Στις εργασίες του Balkan Energy Forum, πoυ πραγματοποιήθηκε στην Κοζάνη, συμμετείχε ως ομιλητής ο Δήμαρχος Φλώρινας κ. Βασίλης Γιαννάκης.
Το Σάββατο 25 Μαΐου, ημέρα λήξης του Forum, ο κ. Γιαννάκης ήταν ομιλητής στην πρώτη συνεδρία της ημέρας με θέμα «Μετάβαση – Αναπτυξιακές προοπτικές των περιοχών σε απολιγνιτοποίηση», την οποία συντόνιζε ο Αν. Καθηγητής κ. Ελευθέριος Τοπάλογλου, Διευθυντής Ινστιτούτου Ενεργειακής ανάπτυξης και μετάβασης στη μεταλιγνιτική εποχή.
Ακολουθήστε τη νέα μας σελίδα για θέματα που αφορούν το Αμύνταιο και τη Φλώρινα
Στο ίδιο πάνελ συμμετείχαν ακόμη οι Πελοπίδας Καλλίρης, Διοικητής Ειδικής Υπηρεσίας Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης, Δέσποινα Γκαράνη, Διευθύνουσα Σύμβουλος, ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΕ, Γεώργιος Αμανατίδης, Περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας και Παναγιώτης Πλακεντάς, Δήμαρχος Εορδαίας.
Σχετικά με την πολιτική της απολιγνιτοποίησης και κατά πόσο η μετάβαση μπορεί να είναι ομαλή και δίκαιη σε τοπικό επίπεδο, ο κ. Δήμαρχος ανέφερε:
“Κατ’ αρχάς θα ήθελα να ευχαριστήσω την οργανωτική επιτροπή για την πρόσκληση να λάβω μέρος σε αυτό το τόσο σημαντικό φόρουμ και να τους συγχαρώ για την άρτια διοργάνωση.
Όπως πολύ σωστά είπατε, η απολιγνιτοποίηση από μια θεωρητική συζήτηση για το μέλλον, πλέον έχει γίνει μια βιωτή και πιεστική πραγματικότητα στην οποία πρέπει άμεσα να ανταποκριθούμε, καθώς δημιουργεί παραπάνω προβληματισμούς και ανησυχίες στην τοπική μας κοινωνία.
Είναι σαφές πως η προστασία του περιβάλλοντος, η μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος, η κυκλική οικονομία, η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελούν προτεραιότητες και αναγκαιότητες της διεθνούς κοινότητας, αλλά και δικιές μας, αφού και η Ελλάδα συμμετέχει ενεργά, έχοντας θέσει φιλόδοξους στόχους για τη μείωση των συνεπειών της κλιματικής κρίσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η απολιγνιτοποίηση αποτελεί μια σημαντική τομή στον ενεργειακό χάρτη της χώρας και παρότι σε ένα πρώιμο στάδιο είχε αρχίσει να συζητείται από το 2010, δεν είχε δοθεί η δέουσα σημασία, με αποτέλεσμα να ερχόμαστε εμείς σήμερα να αντιμετωπίζουμε όλα αυτά τα προβλήματα της προηγούμενης δεκαετίας.
Έτσι, η εξαγγελία του ΕΣΕΚ (Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα) το 2019, βρήκε την περιοχή μας – και ακόμα στη σκιά των μνημονίων – να αντιμετωπίζει εκρηκτικά προβλήματα ανεργίας, γήρανσης, χαμηλής επιχειρηματικότητας, αλλά δυστυχώς και μετανάστευσης νέων ανθρώπων.
Κάθε Δήμος της Δυτικής Μακεδονίας ξεκινά τη διαδικασία μετάβασης από διαφορετικές οικονομικές αφετηρίες, διαφορετικό επίπεδο υποδομών και διαφορετικό επίπεδο εξάρτησης από τη λιγνιτική βιομηχανία. Αυτό που προσπαθούμε εμείς είναι να βρούμε έναν βηματισμό, έτσι ώστε να θεραπεύσουμε παθογένειες και ελλείψεις των προηγούμενων χρόνων που βασίστηκαν πάνω στην αποκλειστική χρήση του λιγνίτη, αλλά και στις δραστηριότητες που ήταν γύρω από αυτόν.
Με το Σχέδιο της Δίκαιης Μετάβασης και με την εξασφάλιση των απαραίτητων χρηματοδοτικών εργαλείων- πολλά από τα οποία βρίσκονται σε εξέλιξη- μπορούμε να αναπτύξουμε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, αλλάζοντας το μέχρι τώρα ισχύον της μονοκαλλιέργειας λιγνίτη. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να δώσουμε στις επόμενες γενιές επιλογές και διεξόδους για τη δική τους ανάπτυξη.
