Μέσα στην καταπράσινη φύση, ένα από τα ωραιότερα χωριά της χώρας, μας περιμένει για μία μοναδική εμπειρία απόδρασης και χαλάρωσης στην ορεινή πλευρά της.
Χωριά μπαλκόνια με απέραντη θέα, παλιά καπνομάγαζα και μακεδονίτικα αρχοντικά, ανεπτυγμένα τουριστικά κέντρα με χιονοδρομικά – μαγνήτες, χωριά σταματημένα στο χρόνο που έχουν εμπνεύσει σκηνοθέτες ταινιών εποχής, θύλακες παραδοσιακών εθίμων και γιορτών, μας περιμένουν να τα συνδυάσουμε με την πρώτη ευκαιρία αφού η Μακεδονία, με το ολοένα και καλύτερο οδικό της δίκτυο, προσφέρεται για road trips όλες τις εποχές του χρόνου.
Μία ανάσα από την Κοζάνη, οι επισκέπτες θα βρουν ένα ήσυχο χωριό, που διατηρεί μία ολόδική του ομορφιά και γοητεία. Είναι η Βλάστη ή το Mπλάτσι (Βλάτσι), όπως είναι η παλιά, παραδοσιακή της ονομασία, η ιστορική ορεινή κωμόπολη του Νομού Κοζάνης. Η ονομασία της οποίας προέρχεται από την μοναδική βλάστηση της περιοχής.
Απέχει 160 χιλιόμετρα από την Θεσσαλονίκη και περίπου 500 χιλιόμετρα από την Αθήνα. Βρίσκεται περίπου 24 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Πτολεμαΐδας, κτισμένη σε υψόμετρο 1.240 μέτρων, ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Ασκίου (υψόμετρο 2.111 μέτρα) και του Μουρικίου (υψόμετρο 1.700 μέτρα).
Ένα ορεινό στολίδι με πληθωρική φύση, κερδίζει και τους πιο απαιτητικούς
Ο οικισμός της Βλάστης έχει διατηρήσει την παραδοσιακή του μορφή με το ξύλο και την πέτρα να κυριαρχούν σε όλα τα κτίρια. Πετρόχτιστα λιτά, «αυστηρά» αρχοντικά, καλντερίμια, κεφαλόβρυσα και, βέβαια, η πολύ όμορφη κεντρική πλατεία του χωριού, γεμάτη καφενεία και ταβέρνες, σημείο αναφοράς στον οικισμό και χωρίς αμφιβολία στο μέρος όπου θα αρχίσουν και θα τελειώσουν οι μέρες και τα βράδια σας στο γραφικό χωριό.
Ο σημερινός επισκέπτης της Βλάστης θα βρει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα τον βοηθήσουν για μια άνετη και ευχάριστη διαμονή.
Όμορφο φυσικό περιβάλλον, κρυστάλλινα νερά, περίλαμπρα αρχοντικά, εκκλησίες και καλντερίμια για να δει, να περιδιαβεί, να χαρεί, αλλά και να μελετήσει.
Στο τοπίο γύρω από τον οικισμό εναλλάσσονται ορεινά λιβάδια με δάση οξιάς, βελανιδιάς και πεύκου, με την κορυφή του Άσκιου (χωρίς σκιά)να στέκεται επιβλητικά πίσω από το χωριό.
Στα καταπράσινα λιβάδια της περιοχής και στις πλαγιές του βουνού, συναντάμε δεκάδες ποικιλίες αρωματικών φυτών και βοτάνων, πολλά είδη μανιταριών και φυσική τρούφα. Εδώ, βρίσκονται και οι πηγές του Μύροχου ποταμού, παραπόταμου του Αλιάκμονα. Επίσης, αξίζει να επισκεφτείτε τον λόφο δίπλα στον οικισμό με τις αιωνόβιες οξιές και βελανιδιές, καθώς και τα αμέτρητα σημεία με πηγές, βρύσες και ρυάκια.
Για τους λάτρεις των άγριων ζώων, στην περιοχή μπορούμε να ψάξουμε να βρούμε εκτός από την προστατευόμενη καφέ αρκούδα, λύκους, αγριόχοιρους, αλεπούδες, ζαρκάδια, ασβούς, κουνάβια, λαγούς, αγριόγατες, σκαντζόχοιρους, χελώνες, αετούς, γεράκια, μπούφους, αγριόκοτες, φασιανούς και μπεκάτσες.
