Η ανακοίνωση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη ότι «δεν θα ξαναεπιτραπούν συναυλίες στα Εξάρχεια» αποτέλεσε δήλωση με βαρύ συμβολικό φορτίο. Η προσπάθεια οριοθέτησης του δημόσιου χώρου εμφανίστηκε ως απόπειρα πειθαρχίας του νοήματός του και όχι απλώς ως μέτρο αστυνόμευσης. Ο λόγος της εξουσίας δεν περιέγραψε τα Εξάρχεια ως ζωντανό τμήμα του αστικού ιστού, αλλά τα κατονόμασε ως πρόβλημα, ως εστία που απαιτεί έλεγχο και εξουδετέρωση.
Η μεταγενέστερη αναδίπλωση του υπουργού δεν εξάλειψε το αποτύπωμα της αρχικής δήλωσης. Η εκχώρηση δικαιωμάτων στον δημόσιο χώρο καθίσταται, έτσι, υπό αίρεση. Ο λόγος της εξουσίας αποκάλυψε τη βαθύτερη φαντασίωσή του: την επιθυμία μετατροπής του βιωμένου και πολυφωνικού τοπίου της πόλης σε διαχειρίσιμη και ουδέτερη επιφάνεια.
Τα Εξάρχεια συγκροτήθηκαν μέσα από δεκαετίες κοινωνικής κινητικότητας, πολιτικής αντίστασης και πολιτισμικής δημιουργίας. Η παρουσία μορφών όπως ο Νικόλας Άσιμος, η Κατερίνα Γώγου και ο Παύλος Σιδηρόπουλος προσέδωσε στον τόπο χαρακτήρα συλλογικού υποκειμένου αντίστασης, ενσωματώνοντας τη μνήμη του βιώματος στην ταυτότητά του.
Ο δημόσιος χώρος στην περιοχή δεν αποτελεί ουδέτερη γεωγραφία. Φέρει τα ίχνη σωμάτων, σχέσεων και αφηγήσεων, τα οποία αντιστέκονται σε κάθε προσπάθεια εξομοίωσης ή εξευγενισμού. Η αυθόρμητη συνάθροιση, η πολιτιστική και πολιτική έκφραση συγκροτούν μορφές διεκδίκησης του δικαιώματος στη ζωή της πόλης, έξω από προκαθορισμένες νόρμες. Το βίωμα της αναζήτησης του Άλλου δεν υπακούει, εδώ, στην επιταγή της αστικής γραμμικότητας.
Η φαντασίωση της απόλυτης τάξης, που υποκρύπτεται πίσω από τις ρυθμίσεις απαγόρευσης, αποτυπώνει τη δυσανεξία της εξουσίας απέναντι στο αστάθμητο στοιχείο του κοινωνικού βιώματος. Ο χώρος επιχειρείται να καθαρθεί από τις αμφισημίες του και να απονεκρωθεί συμβολικά, ώστε να καταστεί διαχειρίσιμος και ελέγξιμος.
Η απαγόρευση συναυλιών, ακόμη και ως αρχική πρόθεση, αποκάλυψε την ανάγκη της πολιτικής εξουσίας να επιβάλει έναν αφηγηματικό χάρτη όπου η ετερότητα δεν έχει θέση. Το δημόσιο βίωμα εμφανίζεται ως απειλή για την αφήγηση της τάξης, της κανονικότητας και της εμπορικής αξιοποίησης του χώρου.
Η αναδίπλωση δεν αναιρεί την αρχική επιδίωξη. Υποδηλώνει την ανάγκη διαχείρισης της εικόνας, χωρίς αναστοχασμό ως προς το περιεχόμενο της πολιτικής στάσης. Το λάθος συγκαλύπτεται, προκειμένου να διατηρηθεί η ναρκισσιστική ακεραιότητα της εξουσίας.
Σε επίπεδο ψυχογεωγραφίας, τα Εξάρχεια αντιστέκονται στη διαγραφή. Ο χώρος δεν αποστειρώνεται μέσω διοικητικών διαταγμάτων. Κουβαλά τα ίχνη των σωμάτων που τον διέσχισαν, των σχέσεων που τον συγκρότησαν, των αφηγήσεων που τον νοηματοδότησαν. Συνεχίζει να ενεργοποιεί συναισθήματα, να γεννά ερωτήματα, να ανανεώνει την εμπειρία της ετερότητας.
Η πολιτική του ελέγχου προσκρούει στη δύναμη της ζωής που αναπτύσσεται έξω από τους κανόνες της ομοιομορφίας. Η αυθόρμητη κίνηση και η άτυπη συλλογικότητα δεν εκκαθαρίζονται με ρυθμίσεις. Παραμένουν, υπόγεια αλλά σταθερά, ως ενεργές δυνάμεις μνήμης και αντίστασης.
Η εξουσία, στην επιθυμία της να καταστήσει τον δημόσιο χώρο πλήρως προβλέψιμο, αποκαλύπτει το αδιέξοδό της. Η πόλη δεν ευθυγραμμίζεται με τη φαντασίωση της απόλυτης διαχείρισης. Ζει και ανθίσταται στα ρήγματα της καθημερινής εμπειρίας.
Η φαντασίωση του πλήρους ελέγχου γεννά ρυθμίσεις. Η αδυναμία ελέγχου γεννά ζωή.
Αντώνης-Μάριος ΠαΠαγιώτης, e-κοδόμος.
Δόκιμος Ψυχολόγος / Υπό διαμόρφωση Ψυχοθεραπευτής – σε μακρά θεραπεία με την ακαδημαϊκή κοινότητα
Ο ίδιος, κινείται μεταξύ ετερόκλητων ακαδημαϊκών και επαγγελματικών πεδίων, με σταθερό προσανατολισμό στην ψυχολογία και την ψυχοθεραπεία. Η εμπειρία του στον ανθρωπιστικό τομέα αποδεικνύεται μετασχηματιστική, ενώ η ενεργή του παρουσία στον χώρο της επικοινωνίας, του πολιτικού και ψηφιακού μάρκετινγκ συνεχίζει να τροφοδοτεί τις συνθετικές του αναζητήσεις. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζουν στις ψυχολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές επιπτώσεις των τεχνολογικά διαμεσολαβημένων αλληλεπιδράσεων.