Άλλωστε, η ανάπτυξη στηρίζεται σε ανθρώπινες επιλογές· όσο υπάρχουν καλές επιλογές, θα υπάρχει και καλή ανάπτυξη. Έτσι, στην περιοχή μας θεωρώ πως πρέπει να δώσουμε έμφαση στις εξής προτάσεις:
ανάπτυξη ενός μείγματος δραστηριοτήτων με έμφαση στην καινοτομία και την εξωστρέφεια σε προϊόντα και υπηρεσίες.
στήριξη του πρωτογενούς τομέα, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στην ποιότητα των προϊόντων.
θέσπιση ενός ολοκληρωμένου πλέγματος φορολογικών μειώσεων και διευκολύνσεων, ώστε να γίνει ανταγωνιστική η τοπική μας αγορά προς τις γείτονες χώρες.
στήριξη του τουριστικού προϊόντος μέσα από την αξιοποίηση των μοναδικών αποθεμάτων φυσικού, ιστορικού και πολιτιστικού πλούτου και τη δημιουργία ενός ελκυστικού τουριστικού branding που θα συνδέεται με την ταυτότητα της περιοχής.
ενίσχυση της ενεργειακής παραγωγής από ΑΠΕ με συγκεκριμένο και συντεταγμένο σχέδιο και στήριξη των ενεργειακών κοινοτήτων κοινωφελούς χαρακτήρα, καθώς μπορούν να προσφέρουν διεξόδους και εναλλακτικές.
Και, τέλος, ολοκλήρωση των μεγάλων οδικών και σιδηροδρομικών έργων υποδομής και ιδιαίτερα του οδικού άξονα Φλώρινα-Πτολεμαΐδα, ο οποίος πρέπει οπωσδήποτε να κατασκευαστεί, καθώς η σημερινή κατάσταση του οδικού δικτύου αποτρέπει επενδυτές να εγκατασταθούν στην ΒΙ.ΠΕ. Φλώρινας και παρότι η βιομηχανική περιοχή μας είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη.
Όσον αφορά τα εδάφη, η αναγέννηση και η απορρύπανσή τους και έπειτα η απόδοσή τους στην τοπική κοινωνία οφείλει να προχωρήσει άμεσα, καθώς μπορεί να διανοίξει νέες οικονομικές και επενδυτικές προοπτικές. Στο σενάριο, όμως, που η ΔΕΗ κρατά όλες τις καθαρές εκτάσεις, για να αναπτύξει φωτοβολταϊκά, και το SPVπαίρνει στην κατοχή του εκτάσεις που χρειάζονται πόρους και χρόνο για την εξυγίανση τους, τότε οι επιπτώσεις θα είναι πολύ δυσμενείς.
Είναι χρέος μας να κρατήσουμε εδώ στην περιοχή μας το πιο παραγωγικό κομμάτι της κοινωνίας μας, τους νέους μας, να τους δώσουμε ευκαιρίες και για να το επιτύχουμε αυτό χρειαζόμαστε και την περαιτέρω υποστήριξη της Κυβέρνησης- ειδικά αν αναλογιστεί κανείς την υποστελέχωση των Δήμων μας και την ανάγκη ενίσχυσης των Τεχνικών μας Υπηρεσιών- ώστε όλοι αυτοί οι πόροι και οι μελέτες που υπάρχουν να γίνουν γρήγορα έργο.
Επομένως, θα πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί η γραφειοκρατία, η έλλειψη των υποδομών- γιατί, όπως όλοι αντιλαμβάνονται, θέλουν χρόνο να κατασκευαστούν- και να διαχυθούν όλες οι υπηρεσίες της μετάβασης σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα.
Κλείνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω πάρα πολύ τον κ. Καλλίρη για την αμέριστη υποστήριξή του από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντά του και σε συνεργασία με τον κ. Παπαθανάση, όπως και τον κ. Υπουργό Μακεδονίας-Θράκης, ο οποίος στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, μας βοηθάει έως ότου παρέλθει αυτό το δύσκολο διάστημα και εγκριθούν οι χρηματοδοτήσεις και εκκινήσουν τα μεγάλα έργα που περιμένουμε”.
