Αφιερώνω το πόνημα τούτο α) στην παραγωγική και δημιουργική στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα Ελλάδα, β) στην αθλητική Ελλάδα και γ) στην επιστημονική εντός και εκτός Ελλάδος «Ελλάδα».
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής του Δήμου Κοζάνης υπάρχει ενεπίγραφο, εις την αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα, τμήμα αναθηματικού (=αφιερωματικού) αγαλματιδίου ακέφαλου αετού. Ο αετός ήτο το αγαπημένο πουλί του Διός. Σε αετό μεταμορφώθηκε ο Δίας και απήγαγε το όμορφο βρέφος Γανυμήδη μεταφέροντάς το με τους γαμψούς του όνυχες στον Όλυμπο, όπου τον έκανε οινοχόο του. Στο ενεπίγραφο αυτό τμήμα αγαλματιδίου αετού αναγράφεται :
ΔΕΙ ΥΨΙΣΤΩ (α΄ στίχος)
ΑΤΡΕΙΔΗΣ (β΄ στίχος)
ΚΑΠΥΛΛΟΥ (γ΄ στίχος)
ΕΥΧΗΝ (δ΄ στίχος)
Ως προς το : ΔΕΙ (Δε ί σημειώνω το εξής : Στην αρχαία Ελλάδα ο Δίας πέραν του Ζεύς ελέγετο και Δεύς, ιδίως εν Λακωνία και Βοιωτία.
Το : Ζεύς ονομ., Διός γεν., Διί δοτ, Δία αιτ., Ζεύ κλητική.
Το : Δεύς ονομ., Δεός γεν, Δε-ί δοτικ., Δέα αιτ., Δεύ κλητική.
Επίσης : ποιητικώς ο Δίς (=Δίας) ονομ., Ζηνός γεν, Ζηνί δοτικ., Ζήνα αιτ., Δίς κλητική.
Το: ΥΨΙΣΤΩ είναι εύκολο. Το: ΑΤΡΕΙΔΗΣ είναι εύκολο. Το: ΚΑΠΥΛΛΟΥ είναι εύκολο. Ως προς το : ΕΥΧΗΝ τώρα. Στα αρχαία ελληνικά ευχή σημαίνει δέησις, προσευχή. Η όλη φράση της εν λόγω επιγραφής : ΔΕΙ ΥΨΙΣΤΩ ΑΤΡΕΙΔΗΣ ΚΑΠΥΛΛΟΥ ΕΥΧΗΝ (Δε-ί , Δε ϊ, Υψίστω Ατρείδης Καπύλλου ευχήν) σημαίνει : Δέηση-προσευχή του Ατρείδη, υιού του Καπύλλου, προς τον Ύψιστο Δία. Η επιγραφή τούτη αναφέρεται εις την ευχήν (=προσευχήν) κάποιου ονόματι Ατρείδης, υιού του Καπύλλου, δηλ. κάποιου ονόματι Κάπυλλος ή Καπύλλος, προς τον Ύψιστο θεό Δία. Το ΔΕ Ι (=Δε ί) λοιπόν είναι δοτική. Βλέπε και συμβ. 752, 753, 754, 755, 757, 758, 759, 760, 761 του παρόντος κειμένου. Οι αφιερώσεις προς θεούς είναι συνήθως στη δοτική.
Στην Αρχαιολογική Συλλογή! Κοζάνης ευρίσκεται ανάγλυφη αναθηματική (=αφιερωματική) ενεπίγραφη, εις την αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα, στήλη του 2ου αιώνος π.Χ., ήτοι 200 π.Χ.-100 π.Χ., με την επιγραφή : ΔΙΙ ΥΨΙΣΤΩ (=Διί Υψίστω), (= προς τον Ύψιστο Δία), η οποία (στήλη) έχει αψιδωτή απόληξη. Η ενεπίγραφη αυτή στήλη ευρέθη στο χωριό Ακρινή του Δήμου Κοζάνης. Εμπρός μας πάλι το : Δ Ι Ι (=Διί), το οποίο είναι δοτική. Ζεύς, Διός, Διί κ.λ.π. κατά τα ανωτέρω στο σύμβολο 751. Στη στήλη αυτή απεικονίζεται ιματιοφόρος Δίας να σπένδει (=να προσφέρει σπονδή) σε βωμό. Αριστερά επάνω σε υψηλό κίονα κάθεται αετός, σύμβολο του θεού Δία. Σύμφωνα με την επιγραφή, την στήλη αφιέρωσαν στον Δία Ύψιστο ο Αρτεμάς και ο Νεικάνωρ (Νικάνωρ), υιοί του Νικάνορος (2ος αιών π.Χ.) Ο Δίας επιβλητικός. Ο χιτώνας δείχνει να καλύπτει την πλάτη του, αφήνει ακάλυπτα τα χέρια του και καλύπτει το εμπρόσθιο μισό τμήμα του σώματός του από την κοιλιά και κάτω με ακάλυπτο το υπόλοιπο μισό άνω σώμα του. Φέρεται να φέρει γυμνασμένους θωρακικούς μυς, κοιλότητα στέρνου και σχηματοποιημένους κοιλιακούς μυς. Επίσης αποτυπώνεται ο ομφαλός του, το μικρό στρόγγυλο κοίλωμα στο μέσον της κοιλιάς του. Με το δεξιό του χέρι και διαμορφωμένο τον αντίχειρα κρατάει σκεύος-δίσκο σε σχήμα πιάτου για την ανάγκη της σπονδής και το αριστερό του χέρι με ανάγλυφα τα πέντε δάκτυλά του κρατάει τον χιτώνα του. Το μαλλί του είναι δεσποτικό. Έχει πλούσια κόμη που κατά το μεγαλύτερο τμήμα της απλώνεται στην πλάτη του και ένα μικρό τμήμα της απλώνεται επάνω στον αριστερό του ώμο. Φέρει πλούσια κατσαρή γενειάδα, έχει έντονα ζυγωματικά, απεικονίζεται παραστατικά το εξωτερικό βαθούλωμα (κοιλότητα) του αριστερού του οφθαλμού, έχει φαρδύ μύστακα. Το άλλο μισό μέρος του προσώπου του δεν απεικονίζεται ένεκα φθοράς. Βλέπε και συμβ. 751, 753, 754, 755, 757, 758, 759, 760, 761 του παρόντος.
Στην Κέρκυρα ευρέθη ενεπίγραφο, εις την αρχαία ελληνική γλώσσα αναθηματικό (=αφιερωματικό) ανάγλυφο με την επιγραφή : ΗΓΗΣΩ ΔΙΙ ΜΕΙΛΙΧΙΩ, (=εγώ η Ηγησώ αφιερώνω το παρόν ανάγλυφο προς τον Μειλίχιο-πράο θεό Δία). Πάλι μπροστά μας το : ΔΙΙ (=Διί) είναι δοτική (Ζεύς, Διός, Διί κ.λ.π. ως ανωτέρω). Στο ανάγλυφο τούτο ο θεός Δίας εικονίζεται καθήμενος σε βράχο φέρων στο αριστερό του χέρι σκήπτρο και δέχεται χοές από θνητούς. Μπροστά του χαμηλά υπάρχει φίδι κουλουριασμένο με υψωμένη κεφαλή. Ο Δίας απεικονίζεται πολλές φορές με φίδι δίπλα του ή απεικονίζεται ο ίδιος ενίοτε ως φίδι, ως γενειοφόρος όφις. Βλέπε και συμβ. 751, 752, 754, 755, 757, 758, 759, 760, 761 του παρόντος.
Στο Μουσείο Βερολίνου ευρίσκεται ενεπίγραφο, εις την αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα, αναθηματικό (=αφιερωματικό) ανάγλυφο, ύψους 60 εκατοστών, με παράσταση γενειοφόρου φιδιού από ιερό του Μειλιχίου Διός του Πειραιά. Η επιγραφή αναγράφει : ΔΙΙ ΜΕΙΛΙΧΙΩ (= προς τον Μειλίχιο Δία). Και εδώ συναντάμε το : Διί, το οποίο είναι δοτική. Βλέπε και συμβ. 751, 752, 753, 755, 757, 758, 759, 760, 761 του παρόντος.
Όλες οι αρχαιότητες που έχουν απομακρυνθεί παράνομα πρέπει να επιστρέψουν στον γενέθλιο τόπο και στη νόμιμη χώρα προέλευσης. Προ ολίγων ημερών, στις 25-2-2025, το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης επέστρεψε στο Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού χάλκινη κεφαλή γρυπός. Το Μουσείο Νέας Υόρκης έκρινε πως δεν έφυγε νόμιμα από τη χώρα προέλευσής του, ήτοι την Ελλάδα. Η χάλκινη τούτη κεφαλή γρυπός ευρέθη αρχικώς στην κοίτη του ποταμού Κλαδέου, δίπλα εις το αρχαίον Γυμνάσιον (=Γυμναστήριον) της Αρχαίας Ολυμπίας, παρεδόθη εις το Μουσείο Ολυμπίας και κοσμούσε το Μουσείο και την αρχαία Ολυμπία.
Οι Γρύπες ήσαν μυθικά όντα της ελληνικής μυθολογίας, με μορφή όρνιθος, με κεφάλι και ράμφος αετού-γύπα, με δυνατά μεγάλα φτερά, με σώμα και πόδια λιονταριού, γαμψώνυχα, με νύχια όμοια με λιονταριού και με μάτια, από όπου έβγαιναν σπινθήρες. Συνδέονται με τον Θεό Απόλλωνα αλλά και με το θεό Διόνυσο ως οινοχόοι του, καθώς φρόντιζαν ώστε ο κάνθαρος, το οινοπότηρό του, να είναι πάντοτε γεμάτο. Κατά τον Αισχύλο οι Γρύπες ήσαν τα σκυλιά του θεού Δία. Κατά τον Νόννο οι Γρύπες ήσαν ζώα της Νέμεσης (=Τιμωρίας).
Φτερωτά μυθικά όντα της ελληνικής μυθολογίας, σαν τους Γρύπες, ήσαν οι Άρπυιες. Οι Άρπυιες ήσαν γυναικείες φτερωτές μορφές, που υπηρετούσαν τον Άδη και προκαλούσαν το κακό. Είχαν εντολή από τον Δία να τρώνε το φαγητό του Φινέα, γιατί απεκάλυπτε στους ανθρώπους τις βουλές των θεών. Ο Δίας τον τύφλωσε και τον καταδίκασε σ΄ αυτήν την τιμωρία, να μένει πάντοτε νηστικός. Ο Φινεύς ήτο μάντης. Τις Άρπυιες εφόνευσαν οι Αργοναύτες. Ο Φινέας σε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τους Αργοναύτες, τους υπέδειξε τον τρόπο περάσματος, διέλευσης από τις Συμπληγάδες Πέτρες.
Στο ίδιο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκεται ενεπίγραφος, εις την αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα, βωμίσκος με αναθηματική (=αφιερωματική) επιγραφή δύο στίχων, η οποία αναγράφει :
ΑΜΜΑ Α (1ος στίχος), δηλαδή : ΑΜΜΑ(Τ)Α (=άμματα), (όχι ΑΜΜΑΔΑ)
ΜΗΤΡΙ ΘΕΩΝ (2ος στίχος). Το : ΜΗΤΡΙ (=Μητρί) είναι δοτική. (μήτηρ, μητρός μητρί). Βλέπε και συμβ. 751, 752, 753, 754, 757, 758, 759, 760, 761 του παρόντος.
Η επιγραφή τούτη ολοκληρωμένη είναι : ΑΜΜΑΤΑ ΜΗΤΡΙ ΘΕΩΝ (=προσφορές προς τη Μητέρα των Θεών). Λείπει το γράμμα Τ, όχι το γράμμα Δ για να σχηματιστεί η λέξη ΑΜΜΑΔΑ.
Το άμμα –ατος ( και ονομ. πληθυντικού άμματα) είναι ο κόμβος, ο βρόχος, η θηλειά, η προσφορά. Ενικός το άμμα, πληθ. τα άμματα (=οι κόμποι, οι προσφορές).
Ηράκλειον άμμα = ο κόμπος που συχνά συναντάται στην αρχαιότητα και δηλώνει 1) το δέσιμο της ζωής με τον θάνατο μέσα από τον σύνδεση που επιτυγχάνει ο Ηρακλής ανάμεσα στους δύο κόσμους και βέβαια δηλώνει β) τον διττό (διπλό) χαρακτήρα του ιδίου του Ηρακλή ως θεού και ανθρώπου, ήτοι ως ημιθέου: μισού θεού, ως υιού του θεού Διός, και μισού ανθρώπου εκ της θνητής γυναικός Αλκμήνης, εκ της ερωτικής συνευρέσεως του Διός μετά της Αλκμήνης. Την ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου ψάλλουμε : «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας ……». (=Ο Χριστός ανεστήθη εκ νεκρών και με τον θάνατό του κατέλυσε τον θάνατο και χάρισε Ζωή εις τους εις τα μνήματα ευρισκομένους, δηλ. τους νεκρούς. Επίσης και ο Χριστός ήτο Θεάνθρωπος. Θεός, ως υιού του Υψίστου, και άνθρωπος, εκ της θνητής, εκ σπέρματος Ιωακείμ τεχθείς εξ Άννης, Θεοτόκου Μαρίας. Πάλι αρχαίος ελληνικός πολιτισμός και Χριστιανισμός πλέκονται με έναν αξιοπερίεργο τρόπο. Ο πρώτος και πάλι προπομπός του δεύτερου.
ΜΗΤΡΙ ΘΕΩΝ : Ποία θεά ήτο, εθεωρείτο, Μητέρα των Θεών; Η Θεά Κυβέλη, η θεά της βλάστησης και της καρποφορίας, της μητρότητος και της γονιμότητος, η μητέρα και τροφός θεών και ανθρώπων.
ΑΜΜΑΤΑ ΜΗΤΡΙ ΘΕΩΝ λοιπόν είναι οι κόμποι, οι προσφορές προς την Μητέρα των Θεών (και των ανθρώπων) Κυβέλη. Κάτι αντίστοιχο με τα δικά μας σημερινά τάματα, σταυρουδάκια στις εικόνες των αγίων μας, χρηματικά ποσά στους ιερούς ναούς μας, κ.λ.π.
Από τα σπλάχνα της ευλογημένης γης του γεωγραφικού Διαμερίσματος της Ελληνικής Μακεδονίας και του γεωγραφικού διαμερίσματος της Ελληνικής Θράκης αλλά και την ευλογημένη γη ολοκλήρου της Ελλάδος όλο ξεπροβάλουν σπουδαία έργα γλυπτικής τέχνης που αναδεικνύουν τον αρχαίο ελληνικό μακεδονικό, τον αρχαίο ελληνικό θρακικό, και γενικώς τον εν γένει ελληνικό πολιτισμό.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκεται αποσπασματική ενεπίγραφη, εις τα αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα, στήλη, πιθανώς επιτύμβια, εις ήν αναγράφονται ονόματα τοπικών αρχόντων –τοπαρχών βασιλέων του 2ου αιώνος π.Χ. Η στήλη είναι σπασμένη. Μακάρι να είχαμε και την συμπληρωματική της. Έτσι η επιγραφή είναι ημιτελής. Είναι επιγραφή επτά (7) στίχων. Καθένας στίχος αναγράφει ένα όνομα τοπάρχη με το όνομα του πατρός του.
