Σε πρόσφατη εκδήλωση στο ιδιωτικό σχολείο Knightsbridge του Λονδίνου, με τίτλο «Close Screens, Open Minds» («Κλειστές οθόνες, ανοιχτά μυαλά»), ο διάσημος ηθοποιός Χιου Γκραντ τοποθετήθηκε δημόσια κατά της εκτεταμένης χρήσης φορητών υπολογιστών στην εκπαιδευτική διαδικασία. Δήλωσε απογοητευμένος από την απόφαση του σχολείου να εφοδιάσει κάθε παιδί με Chromebook, χαρακτηρίζοντάς την ως «το τελευταίο πράγμα που χρειάζονται». Μιλώντας ως γονέας, ο Γκραντ περιέγραψε τον εαυτό του ως έναν θυμωμένο και εξαντλημένο πατέρα, που δίνει την καθημερινή μάχη με την έλξη της οθόνης στην οικογενειακή ζωή. «Τα παιδιά μου θέλουν μόνο να βρίσκονται μπροστά σε μια οθόνη», τόνισε χαρακτηριστικά.
Η εικόνα του γονέα που προβληματίζεται απέναντι στην αυξανόμενη ενσωμάτωση της τεχνολογίας στην παιδική καθημερινότητα δεν είναι καινούργια. Από τις ανησυχίες για την τηλεόραση ως «ηλεκτρονική νταντά» στη δεκαετία του ’80, έως τις σύγχρονες παρεμβάσεις της Sherry Turkle (καθηγήτριας Κοινωνικών Σπουδών της Επιστήμης και της Τεχνολογίας στο Tεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης – MIT) το ερώτημα παραμένει επίκαιρο: πώς η τεχνολογία επηρεάζει τη συγκρότηση των ανθρώπινων σχέσεων; Στα έργα της “Reclaiming Conversation: The Power of Talk in a Digital Age” και “The Empathy Diaries: A Memoir”, η Turkle επισημαίνει ότι η συνεχής μεσολάβηση της επικοινωνίας μέσω οθονών φθείρει βασικές ανθρώπινες ικανότητες: την ακρόαση, την υπομονή, τη ρύθμιση του συναισθήματος. Η απώλεια του βλεμματικού διαλόγου, των μικροκινήσεων και της χρονικής εμπλοκής της φυσικής επαφής δεν είναι απλώς τεχνικό έλλειμμα, αλλά διαταραχή της σχέσης. Μια ανθρωπολογική απώλεια.
Σε αυτό το πλαίσιο, η παρουσία ενός Chromebook δεν είναι καθεαυτό προβληματική. Η ενίσχυση του ψηφιακού εγγραμματισμού αποτελεί αυτονόητο στόχο κάθε σύγχρονης εκπαιδευτικής πολιτικής. Το κρίσιμο ερώτημα αφορά τον τρόπο με τον οποίο εντάσσεται το μέσο σε παιδαγωγικά επαρκές και συναισθηματικά ρυθμισμένο περιβάλλον. Όταν η οθόνη παύει να λειτουργεί υποστηρικτικά και αρχίζει να υποκαθιστά τη ζωντανή αλληλεπίδραση, χάνεται κάτι βαθύτερο από την πληροφορία: η δυνατότητα κοινής εμπειρίας.
Η παρέμβαση του Χιου Γκραντ δεν οφείλει να ιδωθεί ως τεχνοφοβική. Αντιθέτως, αναγνωρίζει τον ψυχικό κόπο της ανατροφής μέσα σε ένα περιβάλλον υπερβολικής μεσολάβησης. Η εξάντληση του γονέα που διεκδικεί την παρουσία του παιδιού ως συνομιλητή, και όχι απλώς χρήστη, δεν είναι αντιδραστική. Είναι ένα σήμα κινδύνου για την καθημερινή φθορά της εγγύτητας.
Στην Ελλάδα, η πρόσφατη απαγόρευση χρήσης κινητών τηλεφώνων στις σχολικές αίθουσες ανέδειξε ξανά τον προβληματισμό γύρω από τη σχέση τεχνολογίας και εκπαίδευσης. Ωστόσο, η δημόσια συζήτηση σπανίως συνοδεύεται από παιδαγωγικά κριτήρια ή ψυχολογική εμβάθυνση. Η εκπαιδευτική τεχνολογία δεν είναι ούτε απειλή ούτε πανάκεια. Είναι εργαλείο που απαιτεί συγκείμενο, επιμέλεια και ενσυναίσθηση.
Η γονεϊκή αγωνία, όπως διατυπώθηκε από τον Γκραντ, δεν είναι έκφραση άρνησης της εξέλιξης. Είναι μαρτυρία μιας επιθυμίας να μην απολέσουμε τον διάλογο, τη ρυθμιστική αξία της σχέσης, τον χρόνο της συμβίωσης. Αν κάτι χρειάζεται η παιδαγωγική μας φαντασία σήμερα, είναι τρόποι ώστε η τεχνολογία να εντάσσεται χωρίς να υπερβαίνει. Να συνοδεύει χωρίς να προπορεύεται. Να διαμεσολαβεί χωρίς να παρεμβάλλεται. Το μεγάλο στοίχημα για το σχολείο και την κοινωνία σήμερα είναι η ανασυγκρότηση του πλαισίου μέσα στο οποίο η τεχνολογία μπορεί να συνυπάρχει με την ενσώματη παιδαγωγική πράξη.
Αντώνης-Μάριος ΠαΠαγιώτης, e-κοδόμος.
Δόκιμος Ψυχολόγος / Υπό διαμόρφωση Ψυχοθεραπευτής – σε μακρά θεραπεία με την ακαδημαϊκή κοινότητα
Ο ίδιος, κινείται μεταξύ ετερόκλητων ακαδημαϊκών και επαγγελματικών πεδίων, με σταθερό προσανατολισμό στην ψυχολογία και την ψυχοθεραπεία. Η εμπειρία του στον ανθρωπιστικό τομέα αποδεικνύεται μετασχηματιστική, ενώ η ενεργή του παρουσία στον χώρο της επικοινωνίας, του πολιτικού και ψηφιακού μάρκετινγκ συνεχίζει να τροφοδοτεί τις συνθετικές του αναζητήσεις. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζουν στις ψυχολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές επιπτώσεις των τεχνολογικά διαμεσολαβημένων αλληλεπιδράσεων.