνος απεικονίζονται έφιπποι, νέοι, που συμμετέχουν στην πομπή των «Μεγάλων Παναθηναίων».

 

Ξ. Στην εσωτερική επιφάνεια μίας αρχαίας ελληνικής κύλικος, η οποία (κύλιξ) ήταν το κατ΄ εξοχήν  αγγείον οινοποσίας  στα συμπόσια, απεικονίζεται Μαινάδα του θεού Διονύσου  σε εκστατικό χορό  με θύρσο  στο δεξιό χέρι και ζωντανό μικρό πάνθηρα στο αριστερό χέρι, ενώ στο στήθος και στην πλάτη της έχει δεμένη δορά άλλου  πάνθηρα.  Η κόμη είναι μεγάλη και μακρά δεμένη με φίδι, η κεφαλή του οποίου (φιδιού)  έχει ίδια κατεύθυνση  με  αυτήν του προσώπου της Μαινάδος.

 

Ο. Σε αρχαίο ελληνικό αγγείο εικονίζονται τρεις συμποσιαστές σε συμπόσιο,  μία αυλητρίς, παίζουσα το μουσικό όργανο του αυλού, και ο οινοχόος, ο προσφέρων οίνον.

 

Π. Σε αρχαίο ελληνικό αγγείο υπάρχει παράσταση διονυσιακής πομπής, κατά την οποία οπαδοί του θεού Διονύσου, Σάτυροι, κρατούν  θύρσους.

 

Ρ. Σε αρχαία ελληνική αγγειογραφία που  χρονολογικά ανάγεται στις αρχές του 5ου  αιώνα π.Χ., από το εργαστήριο του κεραμέα Ιέρωνα, εμφανίζεται ο Διόνυσος γενειοφόρος, κισσοστεφανωμένος, με  κλαδιά κισσού,  και με  ραβδί αντί θύρσου.

 

Σ Στην μέση της δυτικής εναέτιας σύνθεσης, δηλ. στο δυτικό αέτωμα, του ναού του Δία στην Ολυμπία υπάρχει επιβλητικός ο θεός Διόνυσος,  αγένειος.

 

Τ. Η λατρεία του θεού Διονύσου σχετιζόταν με την εορτή του  Άτυος και της Κυβέλης, που ήσαν θεότητες της ανθούσας Φύσης, η οποία (Φύση) πεθαίνει και αναγεννιέται. Στα Μυστήρια της θεάς Δήμητρας ο θεός Διόνυσος λέγεται Ίακχος, και παριστάνεται ως παιδί.

 

Σε αρχαία ελληνικά αγγεία : κρατήρες, αμφορείς, ληκύθους, κύλικες, πελίκες, υδρίες, Αρχαϊκής Εποχής (800 π.Χ.-480 π.Χ., Κλασικής Εποχής (480 π.Χ.-323 π.Χ.), Ελληνιστικής Εποχής (323 π.Χ.-31 π.Χ.) παριστάνονται απεικονίσεις με σκηνές ευθυμίας, μέθης, κεφιού. Επιπλέον σε αρχαία ελληνικά ανάγλυφα, ψηφιδωτά, τοιχογραφίες, μωσαϊκά, ανάγλυφα κρατήρων απεικονίζονται ίδιες σκηνές και παραστάσεις.

 

Εξ αυτών των αγγείων, αναγλύφων, ψηφιδωτών κ.λ.π. ως και εκ των ως άνω αναφερομένων αρχαίων ελληνικών εορτών αποδεικνύεται ότι οι ρίζες των Φανών της Κοζάνης είναι αρχαιοελληνικές.

 

   Οι Φανοί της Κοζάνης παρουσιάζουν έντονα Διονυσιακά  στοιχεία, συσχετίζονται με τις Αποκριές και έχουν 15νθήμερη διάρκεια. Αποκορύφωμά τους αποτελεί η πομπή, με παρέλαση χορευτών και αρμάτων-αμαξών φερόντων μικρούς καρνάβαλους, παραστάσεις σκηνών του κοινωνικού βίου μας, επιγράμματα σκωπτικά και δίστιχα ή τετράστιχα επιγραφών για σχολιαζόμενα θέματα.  Χορευτές και άμαξες με σατυριζόμενα θέματα και σατυρικά επιγράμματα διακωμωδούν την πολιτική και κοινωνική ζωής μας, αποτυπώνουν με κωμικό, δηκτικό και σαρκαστικό τρόπο τα συμβαίνοντα στην εγχώρια και διεθνή πολιτική σκηνή, αναδεικνύουν τις δυσκολίες της καθημερινότητάς μας, ασκούν κοινωνική κριτική, ελέγχουν την ανθρώπινη συμπεριφορά και στηλιτεύουν την αδικία. Η πομπή – παρέλαση τελείται κατά την  Κυριακή της Μεγάλης Αποκριάς στην πόλη Κοζάνης διασχίζοντας όλες τις κεντρικές οδούς της πόλης αυτής ( Μοναστηρίου – Παύλου Μελά – Βενιζέλου – 11ης Οκτωβρίου).

 

 

Πολιτιστικοί Σύλλογοι –Φανοί  της Κοζάνης είναι  οι εξής :

Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Άη Δημήτρης»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Άη Θανάσης»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Αλώνια»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Αριστοτέλης»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Γιτιά»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Κασμιρτζήδις»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Κεραμαριό»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Κρεβατάκια»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Λάκκους τ΄  Μάγγαν»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Μπουγδανάθκα»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Παύλος Μελάς»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης «Πηγάδ΄ απ΄του Κεραμαριό»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης  «Πλατάνια»
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου πόλεως Κοζάνης  «Σκ΄ρκα»
Φανός Πολιτιστικού Λαογραφικού Συλλόγου «Η Κόζιανη» της πόλεως Κοζάνης.
Φανός Πολιτιστικού Συλλόγου Κρόκου Δήμου Κοζάνης «Ιωακείμ Λιούλιας»
Φανός Πολιτιστικού και Μορφωτικού Συλλόγου  Άνω Κώμης Δήμου Κοζάνης
Φανός Πολιτιστικού και Μορφωτικού Συλλόγου Αιανής  Δήμου Κοζάνης « Η Πρόοδος».