Αυτά που δείχνει γραμμένα η σπασμένη στήλη είναι τα εξής :
……………………..ΟΥΝΤΩΝ (1ος στίχος)
……………………….ΙΓΟΝΟΥ (2ος στίχος)
………………….ΟΥΙΣΟΔΗΜΟΥ (3ος στίχος)
……………………ΥΚΟΡΡΑΓΟΥ (4ος στίχος)
………………….….ΥΠΥΡΡΟΥ (5ος στίχος)
……………………ΥΜΕΝΕΚΛΕΟΥΣ (6ος στίχος)
…………….ΤΟΥΤΟΥΑΜΥΝΤΟΥ (7ος στίχος)
Αρχίζω από τον 7ο στίχο που είναι εύκολος :
(ΑΜΥΝ)ΤΟΥ ΤΟΥ ΑΜΥΝΤΟΥ (=του Αμύντα, υιού του Αμύντα), πιθανότατα.
Συνεχίζω με τον 6ο στίχο :
………… (ΤΟ)Υ ΜΕΝΕΚΛΕΟΥΣ
Προχωρώ στον 5ο στίχο :
………… (ΤΟ)Υ ΠΥΡΡΟΥ
Εκτείνομαι στον 4ο στίχο :
………… (ΤΟ)Υ ΚΟΡΡΑΓΟΥ
Πηγαίνω στον 3ο στίχο :
………… (ΤΟ)Υ ΙΣΟΔΗΜΟΥ
Συνεχίζω στον 2ο στίχο :
………… (ΤΟΥ ΑΝΤ)ΙΓΟΝΟΥ
Καταλήγω στον 1ο στίχο :
(ΤΩΝ ΗΓΕΜΟΝ)ΟΥΝΤΩΝ πιθανότατα, ( εκ του ηγεμονέω-ώ (=είμαι ηγεμών), μετοχή ενεστώτος =ο ηγεμονών – ούσα, ούν, με γεν. πληθυντ. ηγεμονούντων (ΗΓΕΜΟΝΟΥΝΤΩΝ).
Με την κανονική σειρά των στίχων η επιγραφή έχει ως εξής, πιθανότατα :
(ΤΩΝ ΗΓΕΜΟΝ)ΟΥΝΤΩΝ
………… (ΤΟΥ ΑΝΤ)ΙΓΟΝΟΥ
………… (ΤΟ)Υ ΙΣΟΔΗΜΟΥ
………… (ΤΟ)Υ ΚΟΡΡΑΓΟΥ
………… (ΤΟ)Υ ΠΥΡΡΟΥ
………… (ΤΟ)Υ ΜΕΝΕΚΛΕΟΥΣ
(ΑΜΥΝ)ΤΟΥ ΤΟΥ ΑΜΥΝΤΟΥ
Στην Πλωτινόπολη που ευρίσκεται πλησίον της Πόλεως Διδυμοτείχου Έβρου της Θράκης μας ευρέθη χρυσή προτομή του Ρωμαίου Αυτοκράτορος Σεπτιμίου Σεβήρου. Η κεφαλή είναι στερεωμένη σε δοκό-κοντάρι, ώστε να μπορεί να περιφέρεται από άνδρες-στρατιώτες του ρωμαϊκού στρατού, (άνδρες) φέροντας το αυτοκρατορικό είδωλο-εικόνα. Η εν λόγω χρυσή κεφαλή κοσμεί το Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής και προώρισται να στολίσει εφεξής το Νέο Βυζαντινό Μουσείο Διδυμοτείχου.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκεται ειδώλιο ζεύγους γυναικείων μορφών (Μητέρα Δήμητρα/Κόρη Περσεφόνη). Κατά την ελληνική μυθολογία μάνα και κόρη είναι μαζί έξι μήνες μόνο το έτος. Η θυγατέρα Περσεφόνη καλείται να περάσει τους άλλους έξι μήνες του έτους στον Άδη παρέα με τον Πλούτωνα, τον θεό του Κάτω Κόσμου, δηλ. τον Χάροντα. Στο συγκεκριμένο ειδώλιο αποτυπώνεται η στιγμή του αποχωρισμού μάνας και κόρης. Η μητέρα Δήμητρα σφιχταγκαλιάζει την κόρη της Δήμητρα μη θέλοντας να την αποχωριστεί. Η Περσεφόνη δείχνει να ξεσπά σε λυγμούς, ίσα-ίσα που στέκεται στα πόδια της, έτοιμη να καταρρεύσει λόγω του επικείμενου αναγκαίου χωρισμού.
Στο αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται θραύσματα μαρμάρινου ενεπίγραφου στην αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα βωμίσκου (=μικρού βωμού) με αναθηματική (=αφιερωματική) επιγραφή δύο στίχων :
(α΄ στίχος) ΔΑΙ
(β΄ στίχος) ΑΦΡΟΔΙΤΗ
Από τον α΄ στίχο λείπει το γράμμα Ω. Ολοκληρωμένο ήταν : (Ω)ΔΑΙ ΑΦΡΟΔΙΤΗ , (=ωδαί (τη) Αφροδίτη). (Τη) ΑΦΡΟΔΙΤΗ (=Αφροδίτη) είναι δοτική), ήτοι ωδές (= ύμνοι, ψαλμοί) προς την θεά Αφροδίτη, ωδές προς τιμήν της Αφροδίτης. Βλέπε και συμβ. 751, 752, 753, 754, 755, 758, 759, 760, 761 του παρόντος.
Στην Φλώρινα ευρέθη ανάγλυφη επιτύμβια ενεπίγραφη, εις την αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα, στήλη των μέσων του 3ου αιώνος π.Χ., αντιπροσωπευτική της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής τέχνης, της Ελληνικής Άνω Μακεδονίας (νυν Δυτικής Μακεδονίας). Σ΄ αυτήν ανάγλυφα εικονίζονται επτά προτομές ανδρικές και γυναικείες μίας οικογένειας. Η επιγραφή αναγράφει τα ονόματα των απεικονιζομένων αυτών μορφών. Η επιγραφή δεν φαίνεται ολόκληρη. Τα ολίγα ονόματα που αποτυπώνονται στην σπασμένη στήλη είναι :
1) το όνομα : ΑΥΡΗ (= ΑΥΡΑ). Στα αρχαία ελληνική η αύρα ελέγετο και ΑΥΡΗ (αύρη), (εκ του ρήμ. άημι). Αύρη ή αύρα = αέρας εν κινήσει, πνοή ανέμου, ο δροσερός πρωινός αέρας, δροσερή πνοή. Επίσης σημαίνει : η εκ θαλάσσης ερχόμενη αέρινη δροσιά.
2) το όνομα : ΖΟΗ (=ΖΩΗ). Η λέξη ΖΟΗ (ζόη) είναι ιωνικός τύπος αντί του ΖΩΗ (Ζωή). Άρα ζόη = ζωή και ΖΟΗ =ΖΩΗ. Το ο στο ζοή ή ζόη έχει το ρόλο του ω. Βλέπε και συμβ. 751, 752, 753, 754, 755, 757, 759, 760, 761 του παρόντος.
3) το όνομα Ηρακλείδης που σημαίνει ο υιός του Ηρακλή.
4) το όνομα ΑΥΡΗ είναι αναγεγραμμένο στην ενεπίγραφη τούτη στήλη δυο φορές.
Τα υπόλοιπα τρία ονόματα ουδόλως φαίνονται. Είπαμε η στήλη είναι σπασμένη, κατά συνέπεια και η επιγραφή της.
Η επιτύμβια αυτή στήλη ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Φλώρινας. Βλέπε το αμέσως κατωτέρω σύμβ. 759.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Λονδίνου ευρίσκεται αργυρός στατήρας (=νομισματική μονάδα) της εποχής του Έλληνος Μακεδόνος Βασιλέως Αρχελάου (413 π.Χ.-399 π.Χ.). Ο στατήρ τούτος στην μία του όψη εικονίζει μία αίγα (=κατσίκα) και πέριξ αυτής φέρεται το όνομα ΑΡΧΕΛΑΟ. Πιθανότατα ΑΡΧΕΛΑΟ(Σ). Άνευ Σ (σίγμα τελικού). Ίσως όμως το : Αρχελάο να είναι ίδιος (=ιδιαίτερος) τύπος και το ο να εγράφη αντί του ω, ως ιδιόρυθμος τύπος, π.Χ. ιωνικός. Βλέπε όσα αναγράφονται στο αμέσως προηγούμενο σύμβολ. 757 σχετικώς με το ΖΟΗ ή ΖΩΗ. Δηλ. ανεγράφη ως Αρχελάο για να αποδίδεται ως Αρχελάω. (Αρχελάω = προς τιμήν του Αρχελάου). Είναι γεγονός πως παρατήρησα ενδελεχώς το νόμισμα. Υπήρχε πρόσθετος χώρος σ΄ αυτό για αναγραφή του Σ (τελικού). Τα γράμματα είναι ευκρινή. Αν υπήρχε Σ (σίγμα κεφαλαίο τελικό) θα φαινόταν. Μήπως είναι δοτική ; ΑΡΧΕΛΑΟ = ΑΡΧΕΛΑΩ (=Αρχελάω). Εν προκειμένω αν : το Αρχελάο είναι δοτική, λόγω ιδιότυπου ο, και το ο έχει την απόδοση ω, τότε ο Βασιλεύς Αρχέλαος εξέδωσε νόμισμα και το αφιέρωσε στον εαυτό του. Βλέπε και συμβ. 751, 752, 753, 754, 755, 757, 758, 760, 761 του παρόντος. Συνήθως οι επιγραφές είναι στη δοτική. Συχνή είναι και η αναγραφή ονόματος εις την ονομαστική αλλά εις την γενική. Όλες οι πτώσεις σημαίνουν απόδοση τιμής. Ο Βασιλεύς εκδίδει το νόμισμα γράφει σ΄ αυτό το όνομά του σε όποια πτώση θέλει και τιμά τον εαυτό του. Κατωτέρω θα δούμε νόμισμα με αναγραφή ονόματος στην γενική (πτώση): ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ αναφερόμενο στον Μ. Αλέξανδρο.
Στην άλλη όψη ο αργυρός τούτος στατήρας, νομισματική μονάδα, παριστά έφιππο πολεμιστή, ο οποίος με το δεξιό του χέρι κρατά δύο δόρατα και με το αριστερό κρατά το ηνίον, το χαλινάρι του ίππου. Με ιδιαίτερη προσοχή δύναται τις να δει το εκτεινόμενο από το στόμα του ίππου μέχρι την δεξιά χείρα του ιππέως ηνίον (=χαλινάρι).
Προσέτι στο Βρετανικό Μουσείου του Λονδίνου ευρίσκεται αργυρός στατήρ (=νομισματική μονάδα) της εποχής της βασιλείας του Έλληνος Μακεδόνος Βασιλέως της Αρχαίας Ελληνικής Μακεδονίας Αμύντα του Γ΄ (393 π.Χ.-370 π.Χ.), πατέρα του Φιλίππου Β΄ (359 π.Χ.-336 π.Χ.) και παππού του Αλεξάνδρου του Γ΄, Μ. Αλεξάνδρου (336 π.Χ.-323 π.Χ.). Στην μία όψη του στατήρος (=νομισματικής μονάδος) τούτου απεικονίζεται ίππος και πέριξ αυτού αναγράφεται το όνομα ΑΜΥΝΤΑ. Και εδώ ενώ υφίσταται χώρος για συμπερίληψη του Σ, τούτο ελλείπει. Γιατί; Πρόκειται λοιπόν περί δοτικής, ήτοι : ονομ. ΑΜΥΝΤΑΣ, γεν. ΑΜΥΝΤΟΥ, δοτικ. ΑΜΥΝΤΑ (= τω Αμύντα. (Τω) ΑΜΥΝΤΑ = (τω Αμύντα είναι δοτική), (=προς τιμήν του Αμύντα), προς τιμήν του Βασιλέως Αμύντα). Εδώ η περίπτωση της δοτικής, : (τω) ΑΜΥΝΤΑ, είναι διαυγής. Βλέπε και σύμβ. 751, 752, 753, 754, 755, 757, 758, 759, 761 του παρόντος. Και εδώ ο Βασιλεύς Αμύντας το νόμισμα το εκδίδει για να το αφιερώσει στον εαυτό του. Οι αρχαίοι Έλληνες Μακεδόνες Βασιλείς εξέδιδον νομίσματα και ανέγραφαν επ΄ αυτών τα ονόματά τους. Το ίδιο έκανε κι ο Φίλιππος, το ίδιο και ο Μ. Αλέξανδρος. Στην άλλη όψη του νομίσματος αυτού απεικονίζεται η κεφαλή του Βασιλέως Αμύντου (Αμύντα). Αλλά και ΑΜΥΝΤΑ(Σ) να είναι με το Σ μη ορατό λόγω φθοράς του νομίσματος ή «σπασμένο λόγω ακρωτηριασμού του νομίσματος» πάλι στο ίδιο αποτέλεσμα οδηγούμαστε. Ο βασιλεύς Αρχέλαος εκδίδει το νόμισμα για τον εαυτό του, είτε η αναγραφή του ονόματός του επ΄ αυτού είναι στην ονομαστική, είτε είναι στη γενική, είτε στην δοτική πτώση.
Επιπλέον στο Βρετανικό Μουσείο Λονδίνου ευρίσκεται αργυρός στατήρας (=νομισματική μονάδα) που παριστά από την μία όψη του ίππο αφηνιασμένο και πέριξ αυτού αναγράφεται η λέξη-όνομα ΠΕΡΔΙΚΚΑ Και εδώ ελλείπει το Σ (κεφαλαίο). Είναι και πάλι ολοφάνερο ότι το όνομα είναι στην δοτική . Ονομ. Ο Περδίκκας, γεν. του Περδίκκου, δοτ. τω ΠΕΡΔΙΚΚΑ Και εδώ ο Βασιλεύς Περδίκκας (448 π.Χ.-413 π.Χ.) εξέδωσε το νόμισμα και το αφιέρωσε, με δοτική : (τω) Περδίκκα, στον εαυτό του. Και ονομαστική να ήτο : ΠΕΡΔΙΚΚΑ(Σ), από τη στιγμή που είναι γραμμένο στο νόμισμα το όνομά του προς τον ίδιο το αφιέρωσε. Ο λόγος γίνεται γιατί σε όλες τις παρουσιαζόμενες περιπτώσεις: το Σ λείπει. Βλέπε και σύμβ. 751, 752, 753, 754, 755, 757, 758, 759, 760 του παρόντος.
Στο Παλατιανό του Κιλκίς αποκαλύφθηκε ενεπίγραφο Ηρώο που χρονολογείται γύρω στο 100 μ.Χ. Στο Ηρώο τούτο τέσσερα (4) αγάλματα είναι τοποθετημένα πάνω σε υψηλό βάθρο και παριστάνουν ισάριθμα μέλη μίας οικογένειας. Έν εξ αυτών των αγαλμάτων παριστά νεκρή γυναίκα. Κατά την οικεία επιγραφή είναι ΑΜΜΙΑ (Αμμία). Η νεκρή ΑΜΜΙΑ παριστάνεται αφηρωισμένη, δηλαδή της αποδίδονται τιμές ήρωος, ονομαζόμενη-χαρακτηριζόμενη ως ρωμαλέα γυναίκα, ως γυναίκα Ηρακλής.
ΑΜΜΙΑ στα αρχαία ελληνικά σημαίνει μητέρα χαϊδευτικά, δηλ. μητερούλα.
ΑΜΙΑ = μήτηρ, τροφός.
Προσέτι : ΜΑΜΜΙΑ στα αρχαία σημαίνει η ηλικιωμένη, γηραιά μητέρα, η μάμμη (=η μητέρα). Η λέξη μάμμη μεταγενέστερα απέκτησε την έννοια : γιαγιά
Το Ηρώο τούτο ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κιλκίς.
