Ομιλία του βουλευτή της ΝΔ Ν. Κοζάνης Στάθη Κωνσταντινίδη στη Βουλή, κατά τη συζήτηση για την Πρόταση Δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης:
«Την ώρα που οι παγκόσμιες ισορροπίες ανατρέπονται, η πολιτική ζωή του μπαίνει σε σπιράλ εσωστρέφειας, σε ένα έντονα διχαστικό περιβάλλον.
Όχι εξαιτίας της άσκησης της πρότασης δυσπιστίας, αλλά λόγω του τοξικού και συγκρουσιακού κλίματος που έχει προκαλέσει η αντιπολίτευση.
Όμως και η συζητούμενη πρόταση δυσπιστίας ξεχειλίζει από σκοπιμότητα και υποκρισία, αφού η αντιπολίτευση προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το μομέντουμ και να σφετεριστεί τα αισθήματα και τα αιτήματα της κοινωνίας.
Συγχέει εσκεμμένα εκείνους που ζητούν «να πέσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη», με τη μεγάλη πλειονότητα του κόσμου που εκδηλώνουν αυθεντικά κι ανθρώπινα την συμπαράστασή τους στις οικογένειες των θυμάτων και αξιώνουν δικαιοσύνη και ασφάλεια.
Κι αυτό προκύπτει από τον διαγκωνισμό ανάμεσα στα κόμματα για το ποιος θα καρπωθεί την κοινωνική αντίδραση.
Είναι υποκριτικό, λίγες ημέρες πριν, τα κόμματα αυτά να ζητούσαν συναίνεση στην εκλογή ΠτΔ, και σήμερα να ζητούν να πέσει η κυβέρνηση.
Είναι κραυγαλέα αντιφατικό τα κόμματα που ζητούν από τη Βουλή τη διερεύνηση της αποδιδόμενης κατηγορίας, την ίδια ώρα να ζητούν και τη διάλυση της Βουλής.
Είναι όμως και αλυσιτελής η πρόταση δυσπιστίας, όταν το ΠΑΣΟΚ καταγράφεται δημοσκοπικά στο 14,8% και ο ΣΥΡΙΖΑ στο 6%, ενώ οι αρχηγοί τους στο 8,8% και 3,7%, αντίστοιχα.
Κόμματα που διαφωνούν σε βασικά ζητήματα, που δε μπορούν να συμφωνήσουν σε μία κοινή υποψηφιότητα για ΠτΔ, που δε μπορούν να καταλήξουν σε κοινή πρόταση προανακριτικής και δυσπιστίας.
Ζητούν αλλαγή, αλλά δεν τολμούν να πουν με ποιον θα συνεργαστούν. Το μόνο που τους ενώνει είναι η επιθυμία να ρίξουν την κυβέρνηση και ανταγωνίζονται σε τοξικότητα και πλειοδοσία.
Αυτή η στάση ίσως να ικανοποιεί ένα ακροατήριο που αρέσκεται σε δικαστικούς τόνους, υπάρχει, όμως, και ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, που είναι μεν σιωπηρό, δεν είναι, όμως, αμέτοχο στις εξελίξεις.
Είναι ένας κόσμος που ζητάει απαντήσεις στα προβλήματα της καθημερινότητας, και αναβάθμιση στις λειτουργίες του κράτους, θέλει μεταρρυθμίσεις. θέλε την Ελλάδα ισχυρή. Έχει απαιτήσεις, έχει όμως και κριτήριο, για το ποιος πέτυχε τι και ποιος μπορεί να πάει την πατρίδα ακόμα πιο μπροστά.
Αυτός ο κόσμος δεν παρασύρεται από συνθήματα, ούτε θέλει να δει τη χώρα σε συνθήκες τοξικότητας και ακυβερνησίας.
Θυμάται καλά τι πέρασε πριν από 10 χρόνια, όταν επικράτησε ο θυμός, ο λαϊκισμός και η οργή και δεν είναι διατεθειμένος να το ξαναζήσει.
Δεν πείθεται από τη μηδενιστική κριτική. Ξέρει ότι η Ελλάδα πέρασε τις κρίσεις και έχει πλέον ευοίωνες προοπτικές.
Γνωρίζει:
-ότι η οικονομία μας έχει μπει σε τροχιά ανάπτυξης, ότι ανακτήσαμε την εμπιστοσύνη αγορών και επενδυτών, ότι μειώνουμε δραστικά το κόστος δανεισμού και το χρέος
-ότι, κάθε χρόνο, κάνουμε το πλεόνασμα μέρισμα για την κοινωνία, με στηρίξεις, αυξήσεις σε μισθούς και σε συντάξεις
-ότι η ανεργία έχει πέσει στο μισό από εκεί που την παραλάβαμε
Δείτε τι λένε οι αξιολογήσεις για την οικονομική πρόοδο της χώρας. Αλλά μιας και μιλάμε για κράτος δικαίου, δείτε και την έκθεση του Economist που κατατάσσει την Ελλάδα ανάμεσα στις ελάχιστες «πλήρεις δημοκρατίες» στον κόσμο για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Πάνω από την Αμερική την Ιταλία, τη Γαλλία, και πολλά άλλα προηγμένα κράτη, ενώ τα 12 προηγούμενα χρόνια κατατασσόμασταν στις προβληματικές δημοκρατίες, με χειρότερες χρονιές την τριετία 2016, 2017 και 2018.
Πολύ φοβάμαι ότι ματαιοπονώ αν περιμένω σύνεση, σωφροσύνη και αυτοσυγκράτηση από αυτή την αντιπολίτευση. Γι’ αυτό, σ’ εμάς πέφτει η ευθύνη να κρατήσουμε την πατρίδα σε ασφαλή πορεία. Και θα το κάνουμε με αίσθημα ευθύνης και τούτη τη φορά».