Στη συνέχεια, ο κ. Γιαννάκης τοποθετήθηκε γύρω από τις ενεργειακές εξελίξεις της περιοχής, υπογραμμίζοντας: “Έχει καταστεί σαφές πως σκοπός μας είναι να κάνουμε αυτή την μετάβαση όσο το δυνατόν πιο δίκαιη και να κρατήσουμε την περιοχή μας ως ενεργειακό κέντρο.
Όσον αφορά την ανάπτυξη των ΑΠΕ, βλέπουμε το τελευταίο διάστημα μια άναρχη ανάπτυξή τους, κυρίως των φωτοβολταϊκών και των ανεμογεννητριών. Ναι μεν όλοι καταλαβαίνουμε ότι, μέσα από τη συμμετοχή τους στο ενεργειακό μείγμα της χώρας, συμβάλλουν σημαντικά στη μείωση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και έτσι λόγω αυτών των πλεονεκτημάτων τους έχουν λίγο-πολύ εδραιωθεί στη συνείδησή μας ότι πρέπει και να αναπτύσσονται σχεδόν ανεξέλεγκτα.
Μετά την εξαγγελία της απολιγνιτοποίησης, υπήρξε ένας καταιγισμός αιτήσεων προς την ΡΑΕ από «επενδυτές», οι οποίοι κατέθεσαν αιτήσεις και κάλυψαν σχεδόν όλο τον χώρο, εκμεταλλευόμενοι τα υπάρχοντα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, με αποτέλεσμα να βλέπουμε να μετατρέπεται η περιοχή μας σε ένα πάρκο «καθρεφτών».
Αυτό που θα πρέπει να γίνει είναι άμεσα ένα χωροταξικό σχέδιο- παράλληλα με τα ειδικά πολεοδομικά σχέδια που βρίσκονται σε διαβούλευση- έτσι ώστε να υπάρξει μια βελτίωση του περιβάλλοντος. Είναι απαράδεκτο να αναπτύσσονται ΑΠΕ σε χώρους Natura και γόνιμης γης, χωρίς να έχουν την αδειοδότηση ή έστω την γνωμοδότηση της τοπικής κοινωνίας. Επομένως, επαναλαμβάνω το βασικό είναι να εκπονηθεί ένα χωροταξικό σχέδιο, με βάση το οποίο θα γίνεται η ιεραρχική χωροθέτηση αυτών των ΑΠΕ και, φυσικά, να αλλάξει και το νομοθετικό πλαίσιο, ώστε να καθιστά τις γνωμοδοτήσεις των Δήμων δεσμευτικές. Έτσι, μόνο μπορεί να επιτευχθεί μια ισόρροπη ανάπτυξή τους.
Επίσης, θα ήθελα να προσθέσω πως, ενώ συνήθως, όταν μιλάμε για ΑΠΕ, αναφερόμαστε σε φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες, θα πρέπει να κοιτάξουμε και τις επενδύσεις σε ό,τι έχει να κάνει με την κατασκευή υδροηλεκτρικών εργοστασίων, που έχουν άμεση σχέση με τα γεωφυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής μας, με την ανάπτυξη του υδρογόνου και ακόμα με την κατασκευή εργοστασίων παραγωγής βιομεθανίου. Μέσα από αυτή την παραγωγή μελλοντικά θα μπορούσαμε να τροφοδοτήσουμε τα δίκτυα φυσικού αερίου που αναπτύσσονται στην περιοχή μας, ενώ ακόμα έχει και το πλεονέκτημα της μη εποχικότητας και της μη χρήσης του ηλεκτρικού συστήματος.
Κλείνοντας, θα ήθελα να πω πως αφήνοντας στην άκρη την υποκειμενική διάσταση για το ζήτημα και τις όποιες καθυστερήσεις έχουν γίνει – γιατί πράγματι όντως έχουν γίνει καθυστερήσεις από το 2019 μέχρι σήμερα, το αναγνωρίζουμε όλοι- οφείλουμε να είμαστε αισιόδοξοι, να ξεπεράσουμε τις όποιες αντιθέσεις μας – γιατί πάντα θα υπάρχουν αντιθέσεις – για να προχωρήσουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται και να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των συνδημοτών μας”.
Στο Forum συμμετείχαν στελέχη της Κυβέρνησης και εκπρόσωποι της Δημόσιας Διοίκησης, των Διπλωματικών Αρχών και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Το τριήμερο εκθεσιακό και συνεδριακό γεγονός περιλάμβανε μία πλούσια και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα θεματική ατζέντα γύρω από τις ενεργειακές εξελίξεις της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων, την οποία πλαισίωσαν διακεκριμένοι ομιλητές από τον πολιτικό, επιχειρηματικό και ακαδημαϊκό χώρο.