Στις Αιγές (Βεργίνα) Ημαθίας η αποκάλυψη πολλών ενεπίγραφων στην αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα επιτύμβιων στηλών εμπλούτισε τον αρχαίο ελληνικό μακεδονικό αριθμό ονομάτων των αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων. Δεκάδες λοιπόν αρχαία ελληνικά μακεδονικά ονόματα ήλθαν στο φως. Ονόματα πολιτών που ανήκουν σε άτομα μέσων κοινωνικών στρωμάτων. Αξιομνημόνευτο είναι το όνομα ΔΡΥΚΑΛΛΟΣ (Δρύκαλλος), που αναγιγνώσκεται σε μία ενεπίγραφη επιτύμβια στήλη και σημαίνει : αυτός που είναι όμορφος από ξύλο δρυ (ΔΡΥΣ +ΚΑΛΛΟΣ). Στην ίδια ενεπίγραφη στήλη υπάρχουν και οι λέξεις-ονόματα : ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ ΠΕΡΙΩΝΟΣ (= Ξενοκράτης, ο υιός του Περίωνος, ή ορθότερα τινός ονόματι Υπερίων. Πιθανότατα ελλείπει το γράμμα Υ. ΠΕΡΙΩΝ – (Υ)ΠΕΡΙΩΝ. Ξενοκράτης (ξένος +κρατώ). Το όνομα Υπερίων φέρει ο Τιτάνας, ο οποίος ήτο αδελφός και σύζυγος της Θείας, πατέρας του Ήλιου, της Σελήνης και της Ηούς (= της θεάς του γλυκοχαράματος). Η Ηώ ήταν μυθική θεά, αδελφή του Ηλίου και της Σελήνης, που προσωποποιεί το πρώτο γλυκό ροδοκόκκινο φως της αυγής, της ημέρας.
Το : ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ ΠΕΡΙΩΝ αναγράφεται στο άνω μέρος της επιγραφής. Στο κάτω μέρος της επιγραφής αναγράφεται το : ΑΓΚΑΛΟΣ ΠΕΡΙΩΝΟΣ. Από την πρώτη λέξη –όνομα λείπει το γράμμα Π, από την δεύτερη λέξη- όνομα λείπει πάλι το γράμμα Υ : Επομένως τα πλήρη ονόματα : σε ονομαστική το πρώτο, σε γενική το δεύτερο, είναι (Π)ΑΓΚΑΛΟΣ (Υ)ΠΕΡΙΩΝΟΣ = ο Πάγκαλος, ο υιός του Υπερίωνος.
Εις τας ελληνικάς Ηδωνάς της Ελληνικής Μακεδονίας-Θράκης ευρέθη οκτάδραχμο του 590 π.Χ.- 580 π.Χ. που ευρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου. Επί του οκταδράχμου αυτού παρουσιάζεται κατά τρόπο ανάγλυφο παράσταση από τα «Ταυροκαθάψια». Τα Ταυροκαθάψια ήσαν αθλητικές εκδηλώσεις με αθλητικούς αγώνες στα πλαίσια θρησκευτικών τελετών. Κατά τους αγώνες αυτούς οι αθλητές έκανα ακροβατικά επί ταύρου. Στα Ταυροκαθάψια συμμετείχαν και γυναίκες αθλήτριες.
Στο Νομισματικό Μουσείο Αθηνών ευρίσκεται αργυρό τετράδραχμο νόμισμα του Μ. Αλεξάνδρου (336π.Χ.-323 π.Χ.). Στην μία όψη το νόμισμα φέρει την κεφαλή του Ηρακλή. Στην άλλη όψη ο θεός Δίας, απώτερος γεννήτωρ (=πατέρας) του, κάθεται στον ολύμπιο θρόνο του. Με το αριστερό του χέρι ο Δίας κρατά το σκήπτρο του. Το δεξιό του χέρι είναι εν εκτάσει και πάνω σ΄ αυτό στέκει αετός με βλέμμα αγέρωχο. Στην όψη που είναι ο αετός είναι γραμμένο το όνομα του Μ. Αλεξάνδρου, ήτοι ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ.
Στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων εκτίθεται οκτάδραχμο του Έλληνος Μακεδόνος Βασιλέως της αρχαίας Ελληνικής Μακεδονίας Αλεξάνδρου του Α΄ (498π.Χ.-454 π.Χ.) με παράσταση έφιππου πολεμιστή. Ο ιππεύς πολεμιστής φαίνεται να κρατάει με το αριστερό του χέρι δύο δόρατα και με το δεξιό του χέρι το ηνίον (=το χαλινάρι ) του ίππου. Ο ιππεύς δείχνει να φορά καυσία (=ανδρικό καπέλο), πιθανότατα κράνος. Ο ίππος φέρει πλούσια χαίτη. Τον έφιππο και τον ίππο συνοδεύει μικρός κύων. Βλέπε ανωτέρω σύμβ. 759.
Στον Αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας Πέλλας υπάρχουν πολλά ψηφιδωτά δάπεδα. Τα ψηφιδωτά δάπεδα της αρχαίας ελληνικής Μακεδονικής Πέλλας παρουσιάζουν μία τεχνική πιο εξελιγμένη από εκείνη της πόλεως Ολύνθου της Χαλκιδικής, με κύρια χαρακτηριστικά την παρουσίαση έγχρωμων ψηφιδωτών και την χρήση λεπτών ταινιών από πηλό ή μολύβι για να υποδηλωθούν ακόμη και οι λεπτομέρειες. Σε συγκεκριμένο ψηφιδωτό εικονίζεται ο θεός Διόνυσος καθήμενος επί πάνθηρος με γυναικείο τρόπο, δηλ. όλο το σώμα προς μια πλευρά. Κρατάει τον πάνθηρα από τον λαιμό με το δεξιό χέρι του και με το αριστερό κρατάει τον θύρσο του (=σκήπτρο του). Ο πρόχειρος-επιπόλαιος τρόπος με τον οποίο κάθεται πάνω στον πάνθηρα, το ένα χέρι απλωμένο στο λαιμό του ζώου για κράτημα δηλ. για δήθεν παρεχόμενη ασφάλεια, ο τρόπος με τον οποίο κρατά με το άλλο του χέρι τον θύρσο του, η χαλαρότητά του, το βλέμμα του, η ανεμελιά του, η άγνοια κινδύνου για ενδεχόμενη πτώση, αλλά κι αυτή ακόμη η επιλογή του να καθίσει στην πλάτη ενός εκ των πλέον αγρίων ζώων της Φύσεως καταδεικνύουν πως ο ίδιος είναι μεθυσμένος, ότι τελεί υπό την επήρεια μέθης. Βλέπε αμέσως κατωτέρω συμβ.768.
Στην αρχαία πόλη Μένδη της Χαλκιδικής, που ευρίσκεται στο μέσον περίπου της χερσονήσου Κασσάνδρας, ευρέθη τετράδραχμο με την πασίγνωστη παράσταση του Διονύσου πάνω σε όνο, του 460 π.Χ.-420 π.Χ. Ο θεός Διόνυσος είναι γυμνός από την μέση και άνω, κρατάει δίωτο κύπελλο κρασιού στο δεξιό του χέρι. Το αριστερό του χέρι ευρίσκεται περί το μέσον της κοιλίας του όνου, δείχνοντας ότι προσπαθεί να ισορροπήσει επάνω στον ώμο. Ο Διόνυσος κάθεται επάνω στον όνο με την πλάτη του στηριγμένη στον λαιμό του όνου. Έχει δε τους πόδας του στην ουρά του όνου. Ασυνήθης τρόπος αναβάτη επί ζώου. Όλα τα στοιχεία δείχνουν το μέγεθος της επήρειας της μέθης του επί του όνου Διονύσου. Συμπληρωματικά δε στοιχεία που αποδεικνύουν την υπερβολική μέθη του Διονύσου είναι τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, το αδρανές βλέμμα του, κ.λ.π. Ο Διόνυσος φέρει μακριά κόμη και έχει μεγάλη γενειάδα. Το νόμισμα αυτό ευρίσκεται στο Νομισματικό Μουσείο Αθηνών.
Στην αρχαία πόλη Πέλλα της Ελληνικής μας Μακεδονίας ευρέθη επιτύμβια στήλη που απεικονίζει αρχαίο Έλληνα Μακεδόνα πολεμιστή, στα τέλη του 5ου αιώνος π.Χ., δηλ. στα 430 π.Χ.-400 π.Χ. Ο πολεμιστής είναι γυμνός, φέρει κράνος, κρατάει την ασπίδα του με το δεξιό χέρι του, έχει το ιμάτιο διπλωμένο και τοποθετημένο επ΄ ώμου, σε μήκος κατά ήμισυ εμπρός και κατά το ήμισυ ριγμένο στην πλάτη του. Στο αριστερό του χέρι κρατάει δόρυ και ξίφος. Η επιτύμβια αυτή στήλη ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινουπόλεως.
Σε υπόγειο δώμα που ήλθε στο φως στον Αρχαιολογικό χώρο Αιανής ευρέθησαν, υδρία, μυροδοχεία, αντίγραφο πιθαριού, ειδώλια της θεάς Κυβέλης, αντίγραφα πιθαριών με λίθινα επιθήματα, επιτραπέζια αγγεία (λάγυνες, πινάκιο, κάνθαροι, σκυφίδια, στάμνος (=στάμνα), αμφορέας δίωτος (=με δύο αυτιά). Στο χώρο της εστίας, δηλ. στο σημείο που άναβαν φωτιά, (εστία=φωτιά στα αρχαία, στα νέα, εστία=οικία) ευρέθησαν : τελετουργικό λίθινο αγγείο και πήλινος ανάγλυφος σκύφος. Εντός του σκύφου τούτου ευρέθη αντίγραφο θησαυρού πέντε (5) χάλκινων νομισμάτων και αντίγραφο από αργυρό φίδι. Βρέθηκαν ανάμεσα στο λίθινο αγγείο και τον σκύφο. Ο Δίας Κτήσιος συμβολιζόταν στην αρχαιότητα σαν φίδι και ήταν προστάτης των αποθεμάτων της οικίας. Προσέτι ευρέθησαν αγγεία και αντίγραφο πυροστιάς πάνω στην οποία υπήρχε αρυτήρας.
Στην κωμόπολη Αιανής Δήμου Κοζάνης ευρέθη ανάγλυφη επιτύμβια στήλη. Ανήκει σε μια σειρά αρχαίων ελληνικών μακεδονικών στηλών του 4ου αιώνος π.Χ., ήτοι 400 π.Χ.-300 π.Χ., που κατασκεύασαν γηγενείς αρχαίοι Έλληνες Μακεδόνες τεχνίτες, επηρεασμένοι από πρότυπα της Αττικής. Σ΄ αυτήν την επιτύμβια ανάγλυφη στήλη παριστάνεται μία αρχαία ελληνική μακεδονική οικογένεια. Ο νεκρός είναι νέος, καθιστός επί τοιχίου, φέροντος μάρμαρο ως επιστέγασμα. Ο ίδιος ο νεκρός φέρει χλαμύδα και επί της κεφαλής του καυσία (=ανδρικό καπέλο). Μπροστά του είναι η οικογένειά του : Τα μέλη της οικογένειάς του δείχνουν να τον αποχαιρετούν στο τελευταίο του ταξίδι. Πρώτη φαίνεται να τον αποχαιρετά μία ηλικιωμένη γυναίκα. Είναι η μητέρα του. Τον αποχαιρετά με χειραψία. Δεύτερη στη σειρά είναι η γυναίκα του, η οποία φέρει καυσία (=γυναικείο καπέλο) στην κεφαλή της και με προτεταμένο το χέρι της χέρι δείχνει την πρόθεσή της να τον αποχαιρετήσει με τη σειρά της. Ακολουθεί το παιδί της που περιμένει καρτερικά κι αυτό τη σειρά του για να αποχαιρετήσει τον μπαμπά του. Πίσω του φαίνεται ανδρική μορφή, ακέφαλη λόγω της θραύσεως της στήλης. Είναι ο θεός Ερμής ως ψυχοπομπός, για να συνοδεύσει και να παραδώσει τον νεκρό νέο στον Χάροντα. Η επιτύμβια στήλη είναι του 4ου αιώνος π.Χ. και ευρίσκεται, κοσμεί σήμερα, το Μουσείο του Λούβρου. Λαμπρά έργα τέχνης που τα στερούμαστε!
Επιπλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής υπάρχει στήλη με ανάγλυφο που παριστάνει το νεκρό φέροντα καυσία (=ανδρικό καπέλο). Ο ίδιος έχει γενειάδα και μύστακα. Ο νεκρός, εδώ είναι ηλικιωμένος και αποχαιρετά, και αυτός τα μέλη της οικογένειάς του για το μεγάλο ταξίδι του προς τον Κάτω Κόσμο. Δια χειραψίας αποχαιρετά την γηραιά σύζυγό του. Ακολουθεί η κόρη του, η οποία απλώνει το δεξιό της χέρι προς τελευταίο αποχαιρετισμό του πατρός της καθώς έρχεται η σειρά της μετά την μητέρα της. Κοντά της και ο γιος της περιμένει τη σειρά του για τον τελευταίο χαιρετισμό προς τον νεκρό παππού του. Πίσω από τον νεκρό μια ανδρική μορφή (φιγούρα). Ο θεός Ερμής, ο ψυχοπομπός, ο οποίος αναμένει καρτερικά το τελετουργικό του οικογενειακού αποχαιρετισμού για να συνοδεύσει τον νεκρό παππού στον Χάροντα.
Στον Αρχαιολογικό Μουσείο της Αιανής ευρίσκονται : 1) μικρές μελανόμορφες λήκυθοι του δευτέρου τετάρτου του 5ου αιώνος π.Χ., ήτοι 475π.Χ.-450 π.Χ., που ευρέθησαν στη θέση «Λειβάδια» της Αιανής, 2) ενώτια (=σκουλαρίκια) σχήματος Ω, μέσα του του 6ου αιώνος π.Χ., δηλ. 550 π.Χ., που ευρέθησαν στην τοποθεσία «Λειβάδια» Αιανής και 3) δίδυμη περόνη, τέλη 6ου αιώνος – αρχές του 5ου αιώνος π.Χ. δηλ. 520 π.Χ.-480 π.Χ., που ευρέθη στη θέση «Λειβάδια» Αιανής.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο των Αιγών (Βεργίνας) στη Βέροια Π. Ε. Ημαθίας ευρίσκεται μία αναθηματική (=αφιερωματική) ανάγλυφη στήλη με παράσταση του θεού Απόλλωνα. Ο θεός Απόλλων με το αριστερό του χέρι κρατάει την κιθάρα του. Εμπρός του στέκεται ένας νεαρό παιδί που κατευθύνει το δεξιό χέρι του προς τον θεό Απόλλωνα. Αριστερά του θεού υπάρχει ένας κύων με τους εμπρόσθιους πόδας σε ευθεία γραμμή. Ο κύων δείχνει να υλακτεί φιλικά προς τον θεό, αν προσέξει κανείς την όρθια θέση των αυτιών του και το μισοανοικτό στόμα του.
Στον μεγάλο Βασιλικό Τάφο του αρχαίου Έλληνος Μακεδόνος Βασιλέως Φιλίππου του Β΄ στον Τύμβο στις Αιγές (Βεργίνα) Ημαθίας ευρέθη πλήρης βασιλική πανοπλία του βασιλέως Φιλίππου Β΄. Από τα καλύτερα διατηρημένα είναι το ελληνικό μακεδονικό κράνος του έχον λοφίο, φέρον την κεφαλή της θεάς Αθηνάς στο μέσον του μετώπου του κράνους, και έχον παναγναθίδες. Τα κράνος είναι μοναδικό στο είδος του. Επίσης καλά διατηρημένα είναι : το ζευγάρι επίχρυσων περικνημίδων του Φιλίππου και ο σιδερένιος θώρακας του ιδίου, έργο υψηλής τέχνης που κοσμείται με χρυσές ταινίες και δισκάρια με λεοντοκεφαλές. Η πανοπλία αυτή του Έλληνος Μακεδόνος Βασιλέως Φιλίππου Β΄ ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Στους Βασιλικούς Τάφους των Αιγών (Βεργίνας) Ημαθίας ευρίσκεται ετέρα πλήρης βασιλική στρατιωτική πανοπλία. Η πανοπλία τούτη αποτελείται από κράνος, σιδερένιο θώρακα με δισκάρια λεοντοκεφαλών, θήκη ξίφους, ζεύγος περικνημίδων και ασπίδα.