 

Ένα  άλλο έθιμο το οποίο επιβιώνει από την αρχαιότητα  μέχρι σήμερα στην περιοχή της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής Ελίμειας  της  Άνω Μακεδονίας  είναι «ΟΙ ΛΑΖΑΡΙΝΕΣ».

 

 «ΟΙ ΛΑΖΑΡΙΝΕΣ» του Δήμου Κοζάνης.  Για  το έθιμο «Λαζαρίνες» ανηρτήθη στο διαδίκτυο το κείμενό μου με τίτλο : «Λαζαρίνες – Ανθεσφόρια – Ανθεστήρια – Παναθήναια – Διονύσια – Ληναία -Χελιδόνια – Εφέσια – Δήλια – Θεογάμια – Θεοφάνια – Θεοξένια – Πλυντήρια- Μουνίχια – Θεσμοφόρια – Ελευθέρια – Νέμεα – Πύθια – Ολύμπια – Ίσθμια».

 

Το έθιμο-εορτή «Λαζαρίνες» συντίθεται από εαρινές πασχαλινές τελετουργίες. Οι Πολιτιστικό Σύλλογοι των κωμοπόλεων (μεγαλύτερων και μικρότερων) του Δήμου Κοζάνης, που κατ΄ έτος αναβιώνουν το έθιμο – εορτή  «Λαζαρίνες»  είναι οι εξής  :

Ο Πολιτιστικός και Μορφωτικός Σύλλογος «Η Πρόοδος» της κωμοπόλεως Αιανή της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος «Ιωακείμ Λιούλας» της κώμης Κρόκος, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Εκπολιτιστικός, Μορφωτικός και Αθλητικός Σύλλογος (Ε.Μ.Α.Σ.) «Μέγας Αλέξανδρος» της κώμης Λευκοπηγή, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Μορφωτικός, Αθλητικός και Πολιτιστικός Σύλλογος «Η Αγία Παρασκευή» της ομώνυμης κώμης Αγία Παρασκευή, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός και Μορφωτικός Σύλλογος της κώμης Άνω Κώμη, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός Φυσιολατρικός Σύλλογος «Ο Αριστοτέλης» της κώμης Κάτω Κώμη, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός και Μορφωτικός Σύλλογος της κώμης Καισαρειά, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός Μορφωτικός Σύλλογος της κώμης Καρυδίτσα, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος της κώμης Ροδιανή, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,

10.Ο Πολιτιστικός Σύλλογος της κώμης Μηλιά, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,

Ο Πολιτιστικός, Αθλητικός και Μορφωτικός Σύλλογος Κερασιά, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος «Η Ρωμιοσύνη» της κώμης Χρώμιον, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος της κώμης Κήπος, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός Αθλητικός Σύλλογος « Η Αναγέννηση» της κώμης Κτένιον, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης,
Ο Πολιτιστικός Μορφωτικός Σύλλογος της κώμης Μεταμόρφωσις, της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής περιοχής Ελίμειας, νυν Δήμου Κοζάνης.

*ερευνητής – μελετητής – αναλυτής

 

Βιβλιογραφία :

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος Β΄ Αρχαϊκός Ελληνισμός.
Η θρησκεία στην Αρχαία Ελλάδα, του κ. Νικολάου Παπαχατζή, Αθήνα,1996
Ελληνική Μυθολογία, Τόμος Β΄ ΟΙ ΘΕΟΙ, Αθήνα, 1986

4.Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας Τόμος Α΄, Αλεξάνδρου Ραγκαβή, Αθήνα1888

5.Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας Τόμος Β΄, Αλεξάνδρου Ραγκαβή, Αθήνα1891

Ιστορία των Αρχαίων Χρόνων ως το 30 π.Χ. των κ.κ. Λάμπρου Τσακτσίρα – Μιχάλη Τιβερίου, Έκδοση ΙΔ, Αθήνα 1995.
Αρχαία Ιστορία των κ.κ. Θεοδώρου Κατσουλάκου, Γεωργίας Κοκκορού-Αλευρά, Βασιλείου Σκουλάτου.
Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας των κ.κ. Αναστασίου Στέφου, Εμμανουήλ Στεργιούλη, Γεωργίας Χαριτίδου.
Ο Δημόσιος και ιδιωτικός βίος των Αρχαίων Ελλήνων του κ. Robert Flaceliere, Αθήνα 1988.
Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Ιωάννου Σταματάκου, Αθήναι 1972

11.Λεξικό  της Ελληνικής Γλώσσης  κ. Γεωργίου Μπαμπινιώτη.

Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας κ.κ. Τεγόπουλου- Φυτράκη.

* ερευνητής – μελετητής – αναλυτής   28-3-2025

 

Η δέσμη προτάσεων του Περιφερειάρχη στον Πρωθυπουργό- Αίτημα για Ιατρική Σχολή, στήριξη επιχειρηματικότητας, υλοποίηση υποδομών και μεγάλα έργα- παρεμβάσεις: «Μετέφερα το αίσθημα των πολιτών για τις αλλαγές που συντελούνται»

Με την ίδρυση της Ιατρικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, να αποτελεί πρόταση η οποία παρουσιάστηκε στον ίδιο τον Πρωθυπουργό στη συνάντηση που είχαν στα

Read More »
X