Στις Αιγές (Βεργίνα) Ημαθίας το Ανάκτορο, το θέατρο και τα γειτονικά ιερά αποτελούν στοιχεία του μεγάλου οικοδομικού προγράμματος του Έλληνος Μακεδόνος Βασιλέως Φιλίππου Β΄ (359 π.Χ.-336 π.Χ.), που εκσυγχρόνισε τις Αιγές, την βασιλική Μητρόπολη των αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων. Με το πρόπυλο να παραπέμπει σε ιερό, τις διώροφες στοές, το μεγάλο περιστύλιο γύρω από το οποίο οργανώνονται οι χώροι συμποσίων, το Ιερό του Πατρώου Ηρακλή, την Βιβλιοθήκη –Αρχείο και το μικρότερο δυτικό περιστύλιο που εξυπηρετούσε βοηθητικές χρήσεις (λουτρά κ.λ.π.), το βασιλικό Καθίδρυμα των Αιγών είχε τις δομές για την άσκηση της πολυεπίπεδης δημόσιας εξουσίας του.
Στους ανδρώνες, στις στοές, στο περιστύλιο, ο Έλληνας Μακεδόνας Βασιλεύς ευρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τους συνεργάτες του. Το κτίριο του Ανακτόρου άρχισε να κατασκευάζεται στα μέσα του 4ου αιώνος π.Χ. και ολοκληρώθηκε το 336 π.Χ., όταν ο Φίλιππος στο αποκορύφωμα της εορτής της παντοδυναμίας του δολοφονήθηκε μπαίνοντας στο γειτονικό θέατρο, και έτσι ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Ελλήνων Μακεδόνων ο υιός του Αλέξανδρος ο Γ΄, δηλ. ο Μέγας Αλέξανδρος. Το λαμπρό Ανάκτορο, σεβάσμιο και ιερό σύμβολο της αρχαίας Ελληνικής Μακεδονικής Δυναστείας καταστρέφεται οριστικά στα μέσα του 2ου αιώνος π.Χ., μετά την κατάλυση του Ελληνικού Μακεδονικού Βασιλείου, επί τελευταίου Έλληνος Μακεδόνος βασιλέως του Περσέως, από τους Ρωμαίους, το 168 π.Χ.
Η εποχή των διαδόχων του Έλληνος Μακεδόνος Βασιλέως Αλεξάνδρου του Α΄, ήτοι η εποχή του Περδίκκα Β΄ και του Αρχελάου, ήταν εποχή εντόνων στρατιωτικών ανταγωνισμών των νοτιοελληνικών δυνάμεων που συμπαρέσερναν και τους ΄Ελληνες Μακεδόνες Βασιλείς. Μάχες και εκστρατείες στα αρχαία Ελληνικά Μακεδονικά εδάφη ήταν το φαινόμενο συχνό κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο (431 π.Χ. – 404 π.Χ.)..
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μυκόνου ευρίσκεται ο «πίθος της Μυκόνου». Είναι ένας αμφορέας ύψους 1,40 μ. και παρουσιάζει με ανάγλυφη μορφή σκηνές από την άλωση της Τροίας. Ο Μέγας Αλέξανδρος λάτρευε την Ιλιάδα του Ομήρου, η οποία αναφέρεται στον Τρωϊκό πόλεμο, και την είχε στο προσκέφαλό του. Σε μία ανάγλυφη σκηνή, εκ του Τρωικού πολέμου, που εικονίζεται στον πίθο-αμφορέα τούτο οι Έλληνες στρατιώτες οδηγούν του Δούρειο Ίππο στο εσωτερικό της πόλεως Τροίας, στα πόδια δε του Ίππου διακρίνονται οι τροχοί. Σε άλλη ανάγλυφη σκηνή ο Νεοπτόλεμος, υιός του Αχιλλέα, ρίχνει-κατακρημνίζει από τα τείχη της Τροίας τον Αστυάνακτα, υιό του Έκτορα, παρά τις προς τον Έλληνα αυτόν πολεμιστή ικεσίες της μητρός του Αστυάνακτα Ανδρομάχης. Σε τρίτη ανάγλυφη σκηνή απεικονίζεται ο Μενέλαος, ο οποίος βλέπει εμπρός του κατά την κατάληψη της Τροίας την Ωραία Ελένη, σύζυγό του, απαχθείσα υπό του Πάρεως. Εκ Σπάρτης αναχωρήσας ο απατηθείς σύζυγος Μενέλαος είχε σκοπό να την σκοτώσει. Στην εν λόγω σκηνή λοιπόν ο Μενέλαος θαμπώνεται από την ομορφιά της Ωραίας Ελένης και την λαμπρή ενδυμασία της, μένει σαστισμένος, δεν την σκοτώνει. Αργότερα βέβαια την έφερε στην Ελλάδα. Το ανάγλυφο αγγείο έχει και άλλες ενδιαφέρουσες σκηνές από τον Τρωικό πόλεμο.
Επίσης στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής Δήμου Κοζάνης υπάρχει τμήμα ανάγλυφης επιτύμβιας στήλης του 4ου αιώνος 400 μ.Χ., ήτοι 300 μ.Χ.-400 μ.Χ.
Στην αρχαία ελληνική πόλη Άκανθο της Ελληνικής Μακεδονίας, πόλη της αρχαίας Μακεδονίας, σήμερα κοντά στα Νέα Ρόδα Χαλκιδικής, εκεί που εκβάλλει ο ποταμός Στρυμών ευρέθη τετράδραχμο, του 530 π.Χ.-480 π.Χ., που παριστά λέοντα να κατασπαράσσει ταύρο. Το τετράδραχμο τούτου ευρίσκεται στο Βρετανικό μουσείο στο Λονδίνο.
Στην Ποτίδαια Χαλκιδικής ευρέθη επιτύμβια ανάγλυφη στήλη. Παριστά νεαρό νεκρό λυρωδό. Η παράστασή του είναι κατενώπιον, πρόσωπο με πρόσωπο. Ο νεκρός εικονίζεται με κλειστά μάτια. Ο γλύπτης της επιτύμβιας στήλης είναι επιδέξιος και φαίνεται πως είναι επηρεασμένος από πρότυπα ιωνικά. Η επιτύμβια στήλη είναι του 380-370 π.Χ. και ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Α. Ο αρχαίος ελληνικός μακεδονικός τάφος που ευρίσκεται στο χωριό : Πύργοι του Δήμου Εορδαίας Π.Ε. Κοζάνης είναι από τους αρχαιότερους ελληνικούς μακεδονικούς τάφους και χρονολογείται πριν το τέλος του 4ου αιώνος π.Χ. Συμπίπτει ιστορικά με τα χρόνια που έζησε ο Μ. Αλέξανδρος (356 π.Χ. –323 π.Χ.)
Β. Ο αρχαίος ελληνικός μακεδονικός τάφος του χωριού : Σπηλιά του Δήμου Εορδαίας Π. Ε. Κοζάνης είναι το πρώτο μνημείο του είδους του, που ανασκάφηκε στην Δυτική Μακεδονία μας. Ο τάφος τούτος εμφανίζει στην πρόσοψή του δεξιά και αριστερά δύο κύκλους δίκην ροδάκων (=αρχαίων ελληνικών συμβόλων). Η πρόσοψή του είναι δωρικού ρυθμού, φέρει δε τέσσερις (4) κίονες. Η τυπολογία του μνημείου-τάφου αυτού οδηγεί σε μία χρονολόγηση προς το τέλος του 4ου αιώνος π.Χ., ήτοι 330 π.Χ.-300 π.Χ.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας υπάρχουν πήλινα γυναικεία ειδώλια με καυσίες (γυναικεία καπέλλα) στολισμένες με λουλούδια ανοιξιάτικα, τριαντάφυλλα και με καλοχτενισμένη κόμη.
Προσέτι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκεται άγαλμα της Αφροδίτης στηριγμένης σε πεσσό (=σε τετράγωνη κολόνα στην οποία στηρίζεται αψίδα του θόλου).
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας υπάρχουν μορφές της Αφροδίτης από κλίβανο της αγοράς.
Επίσης στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκεται άγαλμα του Ηρακλή που αποδίδει το χάλκινο έργο του γλύπτου Λυσίππου. Ο Ηρακλής παριστάνεται γυμνός με ισχυρούς βραχίονες και δυνατούς θωρακικούς μυς και φέρει εις την κεφαλή του ανδρική καυσία (=ανδρικό καπέλο).
Επιπλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας υπάρχουν πήλινες μήτρες παραγωγής χάλκινων αντικειμένων. Ακόμη υπάρχουν τμήματα μητρών, πυρήνων και σύγχρονο εκμαγείο. Επιπροσθέτως ευρίσκονται τμήματα λιθαργύρων, προϊόντων διαχωρισμού του μολύβδου από τον άργυρο με την μέθοδο της «κυπέλλωσης».
Επιπροσθέτως στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται αποσπασματικό αγγείο χύτευσης χαλκού και αποσπασματικό αγγείο χύτευσης σιδήρου.
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας υφίσταται ψηφιδωτό, στο οποίο παριστάνεται Κένταυρος, ο οποίος στο αριστερό του χέρι σκεύος-πινάκιο και στο δεξιό πιθανότατα κέρας.
Επιπλέον το Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται δύο αγαλματίδια. Παρουσιάζουν δύο έφηβες κόρες γυμνές με κομψή κόμμωση και περίλαμπρες νεανικές καυσίες (=γυναικεία νεανικά καπέλα) στολισμένες με λουλούδια. Αποδίδουν μορφές της θεάς Αφροδίτης, της θεάς του έρωτος.
Επίσης στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται αναθήματα θεσφορίου του 4ου αιώνος π.Χ., ήτοι : α) ειδώλια γυμνών γυναικείων μορφών, που αφιερώνονται σε Ιερά και τάφους, β) ειδώλια γυναικείων μορφών με τελετουργικές χειρονομίες, γ) γυναικεία θεότητα με πόλο (θεά Δήμητρα), δ) ειδώλιο ανδρικής μορφής, ε) γυναικεία μορφή με υδρία, στ) μικρογραφικές υδρίες, ζ) ειδώλιο γυναικός με θυμιατήρι, η) γυναικεία μορφή με γιρλάντα και θ) πλακίδια γυναικείων μορφών με πόλο και υδρίες.
Επιπρόσθετα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται κτερίσματα γυναικείας ταφής του 350 π.Χ.-325 π.Χ., εποχής Μ. Αλεξάνδρου, ήτοι : α) χρυσά κοσμήματα, β) αττική ερυθρόμορφη πυξίδα (=αγγείο για κοσμήματα) με σκηνή γυναικωνίτη, γ) μολύβδινη πυξίδα (=δοχείο για καλλυντικά), δ) νόμισμα Μ. Αλεξάνδρου και δανάκη (=ναύλα για το ταξίδι στον Κάτω Κόσμο), ε) πήλινοι ρόδακες από στεφάνια και στ) οστέϊνα διακοσμητικά στοιχεία ξύλινου κιβωτιδίου.
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται και κτερίσματα από άλλον γυναικείο τάφο (325 π.Χ.-300 π.Χ.). Σ΄ αυτόν ευρέθησαν : α) αττική ερυθρόμορφη μικρογραφική υδρία, β) αλατιέρα, γ) ενιαίο ειδώλιο θεάς Αφροδίτης και θεού Έρωτος, δ) λήκυθος με ανάγλυφη παράσταση θεάς Αφροδίτης και θεού Έρωτος στην ακροθαλασσιά (σε αγγείο για άρωμα ), ε) προτομές γυναικείων χθονίων θεοτήτων.
Επιπλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα κτερίσματα λαξευτού θαλαμωτού τάφου του 225 π.Χ.-125 π.Χ., ήτοι : α) ειδώλια γυναικείων μορφών, β) λυχνάριο, γ) είδωλο θεού Έρωτος, δ) ειδώλιο αναδυομένης θεάς Αφροδίτης, ε) μυροδοχείο, στ) πυξίδες (=δοχεία για καλλυντικά ή κοσμήματα), ζ) αμφορέας, η) χρυσό ενώτιο (=σκουλαρίκι), χρυσό και υάλινο περίαπτο (=περιλαίμιο), θ) μικρός αμφορέας, ι) μυροδοχείο.
Προσέτι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από λαξευτό θαλαμωτό τάφο του β΄ μισού του δεύτερου αιώνος π.Χ., ήτοι 150 π.Χ.-100 π.Χ. : α) κάλπη (=αποθηκευτικό αγγείο), που χρησιμοποιήθηκε ως τεφροδότης, β) λυχνάρια, γ) σκυφίδια (=δοχεία τοποθέτησης τροφής), δ) ειδώλιο γυναικείας μορφής, ε) χάλκινο βραχιόλι, στ) μολύβδινη πυξίδα (=αγγείο για καλλυντικά), ζ) σιδερένια στλεγγίδα (=εργαλείο-ξύστρα για την απόξεση του λαδιού και της σκόνης από το σώμα αθλητή) με τη λαβή της. Προφανώς στον τάφο ετάφη αθλητής-ολυμπιονίκης και ως κτέρισμα, συνοδευτικό κειμήλιο, ετοποθετήθη στον τάφο του και η αγωνιστική του στλεγγίδα (=ξύστρα).
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκεται ως κτέρισμα από λαξευτό θαλαμωτό τάφο του β΄ μισού του 2ου αιώνος π.Χ. ειδώλιο Αφροδίτης και Έρωτος.
Επίσης το Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκεται τα εξής κτερίσματα από τάφο της αρχαίας Πέλλας λαξευτό θαλαμωτό των αρχών του 2ου αιώνος π.Χ. δηλ. 200 π.Χ. –170 π.Χ. : α) πυξίδες με ζωγραφιστή διακόσμηση σε λευκό βάθος, και μετάλλιο με ανάγλυφη διακόσμηση συμπλέγματος θεού Έρωτος και Ψυχής. β) ειδώλια γυναικείων μορφών, γ) ειδώλια του θεού Έρωτος, δ) ειδώλια της θεάς Αφροδίτης, σε ένα εξ αυτών η θεά Αφροδίτη με καυσία (=γυναικείο καπέλο), αλλά με κέρας (=κέρατο) αφθονίας, ε) σκυφίδια, στ) λυχνάρια, ζ) μυροδοχεία με υπολείμματα ψύθινου πλέγματος, η) χρυσό ενώτιο (= σκουλαρίκι).
Προσέτι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα ενός πολυθάλαμου τάφου των αρχών του 3ου αιώνος –τέλους του 2ου αιώνος π.Χ. δηλ. από 300 π.Χ.-100 π.Χ.: α) ειδώλια γυναικείων μορφών (Αφροδίτης και Έρωτος, β) ειδώλια Αφροδίτης, γ) ειδώλια καθιστής ανδρικής και γυναικείας μορφής, δ) ειδώλια γυναικείων μορφών, ε) ειδώλιο Έρωτος, στ) ειδώλια Αφροδίτης, ζ) λυχνάρια, η) πυξίδα (=δοχείο για αρώματα ή καλλυντικά) με ανάγλυφη παράσταση Έρωτος και Ψυχής στα μετάλλια του καλύμματος.
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται: α) ανθρωπόμορφα ειδώλια (5.300 π.Χ. –4.500 π.Χ., β) ανθρωπόμορφα ειδώλια και ζωόμορφο αγγείο (6.500 π.Χ.- 5.800 π.Χ., γ) ειδώλιο και ζωόμορφο αγγείο (5.300 π.Χ.- 4.500 π.Χ.) , δ) οστέϊνα εργαλεία (6.500 π.Χ.-4.500 π.Χ.), ε) πήλινα αγγεία (5.300 π.Χ.- 4.500 π.Χ.) και στ) ταφή βρέφους σε αγγείο (6.500 π.Χ.- 5.800 π.Χ.
Επιπλέον στον Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται κίονες ιωνικοί, κορινθιακοί, δωρικοί.
Επιπροσθέτως στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται πήλινες αγνύθες του 2.200 π.Χ.-1.300 π.Χ. και πήλινοι σπόνδυλοι του 2.200 π.Χ.- 1.300 π.Χ.
Προσέτι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται : α) αγγείο που απεικονίζει ταφή βρέφους (2.200 π.Χ.- 1800 π.Χ., β) χάντρες ιδίας εποχής, ήτοι 2.200 π.Χ.- 1.800 π.Χ., γ) πήλινα αποθηκευτικά αγγεία του 2.200 π.Χ.-1400 π.Χ. δ) μεγάλα λίθινα αγγεία για μεταφορά τροφής (2.200 π.Χ.-1.800 π.Χ.).
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από τάφο νεκρού ανδρός : α) κράνος, β) χρυσό έλασμα προσώπου, γ) όπλο, δ) ασπίδα τύπου «καρδιοφύλακος», ε) χάλκινο τελετουργικό αγγείο, στ) αττικό μελανόμορφο αγγείο, ζ) πήλινα αγγεία, του 550 π.Χ.-530 π.Χ..
Επιπλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από ανδρική ταφή : α) κράνος, β) χρυσό επιστόμιο, γ) χρυσό χειρόκτιο (= έλασμα που κάλυπτε το χέρι), δ) χρυσές ταινίες από την διακόσμηση του ενδύματος, ε) δισκάρια από τα υποδήματα, στ) πήλινα πλαστικά τελετουργικά αγγεία. Γύρω στο 560 π.Χ.
Επίσης στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα σε ανδρική ταφή : α) κράνος, β) χρυσό χειρόκτιο (= έλασμα που κάλυπτε το χέρι), γ) δακτυλίδι, δ) χρυσές ταινίες από την διακόσμηση του ενδύματος, ε) πήλινο αγγείο πόσης με εγκάρσια επιγραφή, στ) χρυσά ελάσματα υποδημάτων, ζ) πήλινα πλαστικά τελετουργικά αγγεία, η) ειδώλιο γυναίκας και παιδιού πάνω σε χελώνα (530 π.Χ.- 510 π.Χ.).
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα σε ανδρική ταφή : α) κράνος, β) χρυσό έλασμα προσώπου, γ) όπλα, δ) όκανα (=λαβή ασπίδος), ε) χρυσό χειρόκτιο (= έλασμα που κάλυπτε το χέρι), στ) δακτυλίδι, ζ) ειδώλιο κριαριού, η) αττικό μελανόμορφο αγγείο, ομοίωμα άρματος (περίπου 530 π.Χ.).
Επιπρόσθετα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα σε άλλη ανδρική ταφή : α) κράνος, β) χρυσά ελάσματα προσώπου, γ) χρυσά χειρόκτια (= ελάσματα που κάλυπταν τα χέρια), δ) δακτυλίδι, ε) όπλο, στ) ελάσματα υποδημάτων, ζ) χάλκινη οινοχόη, η) ειδώλιο γυναικείας μορφής, θ) πήλινα τελετουργικά αγγεία, ι) ειδώλιο ζώων (540 π.Χ.- 520 π.Χ.).
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από τάφο ταφής γυναικός : α) χρυσό διάδημα (=βασιλικό στεφάνι), β) επιστόμιο, γ) ενώτια (=σκουλαρίκια, δ) χρυσά περίαπτα (=κρεμαστά κοσμήματα λαιμού), ε) υάλινες χάντρες, στ) ασημένια αλυσίδα, ζ) περόνες, η) βραχιόλια, θ) χρυσά ελάσματα από την διακόσμηση των ενδυμάτων, ι) ασημένια διπλή περόνη, κ) δακτυλίδι, λ) πήλινα αγγεία πόσης και μ) τελετουργικά πήλινα ειδώλια καθιστών γυναικείων μορφών, περίπου 500 π.Χ.
Προσέτι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από άλλο τάφο ταφής γυναικός : α) χρυσό έλασμα προσώπου, β) ενώτια (= σκουλαρίκια), γ) αγγειόσχημο περίαπτο (=κρεμαστό κόσμημα λαιμού), δ) περόνες που συγκρατούσαν τα ενδύματα, ε) ασημένια αλυσίδα, στ) πήλινα αγγεία πόσης στ) τελετουργικά αγγεία και ζ) σιδερένιες περόνες , περίπου στο 525 π.Χ.-510 π.Χ.
Επίσης στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από άλλη γυναικεία ταφή : α) χρυσό διάδημα (=βασιλικό στεφάνι), β) επιστόμιο, γ) χρυσά κοσμήματα μαλλιών, δ) περίαπτο (= κρεμαστό κόσμημα λαιμού), ε) περόνες, στ) χρυσοί ρόδακες από την διακόσμηση των ενδυμάτων, ζ) δακτυλίδι, η) ελάσματα υποδημάτων, θ) πήλινα αγγεία, ι) γυναικεία ειδώλια, κ) σιδερένιο μαχαιρίδιο και λ) περόνες, του 525-500 π.Χ.
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από ετέρα γυναικεία ταφή : α) χρυσό διάδημα, β) ενώτια (=σκουλαρίκια), γ) χρυσά περίαπτα (=περιλαίμια), δ) ασημένιες περόνες, ε) χρυσοί ρόδακες από την διακόσμηση των ενδυμάτων, στ) χάλκινα βραχιόλια, ζ) διπλή περόνη, η) χρυσό δακτυλίδι, θ) χάλκινα αγγεία και ι) πήλινα αγγεία, (525 π.Χ.- 500 π.Χ.).
Επιπλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από διαφορετικό τάφο γυναικείας ταφής : α) χρυσή μάσκα, β) διάδημα (= στεφάνι), γ) σκουλαρίκια, δ) χρυσά σπειροειδή κοσμήματα, ε) περίαπτο, στ) περιδέραιο με χάντρες, ζ) χρυσοί ρόδακες και ελάσματα από την διακόσμηση του ενδύματος, η) περόνες, θ) δακτυλίδι, ι) χρυσά ελάσματα υποδημάτων, κ) χάλκινο τελετουργικό αγγείο με τη βάση του, λ) ειδώλιο ζώων, μ) πήλινες καθιστές γυναικείες μορφές, ν) σιδερένιες περόνες, ξ) μαχαιρίδια. Γύρω στο 540 π.Χ.
Επίσης στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από άλλη γυναικεία ταφή : α) χρυσό διάδημα και χάντρες που κοσμούσαν το κάλυμμα του κεφαλιού, β) χρυσή μάσκα, γ) περιδέραιο με χρυσές χάντρες, δ) αργυρή αλυσίδα, ε) χρυσό περίαπτο, στ) περόνες, ζ) χρυσοί ρόδακες και ποικιλόμορφα πλάσματα από την διακόσμηση των ενδυμάτων και των υποδημάτων, η) χρυσό δακτυλίδι, θ) επάργυρη φιάλη, ι) κορινθιακή πυξίδα (=δοχείο για αρώματα ή κοσμήματα), κ) πήλινα ειδώλια και μυροδοχεία με γυναικεία μορφή, λ) ομοιώματα άμαξας και επίπλων, μ) μυροδοχείο από φαγεντιανή (=υλικό από χαλαζία), ν) αργυρές περόνες (540 π.Χ.- 530 π.Χ.).
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από έτερο τάφο με τεθαμμένη γυναίκα : α) χρυσή μάσκα, β) περιδέραιο, γ) περόνες, δ) χρυσές ταινίες από την διακόσμηση των ενδυμάτων, ε) δακτυλίδι, στ) χάλκινα αγγεία λουτρού, και ζ) τελετουργικά αγγεία ειδώλια καθιστών γυναικείων μορφών (550 π.Χ. –540 π.Χ.
Προσέτι στον Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από άλλον τάφο στον οποίο ετάφη γυναίκα : α) χρυσό διάδημα, β) ρόδακες από τη διακόσμηση των ενδυμάτων, γ) σιδερένιες περόνες, δ) περίαπτο (=περιδέραιο), ε) δακτυλίδι χάλκινο, στ) χάλκινο αγγείο λουτρού, ζ) χάλκινα τελετουργικά αγγεία, η) πήλινα αγγεία αρωμάτων ή ελαίων (550 π.Χ.-540 π.Χ.).
Επιπροσθέτως στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από έτερο τάφο ταφής γυναίκας : α) χρυσό διάδημα, β) επιστόμιο, γ) χρυσά περίαπτα και χάντρες, δ) περόνες, ε) χρυσοί ρόδακες και έλασμα από την διακόσμηση των ενδυμάτων, στ) δακτυλίδι, ζ) χρυσά ελάσματα υποδημάτων, η) γκρίζα αγγεία πόσης, θ) πήλινα τελετουργικά αγγεία (550 π.Χ. 530 π.Χ.)
Επιπλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από άλλον γυναικείο τάφο : α) χρυσό διάδημα, β) επιστόμιο, γ) χρυσή χάντρα, δ) περιδέραιο με κεχριμπαρένιες χάντρες, ε) περόνες, στ) χρυσοί ρόδακες από την διακόσμηση των ενδυμάτων, ζ) δακτυλίδι, ελάσματα υποδημάτων, η) πήλινα αγγεία, θ) ελαστικό τελετουργικό αγγείο, ι) σιδερένιες περόνες (550 π.Χ.-525 π.Χ.).
Συμπληρωματικά στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας ευρίσκονται τα εξής κτερίσματα από άλλον τάφο, στον οποίο ετάφη γυναίκα : α) χρυσό διάδημα, β) κάλυμμα ματιών, γ) επιστόμιο, δ) ενώτια (=σκουλαρίκια), ε) ρόδακες από την διακόσμηση των ενδυμάτων, στ) περίαπτο, ζ) περιδέραιο με κοχύλια, η) ελεφαντοστέϊνες χάντρες, θ) λαβή σκήπτρου, ι) δισκάρια από τα υποδήματα, κ) πήλινο αγγείο, λ) χάλκινα αγγείο, μ) βραχιόλια, ν) υάλινες χάντρες για την προστασία της νεκρής, ξ) μαχαιρίδια, ο) εργαλεία καλλωπισμού. Περίπου στο 560 π.Χ.
Τα κοσμήματα της όψιμης-νεώτερης κλασικής περιόδου (400-323 π.Χ.) και της Ελληνιστικής Εποχής (323 π.Χ. –31 π.Χ.) χρησιμοποιήθηκαν και σαν σύμβολα πλούτου και κοινωνικής θέσης αλλά και ως θρησκευτικά σύμβολα, φυλαχτά, προστατεύοντας τον ιδιοκτήτη ή προσδίδοντάς του υπερφυσικές ιδιότητες. Οι απεικονίσεις μορφών των αρχαίων Ελληνίδων εξ Ελληνικής Μακεδονίας φανερώνουν αστές γυναίκες με κομψή ενδυμασία και χρυσά κοσμήματα, κυρίως σκουλαρίκια, περιδέραια και βραχιόλια. Τα κοσμήματα από την Πέλλα χρονολογούνται στην Ελληνιστική Εποχή (323 π.Χ. – 31 π.Χ.). Οι δημιουργίες είναι απλές και παρουσιάζουν πολυχρωμία, πλουραλισμό χρωμάτων, που επιτυγχάνεται με την χρήση ημιπολυτίμων λίθων. Συχνά τα κοσμήματα διακοσμούνται με τις μορφές της θεάς Αφροδίτης, του θεού Έρωτος, της θεάς Νίκης, με κεφαλές ζώων με κέρας, λοφίο, και αργότερα, μετά τον 3ο π.Χ. αιώνα με δελφίνια, πουλιά, κεφαλές ανθρώπινες.
Οι αρχαίες Ελληνίδες εξ Ελληνικής Μακεδονίας δεν παρέλειπαν την φροντίδα του παρουσιαστικού τους, ήτοι τον καλλωπισμό τους. Οι παραστάσεις των αστών γυναικών της αρχαίας Ελληνικής Μακεδονίας στην Πέλλα κ.λ.π. σε αγγεία και ειδώλια παρουσιάζονται περιποιημένες και εκλεπτυσμένες, αντίληψη που ενισχύεται από τα πολυάριθμα εργαλεία καλλωπισμού που βρέθηκαν σε πολλούς γυναικείους τάφους της αρχαίας πόλης της Πέλλας: τριχολαβίδες, σπάτουλες και βουρτσάκια για την εφαρμογή των καλλυντικών τους, χτένες οστέϊνες! (=από οστό), (αλήθεια πόσο δύσκολη θα ήταν η κατασκευή τους;), χτένες ξύλινες, καρφίτσες για το πιάσιμο των μαλλιών τους σε περίτεχνες κομμώσεις, καθρέπτες (κάτοπτρα). Η αρχαία Ελληνίδα Μακεδόνισσα εκ της Ελληνικής Πέλλας επιλέγει κοσμήματα και αρώματα, φροντίζει τα μαλλιά της με φυσικά έλαια από αμύγδαλο, ελιά ή σουσάμι, βάφει το πρόσωπό της με ψιμύθιο (ανθρακικό μόλυβδο λευκού χρώματος), βάφει τα φρύδια και τα βλέφαρα με μαύρο κάρβουνο, τα μάτια, τα χείλη και τα μάγουλα με κόκκινο ή καφέ χρώμα. Η ίδια διαλέγει κρέμες από έλαια καρυδιού ή λουλουδιών και κιννάβαρι (=ερυθρό θειούχο υδράργυρο) για την περιποίηση του σώματος και του προσώπου της.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής Δήμου Κοζάνης ευρίσκονται : α) αργυρή βελόνη αρχαίου ελληνικού μακεδονικού αργαλειού, β) αμφικωνικό σφονδύλι αρχαίου ελληνικού μακεδονικού αργαλειού, γ) αγνύθες (=υφαντικά βάρη), Ελληνιστικής Εποχής (323 π.Χ., θάνατος Μ. Αλεξάνδρου, – 31 π.Χ.)
Στο ίδιο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής Δήμου Κοζάνης ευρίσκονται : α) μελανόμορφες λήκυθοι με παράσταση Ηρακλή και Αμαζόνων του 490 π.Χ. –480 π.Χ., β) πήλινο ειδώλιο της θεάς Αρτέμιδος, Αρχαϊκής Εποχής, ήτοι 800 π.Χ.- 480 π.Χ., που ευρέθη στην θέση «Λειβάδια» Αιανής, και γ) μελανόμορφη λήκυθος λευκού εδάφους με παράσταση θεότητος.
Προσέτι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται : α) όστρακα Παναθηναϊκών αμφορέων που ευρέθησαν στην τοποθεσία «Λειβάδια» της Αιανής, τέλη του 6ου αιώνος π.Χ.
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται : α) κοπές νομισμάτων του Έλληνος Μακεδόνος Βασιλέως Φιλίππου του Ε΄ (221 π.Χ.- 179 π.Χ.). Τα νομίσματα αυτά ευρέθησαν στη θέση «Μεγάλη Ράχη» της αρχαίας πόλεως Αιανής, β) κοπές νομισμάτων του Έλληνος Μακεδόνος Βασιλέως Περσέως (Περσέα) (179 π.Χ.- 168 π.Χ.) τελευταίου Βασιλέως της αρχαίας Ελληνικής Μακεδονίας. Το 168 π.Χ. η αρχαία Ελληνική Μακεδονία περιήλθε οριστικά στην κυριαρχία των Ρωμαίων. Τα νομίσματα ευρέθησαν στην Αιανή, στη θέση «Μεγάλη Ράχη» (αρχαία Αιανή).
Επιπλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται : α) αργυρό ενώτιο (=σκουλαρίκι) σχήματος Ω, μέσα του 6ου αιώνος π.Χ.- αρχές του 5ου αιώνος π.Χ. που ευρέθη στη θέση «Λειβάδια» Αιανής, β) αργυρή δίδυμη περόνη, που ευρέθη στη θέση «Λειβάδια» Αιανής, και γ) χρυσές αμφορόσχημες χάντρες, αρχές του 5ου αιώνος π.Χ., πάλι στη θέση «Λειβάδια» Αιανής.
Επιπροσθέτως στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται : α) μελανόμορφη λήκυθος του β΄ τετάρτου του 5ου αιώνος π.Χ., δηλαδή 475 π.Χ.-450 π.Χ., που ευρέθη στη θέση «Λειβάδια» Αιανής, β) αργυρό βραχιόλι, του β΄ τετάρτου του 5ου αιώνος π.Χ., ήτοι 475 π.Χ.-450 π.Χ., το οποίο ευρέθη στη θέση «Λειβάδια» Αιανής, γ) αργυρή τοξωτή πόρπη, τέλη 5ου αιώνος π.Χ.- αρχές 4ου π.Χ. αιώνος, δηλαδή 420 π.Χ. –380 π.Χ., δ) αργυρό δακτυλίδι του α΄ τετάρτου του 5ου αιώνος π.Χ., δηλ. 500 π.Χ.-475 π.Χ., που ευρέθη στη θέση «Λειβάδια» Αιανής, και ε) χάλκινη τριχολαβίδα, ελληνιστικών χρόνων, Ελληνιστικής Εποχής (323 π.Χ.-31 π.Χ.).
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται : α) χάλκινη σπάτουλα, β)χάλκινο σκεύος, γ) ανάγλυφη πυξίδα (=σκεύος για καλλυντικά ή αρώματα), δ) παραγναθίδες Ελληνιστικής Εποχής (323 π.Χ. 31 π.Χ.) που ευρέθησαν στην τοποθεσία «Λειβάδια» Αιανής, ε) ξίφη Αρχαϊκής Εποχής (800 π.Χ.-480 π.Χ.), που ευρέθησαν στη θέση «Λειβάδια» Αιανής, στ) αιχμές βέλους, βελών, ζ) φυλλόσχημη αιχμή δόρατος, η) μίμιση (απομίμιση) αιχμής για ταφική χρήση, θ) αιχμές βελών, που ευρέθησαν στη θέση «Λειβάδια» της Αιανής.
Προσέτι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται πολύμορφα πλαστικά αγγεία, ιωνική κύλιξ, μελαμβαφής αμφορίσκος, μόνωτο κύπελλο.
Επίσης στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται κεφαλή γενειοφόρου ανδρός του 500 π.Χ. που ευρέθη στη θέση «Λειβάδια», τάφος Γ΄.
Επιπλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής υπάρχει δωρικό κιονόκρανο του β΄ τετάρτου του 5ου αιώνος π.Χ., δηλ. 500 π.Χ.-475 π.Χ.
Επιπροσθέτως στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής υπάρχει ιωνικό κιονόκρανο Κλασσικής Εποχής, ήτοι 480 π.Χ.-323 π.Χ., το οποίο ευρέθη στη θέση «Μεγάλη Ράχη» της παλιάς, αρχαίας Αιανής.
833.Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκεται πλίνθος με άκρα Κούρου, μέσα του 6ου αιώνος π.Χ. (550 π.Χ.), ο οποίος ευρέθη στη θέση «Λειβάδια» Αιανής.
Προσέτι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκεται κεφαλή λιονταριού υστεροαρχαϊκών χρόνων, δηλ. 600 π.Χ.- 480 π.Χ., η οποία ευρέθη στη θέση «Λειβάδια» Αιανής.
Επιπρόσθετα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται : α) ερυθρόμορφες λήκυθοι, β) ασκός, γ) ασκός – ηθμός με διακόσμηση τύπου «Δυτικής κλιτύος» και ανάγλυφη εκροή.
Ακόμη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται : α) ενεπίγραφη πρόχους με φυτική και γραμμική διακόσμηση, β) άωτο (άνευ ωτός, λαβής) ενεπίγραφο σκυφίδιο, γ) ερυθρόμορφο ληκύθιο, δ) δίωτο (=με δύο λαβές) σκυφίδιο, ε) έτερο άωτο σκυφίδιο, στ) ερυθρόμορφος ασκός-ηθμός με φυτική διακόσμηση, ζ) ενεπίγραφο αρυβαλλοειδές ληκύθιο και η) ενεπίγραφο μόνωτο σκυφίδιο.
Προσέτι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκονται : α) άωτο σκυφίδιο, β) χρυσά ενώτια (=σκουλαρίκια) σε σχήμα λεοντοκεφαλής, γ) αργυρό δακτυλίδι.
Επιπλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής Δήμου Κοζάνης ευρίσκεται τμήμα ανάγλυφης επιτύμβιας στήλης, 4ος αιών π.Χ., 400 π.Χ.-300 π.Χ.
Συμπληρωματικά στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής ευρίσκεται τμήμα ανάγλυφης ενεπίγραφης αναθηματικής (=αφιερωματικής) στήλης που απεικονίζει τη θεά Ήρα σε βωμό, 2ος αιών μ.Χ. – 3ος αιών μ.Χ.
Στο Νεκροταφείο Γιαννιτσών, Εποχής Σιδήρου (630 π.Χ.-580 π.Χ.), ευρέθησαν : α) πήλινα αγγεία, β) σιδερένια αιχμή δόρατος, γ) μαχαιρίδιο, δ) χάλκινα εξαρτήματα ζώνης, ε) χάλκινο σφαιρικό περίαπτο (=περιλαίμιο), στ) σπασμένη χάντρα.
Σε έτερο Νεκροταφείο Εποχής Σιδήρου (930π.Χ.-580 π.Χ.) στα Γιαννιτσά ευρέθησαν : α) πήλινο αγγείο, β) σιδερένια αιχμή δόρατος, γ) κλαδευτήρι, δ) περόνες και πόρπη που στερεώνουν ενδύματα.
Στον Νεολιθικό οικισμό του Δισπιλιού Καστοριάς, των Προελλήνων προγόνων των αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων, του 5.000 π.Χ., τα οικήματα είναι κτισμένα πάνω σε πασσάλους από βελανιδιές και κέδρους. Πάνω στους πασσάλους πλέκονται οριζόντια πλεκτά κλαδιά που αποτελούν τον οπλισμό του τοίχου. Στη συνέχεια ολόκληρη η ξύλινη κατασκευή σκεπάζεται και από τις δύο πλευρές με πηλό αναμεμειγμένο με άχυρα, ώστε να διαμορφωθούν οι τοίχοι. Τα οικήματα είναι κτισμένα σε απόσταση μεταξύ τους πράγμα που πιθανόν να δηλώνει μία μεγαλύτερη αυτονομία των κατοίκων τους. Ο οικισμός είναι κατασκευασμένος πάνω στη λίμνη και υφίσταται εδώ και 7.000 χρόνια.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Φιλίππων Π. Ε. Καβάλας ευρίσκεται εγχάρακτο αγγείο με ανθρωπόμορφη προτομή της νεώτερης Νεολιθικής περιόδου (4.000 π.Χ.- 3.200 π.Χ.) από το Ντικιλί Τας. Η κεραμική τέχνη τούτης της εποχής χαρακτηρίζεται από καμπύλα σχήματα, εγχάρακτα σχέδια που πολλές φορές ταυτίζονται με άσπρη ευθεία αλοιφή.
Στη Νέα Νικομήδεια Ημαθίας ευρέθη γυμνό πήλινο ειδώλιο της Πρώιμης Νεολιθικής Περιόδου ( περίπου το 6.000 π.Χ.). Τα γυναικεία ειδώλια αποτελούσαν κύριο χαρακτηριστικό του νεολιθικού πολιτισμού του νυν γεωγραφικού Διαμερίσματος της Ελληνικής Μακεδονίας. Στο εν λόγω ειδώλιο παρουσιάζεται κεφαλή εντελώς σχηματικά, δύο μάτια, κατά τρόπο αφηρημένο, κάτι σαν μύτη, με τα χέρια να καλύπτουν τα στήθη της γυναικείας μορφής. Τα ισχία δε υπερτονίζονται για να δηλωθεί η γονιμότητα. (Αρχαιολογικό Μουσείο Βεροίας).
Στην κωμόπολη Σιταγρών Π .Ε. Σερρών ευρέθησαν πήλινες κεφαλές νεολιθικών ειδωλίων, τέλους της Μέσης και αρχών της Νεώτερης Νεολιθικής περιόδου, ήτοι του 4.000 π.Χ., που ευρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Φιλίππων Καβάλας.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας ευρίσκεται πήλινη κεφαλή ειδωλίου πιθανώς γυναικείου, ίσως με καυσία (=γυναικείο καπέλο). Από τον οικισμό Ντικιλί Τας. (Νεώτερη Νεολιθική Εποχή, ήτοι 4.000 π.Χ.-3.200 π.Χ.).
Στην πόλη των Σερβίων του ομωνύμου Δήμου Σερβίων Π. Ε. Κοζάνης ευρέθη αγγείο γύρω στο 4.500 π.Χ. (Μέση Νεολιθική Περίοδος, ήτοι 5.000 π.Χ.- 4.000 π.Χ.). Ο τοπικός ρυθμός της κεραμικής τέχνης χρησιμοποιούσε συχνά διακόσμηση ερυθρή πάνω σε λευκό βάθος που σχετίζεται με την ανάλογη διακόσμηση του Σέσκλου της Θεσσαλίας. Το αγγείο τούτο ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Φλώρινας.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Φιλίππων ευρίσκεται πήλινο αγγείο με γραφίτη, της Νώτερης Νεολιθικής περιόδου (4.000 π.Χ.-3.200 π.Χ.). Από τον οικισμό Ντικιλί Τας. Η διακόσμηση με γραφίτη γινόταν πριν την όπτηση και η επιτυχία της απαιτούσε μεγάλη ικανότητα από τον αγγειοπλάστη. Το αγγείο τούτο ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Φιλίππων Καβάλας.
Στην Άσσηρο που ευρίσκεται κοντά στον Λαγκαδά της Θεσσαλονίκης, στην Καλύνδρια και την Τσαουσίτσα, ευρέθησαν δίωτα (=με δύο λαβές) αγγεία, της Ύστερης Εποχής Χαλκού (1.500 π.Χ.- 1.050 π.Χ.) Τα σχήματα την εποχή αυτή είναι περισσότερο περίτεχνα και η διακόσμηση πολλές φορές αποτελείται από εγχάρακτους μαίανδρους, λόγω αρχών Γεωμετρικής Εποχής (1.100 π.Χ.-800 π.Χ.). Τα αγγεία αυτά ευρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Το Νεκροταφείο των Τύμβων στις Αιγές (Βεργίνα) Βεροίας είναι πλούσιο σε σιδερένια όπλα και χάλκινα κοσμήματα. Δίπλα στις οκτώσχημες πόρπες, βραχιόλια με πολλές σπείρες, σύριγγες, δακτυλίδια, ομφάλια, υπάρχουν και κτερίσματα μη συνηθισμένα, όπως το διάδημα (=βασιλικό στεφάνι) με την στικτή διακόσμηση, ή όπως ο τρίδυμος διπλός πέλεκυς που ανήκαν σε τάφους ηγετών ή των οικογενειών τους που ήσαν πρόγονοι των δύο Ελλήνων Μακεδόνων Βασιλέων, Φιλίππου Β΄ και του Μ. Αλεξάνδρου. Γύρω στο 900 π.Χ. Ευρίσκονται τα ευρήματα τούτα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα ευρίσκεται χάλκινο αρχαιοελληνικό μακεδονικό περίαπτο. Παριστά πτηνό-πουλί που στέκεται πάνω σε κλουβί.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κιλκίς και στο εν Αθήνα Μουσείο Μπενάκη ευρίσκονται αρχαία ελληνικά μακεδονικά κοσμήματα από τάφους του 8ου αιώνος και του 7ου αιώνος π.Χ., περίαπτα και άλλα χάλκινα κοσμήματα σε διάφορες μορφές. Τέτοια ευρήματα ήσαν συνήθη σε τάφους του 750 π.Χ. και επέκεινα. Είναι εποχή του δευτέρου (β΄) ελληνικού αποικισμού. Η παρουσία ιδίων αντικειμένων-ευρημάτων σε πολλά ιερά της νότιας Ελλάδος, στην ελληνική αποικιακή Νότια Ιταλία και Σικελία, αλλά και στην κεντρική Ευρώπη δείχνουν τις εκτεταμένες σχέσεις (οικονομικές, εμπορικές, πολιτιστικές κ.λ.π.) της αρχαίας Ελληνικής Μακεδονίας μας κατά την περίοδο του μεγάλου αυτού ελληνικού β΄ αποικισμού (8ος αιών π.Χ.).
Εξαιρετικά διαδεδομένη ήταν και η Διονυσιακή λατρεία στην αρχαία Ελληνική Μακεδονία με πολλές τοπικές ιδιομορφίες. Ο θεός Διόνυσος και οι ακόλουθοί του, Σιληνοί (=Σάτυροι) και Μαινάδες απεικονίζονταν συχνά σε έργα μεταλλοτεχνίας. Η κατοχή των μεταλλείων της αρχαίας ελληνικής Ανατολικής Μακεδονίας και η συνακόλουθη εκμετάλλευσή τους αποτέλεσε τον στόχο των Ελλήνων Θρακών, των Ελλήνων Μακεδόνων, αλλά και των αποίκων κατοίκων της νότιας Ελλάδος. Τα νομίσματα που έκοβαν ήσαν υψηλής νομισματικής αξίας και κυκλοφορούσαν συχνά στην Ανατολή.
Στον πυθμένα ενός αργυρού κάλυκα που ευρέθη στον μεγάλο τάφο στις Αιγές (Βεργίνα) είς Σιληνός (=Σάτυρος) αποτελεί διακόσμηση ομφαλωτή. Τα μαλλιά του, τα γένια του και το στεφάνι του είναι επιχρυσωμένα. Η εύθυμη μορφή του και τα εκφραστικά χαρακτηριστικά του αποδίδονται με λεπτότητα και εξαιρετική τεχνική, 350 π.Χ. 325 π.Χ. Χρόνια βασιλείας Φιλίππου Β΄ και Μ. Αλεξάνδρου. Ο αργυρός αυτός κάλυκας ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Στο αρχαίο χωριό Λητή που ευρίσκεται κοντά στην Θεσσαλονίκη ευρέθη στατήρ (=νομισματική μονάδα) με παράσταση Σιληνού (=Σάτυρου) και γυμνόστηθης Νύμφης, του 500 π.Χ.-480 π.Χ.). Ο στατήρ τούτος ευρίσκεται στο Νομισματοκοπείο Αθηνών.
Στο Νομισματικό Μουσείο Αθηνών ευρίσκεται στατήρ (=νομισματική μονάδα) με παράσταση γοργονείου (αποτρόπαια απεικόνιση της Γοργούς), 500 π.Χ.-480 π.Χ.
Στα Γρεβενά ευρέθη χάλκινη παραγναθίδα κράνους. Παριστάνεται η θεά Νίκη φτερωτή. Κρατά στο αριστερό της χέρι την ασπίδα της, όπως θα την είχε πολεμιστής εν ώρα μάχης δηλ. με τοποθετημένο το χέρι της εντός της πόρπης και τα δάκτυλα κρατούντα την λαβή. Με το δεξιό της χέρι κρατά το δόρυ της περί το μέσον αυτού. Έχει την κόμη της κυμματοειδώς χτενισμένη εις βοστρύχους (=πλεξίδες). Εικονίζονται με γλαφυρό-ανάγλυφο τρόπο τα φτερά της. Η χάλκινη τούτη παραγναθίδα κράνους είναι του 4ου αιώνος π.Χ., δηλ. 400 π.Χ.-300 π.Χ., και ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Στην αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη Όλυνθος της Χαλκιδικής της Ελληνικής Μακεδονίας ευρέθη αιχμή βέλους των μέσων του 4ου αιώνος π.Χ. , ήτοι 350 π.Χ., εποχή της βασιλείας του Φιλίππου Β΄, πατρός του Μ. Αλεξάνδρου. Το εύρημα ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης.
Στον Αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας πόλεως Πέλλας ευρέθη αγαλμάτιο εφίππου νεαρού Έλληνος Μακεδόνος με χλαμύδα, μέσα του 4ου αιώνος π.Χ. (350 π.Χ.) Ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας.
Στην τοποθεσία Δερβένι που ευρίσκεται μεταξύ Ευκαρπίας και Λαγυνών, κοντά στην Θεσσαλονίκη, ευρέθη κρατήρας (=δοχείο με ανοικτό στόμιο) απεικονίζεται άνδρας μονοσάνδαλος με ξίφος και δόρυ ενώ εκτελεί χορευτική κίνηση. Ερμηνεύτηκε ως ο Πενθεύς ή ο Λυκούργος, βασιλεύς των Ελλήνων Θρακών. Και οι δύο (Πενθεύς και Λυκούργος) είναι γνωστά πρόσωπα του Διονυσιακού κύκλου. Η παρουσίαση των Βακχών του Ευριπίδη στην Πέλλα έχει σχέση με την έκταση, τη σημασία και την ιδιομορφία της διονυσιακής λατρείας στην αρχαία Ελληνική Μακεδονία. Το εύρημα τούτο (κρατήρας) είναι του 330 π.Χ., δηλ. στα χρόνια της παντοδυναμίας του Μ. Αλεξάνδρου και της περσικής εκστρατείας του. Ευρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Στα μέσα του 2ου αιώνος π.Χ., ήτοι περί το 150 π.Χ. ολόκληρη σειρά από ανάγλυφα αρχαία ελληνικά μακεδονικά αγγεία κοσμούνται-διακοσμούνται με σκηνές από παραστάσεις έργων του ποιητού μας Ευριπίδη. Σε μια τέτοια ανάγλυφη παράσταση σε αρχαίο ελληνικό μακεδονικό σκύφος (=ποτήρι) απεικονίζεται με λεπτομέρεια σκηνή από το έργο του Ευριπίδη : Ιφιγένεια εν Αυλίδι. Ο αρχαίος τούτος ελληνικός μακεδονικός σκύφος (=ποτήρι, κούπα) ευρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα.
Ο Μέγας Αλέξανδρος είναι το πρώτο άτομο του δυτικού κόσμου που έγινε αντικείμενο λατρείας όσο ζούσε. Ο μύθος που αναπτύχθηκε γύρω από τα κατορθώματά του δημιούργησε πολλές εικόνες του. Μόνο ο Λύσιππος και ο γλύπτης Λεωχάρης έλαβαν την άδεια να απεικονίσουν επίσημο τον μεγάλο αυτόν Βασιλέα. Η προτομή του Μ. Αλεξάνδρου από τον γλύπτη Λεωχάρη χαρακτηρίζεται από την ξεχωριστή κόμη – μία μπούκλα με έκκεντρη χωρίστρα – και από το βαθύ διαπεραστικό βλέμμα που ατενίζει μακρινούς ενδόξους ορίζοντες. Ο μύθος του Μ. Αλεξάνδρου έχει απεικονιστεί σε ατέλειωτα έργα τέχνης που δημιουργήθηκαν στα μέρη από τα οποία πέρασε και κατέκτησε, όπως αποδεικνύεται από την εικόνα του ορμητικού νεαρού Έλληνα Μακεδόνα Βασιλιά Μ. Αλεξάνδρου στην περίφημη σαρκοφάγο που βρέθηκε στην αρχαία πόλη Σιδώνα του Λιβάνου.
Στον Οίκο του Φαύνου της Πομπηίας ευρέθη μια σκηνή – λεπτομέρεια από το περίφημο μωσαϊκό της μάχης της Ισσού (333 π.Χ.) μεταξύ του Μ. Αλέξανδρου και του Δαρείου. Πιστεύεται πως είναι αντίγραφο μίας τοιχογραφίας του Φιλοξένου της Ερέτριας, που φτιάχτηκε για τον Έλληνα Μακεδόνα Βασιλέα Κάσσανδρο, τέλος του 4ου αιώνα π.Χ.
Η ζωφόρος του μεγάλου βωμού του Διός στην Πέργαμο είναι σύμβολο της ελληνιστικής τέχνης. Παριστάνεται η μάχη μεταξύ θεών και γιγάντων (Τιτανομαχία). Η μαχητική αποτελεί μία αλληγορία των νικηφόρων πολέμων των Ατταλίδων. Η ελληνιστική τέχνη έδινε έμφαση στην οικειότητα και εκφραστική αναπαράσταση των συναισθημάτων όπως φαίνεται και από ένα όμορφο άγαλμα ενός νέο με κοντό χιτώνα, που ευρέθη στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας. Τράλλεις (-εων), αρχαία πόλη της Λυδίας εν Μικρά Ασία.
Από το έργο : «1821 ΑΤΛΑΣ του υπέρ Ανεξαρτησίας Ιερού των Ελλήνων αγώνος» του κ. Παναγιώτη Σουκάκου, εκ Μάνης Πελοποννήσου, φλογερού Ευπατρίδη, Καθηγητού Ορθοπαιδικής, άοκνου Συλλέκτη : α) Χαρτών του υπέρ της Ανεξαρτησίας των Ελλήνων Ιερού αγώνος του 1821 και β) σπάνιου υλικού αφιερωμένου στον υπέρ Ανεξαρτησίας των Ελλήνων Ιερό αγώνα του 1821, αντλώ το εξής στοιχείο :
Ο ποιητής Αχιλλέας Παράσχου για το γεωγραφικό Διαμέρισμα της Ελληνικής Μακεδονίας μετά την απελευθέρωσή της από τον τουρκικό ζυγό έγραψε ποιητικά :
«Ταξίδευε, ταξίδευε, Ελληνοπούλα, πάλι,
όλος ο κόσμος να ιδή τα γαλανά σου κάλλη».
Από το ίδιο έργο του Καθηγητού κ. Παναγιώτη Σουκάκου λαμβάνω και το εξής :
Ο Γ. Συνοδινός, πολεμιστής των Βαλκανικών Πολέμων 1921-1913 έγραψε ποιητικά : «Εάν συντρίβουν τον Θεόν ο γρόνθος και η βία
Θα παύση ούσα Ελληνική και η Μακεδονία».
Είναι δυνατόν μια γροθιά να συντρίψει το Θεό;
Από το ίδιο έργο του ιδίου του κ. Σουκάκου Παναγιώτη εξοικονομώ και το εξής : Για το γεωγραφικό Διαμέρισμα της Ελληνικής Μακεδονίας μας ο Κ. Παπαρηγόπουλος είπε ότι οι Δωριείς, τους οποίους ο ιστορικός Ηρόδοτος ονομάζει μακεδονικό έθνος (=φύλο), αποτελούσαν το ήμισυ του αρχαίου ελληνικού έθνους, ότι έφθασαν στο ανώτατο σημείο ακμής τους στα χρόνια του άκμασαν μέχρι τα χρόνια των αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων Βασιλέων Φιλίππου Β΄ και του υιού του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι οποίοι ανηγορεύθησαν επανειλημμένως στρατηγοί-αυτοκράτορες των Ελλήνων εις τον κατά των Περσών πόλεμον και ότι ο Σταγειρίτης φιλόσοφος Αριστοτέλης, δάσκαλος του Μ. Αλεξάνδρου, τρία (3) έτη μετά την εν Χαιρωνεία μάχη ίδρυσε εν Αθήναις την Σχολήν εκείνην, εξ ής προήλθεν η εντέλεια του Ελληνικού Έθνους.
Σημειώνω ότι ο κ. Παπαρηγόπουλος αναφέρεται στην Περιπατητική Φιλοσοφική Σχολή που ίδρυσε στην Αθήνα ο Αριστοτέλης το 334 π.Χ. και δη εις το Λύκειον, το οποίο ήτο αφιερωμένο στο θεό Απόλλωνα, τον Απόλλωνα τον Λύκειο.
Επίσης το ίδιο βιβλίο του κ. Παναγιώτη Σουκάκου μας προσφέρει το εξής :
Ο Α. Ρούκης αναφερόμενος εις το γεωγραφικό Διαμέρισμα της Ελληνικής μακεδονίας μας είπε : «Πας Έλλην δύναται εκ του ύψους της στέγης αυτής (της Ελληνικής Μακεδονίας) να αντικρίση χώραν ελληνικήν, γεωγραφικόν διαμέρισμα ελληνικόν».
Και πάλι από το ως άνω έργο του κ. Παναγιώτη Σουκάκο : «1821 ΑΤΛΑΣ του υπέρ Ανεξαρτησίας Ιερού των Ελλήνων αγώνος» σφετερίζομαι το ακόλουθο : Ο Δημ. Κουμαριανός είπε πως το γεωγραφικό Διαμέρισμα της Ελληνικής Μακεδονίας είναι ο πνεύμονας του Ελληνισμού, πως χωρίς πνεύμονα δεν υπάρχει σθένος και ζωή, αλλά μαρασμός, φθίσις, ασφυξία, πνιγμός, θάνατος, ταφή, και πως η Ελλάς άνευ της ελληνικής Μακεδονίας δεν ζει, δεν κινείται.
Ο κ. Παναγιώτης Σουκάκος δια του βιβλίου του τούτου μας γνωστοποιεί και το εξής: Ο Γ. Ζηνόπουλος έφυ : « Το γεωγραφικό Διαμέρισμα της Ελληνικής Μακεδονίας μας είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του Ελληνισμού. Άνευ αυτής ο Ελληνισμός απομένει γράμμα κενόν εννοίας».
Ακόμη από το βιβλίο τούτο του κ. Παναγιώτη Σουκάκου οικονομώ και το εξής : Υπό Φιλήμονος Γ΄ Κεφάλ. Δ΄ σελ. 141 αναφερομένου στο γεωγραφικό Διαμέρισμα της Ελληνικής Μακεδονίας εγράφη ότι στην Ελληνική Μακεδονία ήτο ικανώς προκεχωρημένη η Εταιρία των Φιλικών και ότι τα υπό των Τούρκων παθήματα των Ελλήνων Μακεδόνων ήσαν απερίγραπτα και δύσληπτα, υπερβαίνοντα κάθε ανθρώπινη κακία και υπομονή ανθρώπου.
Εκ του βιβλίου τούτου του κ. Παναγιώτη Σουκάκου λαμβάνω επίσης το εξής : Υπό Γ. Μ. Σκουλούδη εγράφη το εξής τετράστιχο για το γεωγραφικό Διαμέρισμα της Ελληνικής Μακεδονίας στα χρόνια του τουρκικού ζυγού :
Έλληνες Μακεδόνες ως πότε ραγιάδες,
Και μακράν της κοινής μας μητρός;
Εμπρός πλέον σφαγή (=ποινή) στους αγάδες.
Της ενώσεως ήλθεν καιρός !
Προσέτι εκ του ιδίου τούτου βιβλίου του κ. Παναγιώτη Σουκάκου μεταφέρω το εξής για το γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελληνικής Μακεδονίας : «Εν τη Ελληνική Μακεδονία, γινομένη και πάλιν Ελληνικήν μετά την απελευθέρωσιν, θέλουσι σχηματισθή τα ρεύματα εκείνα των ιδεών, άτινα εν μεγάλαις εποχαίς προσέγγισαν την Ανατολήν εις την Δύσιν». Υπό Ιουλ. Αδάμ.
Εκ του ιδίου βιβλίου του κ. Παναγιώτη Σουκάκου μαθαίνουμε : «Τα σπέρματα της Φιλικής Εταιρίας πεσόντα εν καιρώ εις την γην της Ελληνικής Μακεδονίας μας εκαρποφόρησαν». Υπό Σπυρίδωνος Τρικούπη, Τόμος Α΄σελ. 188.
Επίσης από το ίδιο βιβλίο του κ. Παναγιώτη Σουκάκου πληροφορούμεθα ότι ο Γερβίνος Α΄, 214 για το γεωγραφικό Διαμέρισμα της Ελληνικής Μακεδονίας αναφέρει πως η Ελληνική Μακεδονίας εκ φύσεως ( λόγω στρατηγικής γεωπολιτικής θέσεως, θα λέγαμε εμείς σήμερα με τους σύγχρονους επιστημονικούς όρους) είναι πλασμένη για πόλεμο, πως το ελληνικό μακεδονικό επαναστατικό κίνημα προς αποτίναξη του τουρκικού ζυγού μόνο με μεγάλες προπαρασκευές-προετοιμασίες και με εξωτερική βοήθεια ηδύνατο να δώσει εγγύηση περί επιτυχίας του και πως οι υπερβολικές φήμες για την εμφάνιση και τις επιτυχίες του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην παραδουνάβια περιοχή (Μολδοβλαχία) ηλέκτρισαν τους Έλληνες Μακεδόνες.
Επιπροσθέτως εις έναν εκ των Χαρτών που εμπεριέχονται στο ως άνω βιβλίο του κ. Παναγιώτη Σουκάκου με τίτλο : «1821 ΑΤΛΑΣ του υπέρ Ανεξαρτησίας Ιερού των Ελλήνων αγώνος» αναφέρονται αρχαίες ελληνικές πόλεις εμ Ελληνική Μακεδονία, ήτοι οι : η Λεβαίη ή Λεβαία, η Πύδνα, η Φίλα, Το Λείβηθρον, το Δίον, το Κίτρος, η Βέροια, η Έδεσσα, η Μεθώνη, η Ανθεμούς, ο Σκώλος, η Αντιγόνεια, ο Σπάρτωλος, η Κασσανδρεία, η Άφυτις, ο Σίγγος, η Σάρθη, η Άκανθος, η Απολλωνία, η Αρεθούσα.
Αναλυτικά στοιχεία για καθεμιά εξ αυτών, τα οποία ύστερα από έρευνα παραθέτω ακολούθως :
Η Λεβαία ή Λεβαίη ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη εν Μακεδονία, ως έδρα Έλληνος Μακεδόνος βασιλέως μόνο υπό του Ηροδότου γνωστή (Η,137).
Η Απολλωνία ήτο αρχαία ελληνική πόλη της Ελληνικής Χαλκιδικής μας.
Η Πύδνα ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική εν τη εν Ελληνική Μακεδονία Πιερία, μεταξύ Μεθώνης και Δίου εις τους πρόποδες του όρους Ολόκρου, πλησίον του Θερμαϊκού κόλπου, την οποίαν είχαν οι αρχαίοι ΄Ελληνες Μακεδόνες (Θουκυδίδ. Α. 61.137). Ο Φίλιππος ο Β΄, ο αρχαίος Έλλην Μακεδών βασιλεύς, πατήρ του Μ. Αλεξάνδρου αύξησε τον πληθυσμό της πόλεως αυτής, την καλλώπισε και την οχύρωσε. Σε μάχη κοντά στην Πύδνα το 168 π.Χ. ο Λ. Αιμίλιος Παύλος νίκησε τον τελευταίο Έλληνα Μακεδόνα βασιλέα Περσέα και υπέταξε πάσα την Μακεδονία (Πλουτάρχ. Αιμιλ. Παύλ. ΙΣΤ – Liv. XLV,42). Κατά τον Στράβωνα (Ζ, 330) η έκτοτε παρακμάσασα πόλη μετονομάσθη εις Κίτρον. Κατά τον Στέφανον τον Βυζάντιον και τον Μελά ελέγετο πριν και Κύδνα.
Η Φίλα ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη της Πιερίας εν Ελληνική Μακεδονία επί των ορίων της Θεσσαλίας (Στρέφαν. Βυζάντιος).
Το Λείβηθρον ή τα Λείβηθρα ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη της Ελληνικής Μακεδονίας πλησίον του Δίου. Εκεί ελέγετο διαιτώμενος ο Ορφέας (Στράβων-Παυσαν.- Ορφ. Αργοναυτ. 50).
Το Κίτρος. Μεταγενέστερο όνομα της Πύδνας στην Ελληνική Μακεδονία. Βλέπε ανωτέρω Πύδνα (σύμβολ. 883).
Η Βέροια ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη εν τη Ελληνική Μακεδονία. Μνημονεύεται από τον Θουκυδίδη Α.61 και από τον Πολύβιο ΚΖ, 8,5. Παρεδόθη εις τους Ρωμαίους μετά την εν Πύδνα μάχη (168 π.Χ.). Στην πόλη τούτη εδίδαξε ο Απόστολος Παύλος (49-65 μ.Χ.).
Η Έδεσσα ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη εν τη Ελληνική Μακεδονία εις την οποία αναφέρεται και ο Στράβων (Στράβων Ζ, 323, Ι, 449) και ο Πλούταρχος (Πλούταρχ. Πύρρ. ΜΓ).
Η Μεθώνη ήτο αρχαία ελληνική πόλη εις τον Θερμαϊκό κόλπο της Ελληνικής Μακεδονίας, αποικία των Ερετριέων. Την πόλη αυτή καθώς πολιορκούσε ο Φίλιππος Β΄, απώλεσε τον οφθαλμό του, έχασε το μάτι του.
Η Αρτεμούς ήτο αρχαία ελληνική πόλη στην Χαλκιδική της Ελληνικής Μακεδονίας, ου μακρόν του Θερμαϊκού κόλπου, παραχωρηθείσα υπό του Φιλίππου Β΄ προς τους Ολυνθίους, τους κατοίκους της Ολύνθου, πόλεως της Χαλκιδικής (Θουκυδιδ. Β, 99 – Δημοσθεν. Φίλιππ. Β, 20).
Ο Σκώλος ήτο αρχαία ελληνική κώμη κοντά στην Όλυνθο της Χαλκιδικής μας, στην οποία αναφέρεται και ο Θουκυδίδης (Θουκυδ. Ε, 18) και ο Στράβων (Στράβων Θ, 408).
Η Αντιγόνεια : 1. ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη εν Μυγδονία Ελληνικής Μακεδονίας δηλαδή κοντά στην Θεσσαλονίκη, στην οποία Αντιγόνεια κατοικούσαν οι Μύγδονες. 2. ήτο κι αυτή αρχαία ελληνική πόλη. Ευρίσκετο στην Χαλκιδική Χερσόνησο (Liv. XLIV, 10) και είχε την ίδια ονομασία με την προηγούμενη.
Ο Σπάρτωλος ήτο αρχαία ελληνική πόλη της Χαλκιδικής, βόρεια της αρχαίας πόλεως Ολύνθου. Σ΄ αυτήν αναφέρεται ο Θουκυδίδης (Θουκυδίδ. Β. 79) , ο Ξενοφών (Ξενοφ. Ελληνικά Ε. 3,6) αλλά και ο Στέφανος Βυζάντιος.
Η Κασσανδρεία ήτο αρχαία πόλη της Χαλκιδικής, η πριν Ποτίδαια αρχαία πόλη, η οποία κατεστράφη υπό του Φιλίππου Β΄, πατρός Μ. Αλεξάνδρου. Ανοικοδομήθη υπό Κασσάνδρου και μετωνομάσθη Κασσανδρεία (Διόδωρ.- Στράβων-Παυσανίας- Στέφανος Βυζάντιος). Νυν Κασσάνδρα.
Η Άφυτις ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη της Παλλήνης εν Ελληνική Μακεδονία, έχουσα ναόν του Διός Άμμωνος (Θουκυδίδ. Α, 64).
Ο Σίγγος ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη της Ελληνικής Μακεδονίας επί κόλπου όστις Σιγγαϊκός ελέγετο ( Θουκυδίδης Α, 64). Ο Θουκυδίδης ονομάζει τον κόλπο Σιγγαϊκό. Βλέπε αμέσως κατωτέρω σύμβ. 894: Ο Ηρόδοτος τον ονομάζει Σιγγιτικό.
Η Σάρθη ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη επί του Σιγγιτικού κόλπου κατά τη νότια άκρη της Χερσονήσου της Σιθωνίας (Ηρόδοτος Ζ, 126). Νυν Σμοία. Ο Ηρόδοτος ονομάζει τον κόλπο αυτόν Σιγγιτικό. Βλέπε αμέσως ανωτέρω σύμβ. 893: Ο Θουυδίδης ονομάζει τον κόλπο αυτόν Σιγγαϊκό.
Αρχαία δε πόλη εις τον Σιγγιτικόν ή Σιγγαϊκόν κόλπον εν τη Χαλκιδική επί του Άθω ήσαν και αι Κλεωναί. (Ηρόδοτος Ζ, 22 – Θουκυδίδης Α, 109 – Στράβων Ζ, 331).
Η Άκανθος ήτο αρχαία ελληνική πόλη-αποικία των κατοίκων της Άνδρου επί της Χαλκιδικής κατά τον Στρυμωνικό κόλπο, από την οποία ο Ξέρξης (Ηρόδοτ. Ζ, 116) άρχισε να κατασκευάζει την διώρυγα του Άθω (Θουκυδίδ. Δ, 84), όπου και ναυάγησε μέρος του Περσικού στόλου (Ηρόδοτος ΣΤ, 44).
Αρχαίες πόλεις : Η Μένδη ήτο αρχαία ελληνική πόλη, αποικία των Ερετριέων, εις την μακεδονική Παλλήνη κατά τον Θερμαϊκό κόλπο, πόλη με επίσημο εμπόριο. Πολλάκις μνημονεύεται υπό Θουκυδίδη (Θουκυδίδ. Δ. 121, 123, 124) για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Σπαρτιάτη στρατηγού Βρασίδα κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο (431-404 π.Χ) στην Αμφίπολη της Ελληνικής Μακεδονίας. Η πόλη μνημονεύεται επίσης και υπό του Ηροδότου (Ηρόδοτ. Ζ, 123).
Οι Φίλιπποι ήσαν αρχαία πόλη στην Ηδωνίδα ενωμένη με την Μακεδονία. Ευρίσκετο σε απότομο ύψος του όρους Παγγαίου, κοντά στον ποταμό Ράγγο, πλησίον του ποταμού Νέστου και όχι μακριά από την Αμφίπολη. Πριν ονομάζονταν Κρηνίδες. Η πόλη των Φιλίππων ανοικοδομήθηκε και έλαβε την ονομασία της εκ του Φιλίππου Β΄, του Βασιλέως της Ελληνικής Μακεδονίας. Πλούτη στην ίδια πόλη άφηναν τα παρακείμενα χρυσωρυχεία. (Ηρόδοτ. Ε, 23.26. Στ, 6). Έμεινε γνωστή η πόλη αυτή στην ιστορία με την εκεί ήττα του Βρούτου και Κάσσιου κατά το έτος 42 π.Χ. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αύγουστος κατέστησε την πόλη αυτή Ρωμαϊκή επαρχία. Ο Απόστολος Παύλος ίδρυσε εκεί μία από τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες (Στράβων Ζ, 331).
Η Αμφίπολις ήτο αρχαία ελληνική πόλη σε απόσταση τριών (3) μιλίων από την θάλασσα, περιρρεομένη εκατέρωθεν υπό του ποταμού Στρυμόνος, γι΄αυτό και το όνομα Αμφίπολις (άμφω+πόλις). Εκαλείτο πριν : Αι εννέα οδοί. (Ηρόδοτ. Α, 114). Οι πρώτοι κάτοικοι αυτης ήσαν οι Θράκες Ήδωνες, οι οποίοι επί μακρόν την υπεράσπισαν κατά του Αρισταγόρου του Μιλησίου και κατά των Αθηναίων, θελόντων να την αποικίσουν (Ηρόδοτ. Θ, 75 – Θουκυδίδ. Δ, 102). Κατά το έτος 437 π.Χ. ο υιός του Νικίου Άγνων κατατρόπωσε τους Ήδωνες, κατοίκησε την Αμφίπολη αλλά με πολίτες κατά το πλείστον μη Αθηναίους, γι΄ αυτό και οι Αμφιπολίτες μετ΄ ολίγον απεμακρύνθησαν από την Αθήνα, δηλ. εξ αυτού του λόγου εψυχράνθησαν οι σχέσεις Αμφίπολης Αθήνας. (Θουκυδίδ. Δ, 103. Ε, 18) και μάταια ο Ιφικράτης εξεστράτευσε από Αθήνα κατά των Αμφιπολιτών. Η Αμφίπολη και οι Αμφιπολίτες παρεδόθησαν αργότερα στον βασιλέα των Ελλήνων Μακεδόνων Φίλιππο τον Β΄(358 π.Χ). και παρέμειναν υπ΄ αυτόν και τους διαδόχους του. Κατ΄ αρχάς η Αμφίπολη εδημοκρατείτο. Επί Αθηναίου Βρασίδα κατέστη ολιγαρχική. Έπειτα δε υπερίσχυσε πάλι η δημοκρατική μερίδα. Επί Ρωμαίων ήτο πρωτεύουσα μέρους της Ελληνικής Μακεδονίας. Η Αμφίπολη ήταν πόλη πλούσια και εκ του εμπορίου της και εκ των μεταλλείων της (Θουκυδίδ. Α, 108 – Ηρόδοτ. Ε, 23 – Liv. XLV, 30).
Η Θεσσαλονίκη ήτο επισημότατη πόλις της Ελληνικής Μακεδονίας εν Μυγδονία. Ήτο η πρώην Θέρμη (Ηρόδοτ. Η, 23), αναπτυχθείσα και μετονομασθείσα Θεσσαλονίκη υπό του Βασιλέως Κασσάνδρου, κατά το όνομα της συζύγου του Θεσσαλονίκης, θυγατρός του Βασιλέως Φιλίππου Β΄. Η πόλη της Θεσσαλονίκης ήτο οχυρωμένη (Liv. VLIV,10) και επί Ρωμαίων επίσημη ως πρωτεύουσα ενός των τεσσάρων νομών, έδρα του Πραίτορος, και έχουσα ως εκ της θέσεως και του λιμένος της πολύ ανεπτυγμένο εμπόριο. Ο Απόστολος Παύλος εγκατέστησε εκεί χριστιανική κοινότητα. Η Θέρμη ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη στην βόρεια άκρη του συμφώνως προς αυτήν Θερμαίου ή Θερμαϊκού κόλπου. Ο Βασιλεύς Κάσσανδρος την ανέπτυξε, την ανέδειξε σε πρωτεύουσα και την μετονόμασε Θεσσαλονίκη κατά το όνομα της συζύγου του Θεσσαλονίκης, θυγατρός του Βασιλέως Φιλίππου Β΄(Ηρόδοτ. Ζ, 132.127 – Tac Ann. 10).
Η Πέλλα ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη εν τη Βοττιαία της Ελληνικής Μακεδονίας επί του Λουδία ποταμού σε απόσταση 120 σταδίων από τις εκβολές αυτού. (Ηρόδοτ. Η, 124). Γνωρίζουμε πως ένα στάδιο είχε μήκος 184,87 μ. (185 μ) μέτρα. Άρα η απόσταση της αρχαίας Πέλλας από τις εκβολες του Λουδία ήταν περίπου 21.600 μέτρα (120Χ185 = 21.600 μ.). Νυν ερείπια εις Πίλαν. Εις την Πέλλα εγεννήθη ο βασιλεύς Φίλιππος ο Β΄, πατήρ του Μ. Αλεξάνδρου. Ο ίδιος (Φίλιππος Β΄) κατέστησε την Πέλλα ακτινοβολούσα πρωτεύουσα και η πόλις εγνώρισε ιδιαίτερη ακμή. Συνεχώς δε η Πέλλα μνημονεύεται (Liv. XLIV – 46). Στην ίδια πόλη, Πέλλα, εγεννήθη και ο υιός του, Μέγας Αλέξανδρος, το 356 π.Χ.
900. Αι Αιγαί ή Αιγή (Ηρόδοτ. Ζ, 123) ήτο αρχαία ελληνική μακεδονική πόλη εν Ημαθία της Ελληνικής Μακεδονίας και κατά την αρχαιότητα ήτο τόπος ενταφιασμού των αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων Βασιλέων (Διόδωρος ΙΣΤ. 3 – Αρριανός Α, 11.1). Τουτέστιν αι Αιγαί (=Αιγές) ή η Αιγή είναι τόπος ενταφιασμού και του Βασιλέως Φιλίππου Β΄, πατρός του Μ. Αλεξάνδρου, και του ιδίου του Βασιλέως Μ. Αλεξάνδρου. Αι Τύμβοι στις Αιγές είναι πολλές και μεγάλες σε έκταση. Χρειάζεται υπομονή. Η αρχαιολογική σκαπάνη σε βάθος χρόνου θα αποκαλύψει την αλήθεια. Ποιο λόγο είχε ο Έλλην Μακεδών Βασιλεύς Μ. Αλέξανδρος να απορρίψει την ταφή του στους Βασιλικούς Τάφους των Αιγών, κοντά στον εκεί τεθαμμένο Βασιλέα πατέρα του, Φίλιππο Β΄, και τους προγενέστερους διατελέσαντες Βασιλείς της Ελληνικής Μακεδονίας; Ποιο λόγο είχε να μην τηρήσει, να σπάσει δηλ., βασιλικό έθος αιώνων; Τι σημαίνει έθος; Συνήθεια ατόμων που συνδέονται με κοινό ιστορικό παρελθόν. Τι σημαίνει βασιλικόν έθος; Βασιλική παράδοσις. Εν προκειμένω βασιλικόν έθος σημαίνει βασιλική παράδοση ταφής των Ελλήνων Μακεδόνων Βασιλέων εν ταις Αιγαίς.
Οι ιστορικοί μας ΔΙΟΔΩΡΟΣ και ΑΡΡΙΑΝΟΣ είναι απολύτως σαφείς : Αι Αιγαί ή Αιγή ήσαν κατά την αρχαιότητα τόπος ενταφιασμού των αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων Βασιλέων. Ο μεν ΔΙΟΔΩΡΟΣ ο Σικελιώτης (1ος αιών π.Χ.) ήτο αρχαίος Έλλην ιστορικός και συγγραφέας. Γεννήθηκε στη Σικελία το 80 π.Χ. και πέθανε το 20 π.Χ. Έγραψε το σπουδαίο έργο : «Ιστορική Βιβλιοθήκη» σε 40 βιβλία. Ο δε Φλάβιος ΑΡΡΙΑΝΟΣ (1ος αιών-2ος αιών) ήτο Έλλην ιστορικός, συγγραφέας, φιλόσοφος και γεωγράφος. Γεννήθηκε στην Νικομήδεια της Βιθυνίας το 95 μ.Χ. και πέθανε το 175 μ.Χ. Σπουδαία έργα του είναι : «Αλεξάνδρου Ανάβασις», «Περίπλους του Πόντου», «Άπαντα» κ.λ.π. Διδάχθηκε δε την διδασκαλία του Επίκτητου.
*ερευνητής-μελετητής-αναλυτής
5-3-2025