Απ’ όπου κι αν επιλέξουμε να πάμε (από Πτολεμαΐδα ή από το Σισάνι μέσω της Εγνατίας Οδού), η διαδρομή είναι εξίσου μαγευτική. Ακόμη, με ορμητήριο τη Βλάστη μπορούμε σε περίπου 50 λεπτά να βρεθούμε στην Καστοριά, τη Σιάτιστα ή την Κοζάνη. Και οι τρεις μικρές πολιτείες έχουν να μας δείξουν πράγματα – ενίοτε και θαύματα!
Στο χωριό λειτουργούν μαγευτικοί ξενώνες, παραδοσιακά ξενοδοχεία και ορεινό καταφύγιο, εστιατόρια, ταβέρνες, καφενεία, αλλά και στέκια για τη νεολαία. Αναζωογονητική φύση, μπόλικος πολιτισμός και πολύ καλό τοπικό φαγητό θα γίνουν τα βασικά συστατικά για ένα αξέχαστο διήμερο στη Βλάστη με την καρτ-ποσταλική ομορφιά.
Με γλυκό κλίμα, αποτελεί μια όαση τις καυτές μέρες του καλοκαιριού με θερμοκρασίες που κατεβαίνουν το βράδυ με διαφορά έως και 20 βαθμούς από τις αντίστοιχες στην πρωτεύουσα, ενώ οι μέρες παραμένουν απολαυστικές.
Η Bλάστη ακολούθησε, και αυτή, τη μοίρα των ορεινών κοινοτήτων, των οποίων οι κάτοικοι αναζήτησαν ομαλότερες συνθήκες διαβίωσης και καλύτερες ευκαιρίες απασχόλησης στα αστικά κέντρα της ενδοχώρας.
Έτσι, οι απλοί κτηνοτρόφοι έγιναν τυροκόμοι και τυρέμποροι, αρκετοί επιχειρηματίες και, στις μέρες μας, ένας σημαντικός αριθμός Βλατσιωτών διαπρέπει, κατά γενικότερη ομολογία, στον επιστημονικό και ακαδημαϊκό τομέα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν αφενός μεν τα σωζόμενα πέτρινα αρχοντικά της Βλάστης, αφετέρου δε οι εκκλησίες του Αγίου Μάρκου (σύγχρονος ναός με επιβλητικό κωδωνοστάσιο, ο μεγαλύτερος της Βλάστης, χτισμένος στη θέση ναού του 1856) και του Αγίου Νικολάου (ο παλαιότερος ναός του οικισμού, κτίσμα του 1761, με ξυλόγλυπτο τέμπλο φερμένο από τη Μοσχόπολη το 1769).
Γαστρονομικά διαμάντια
Όταν ακούς πίτα, δεν μπορείς να μη σκεφτείς τις ιστορικές, παραδοσιακές πίτες της Βλάστης. Με χοντρό χειροποίητο φύλλο που τραγανίζει, γεμάτο κριτσανιστές πτυχώσεις που προκαλούν ρίγη ηδονής, οι πίτες από τη Βλάστη, φτιάχνονται με τις αυθεντικές συνταγές που περνάνε από γενιά σε γενιά και φημίζονται για τη νοστιμιά και την επιμονή στην παράδοση.
Επιπλέον, εδώ θα γευτείς από τα νοστιμότερα τυριά που έχεις δοκιμάσει στη ζωή σου ολόκληρη. Με ιστορία στην τυροκομία, ξεχωρίζουν ο μπάτζος, η φέτα και φυσικά, το μανούρι αέρος Βλάστης που παρασκευάζεται από κατσικίσιο γάλα και είναι ένα από τα γευστικότερα Ελληνικά τυροκομικά προιόντα. Ταυτόχρονα, είναι κι ένα από τα πιο σπάνια τυριά στην Ελλάδα, καθώς το προϊόν υπάρχει για κάποιο διάστημα του έτους και σε μικρές ποσότητες.
Έθιμα, γιορτές και πανηγύρια ζωντανεύουν το χωριό
Σήμερα, οι μόνιμοι κάτοικοι δεν ξεπερνούν τους 100 κατά τη διάρκεια του χειμώνα, μιας και η Βλάστη αποτελεί ένα από τα πιο ψυχρά μέρη της Ελλάδας. Το καλοκαίρι, όμως, αυτό παίρνει πνοή και κίνηση.
Οι Βλατσιώτες δίνουν το μεγάλο παρών στο χωριό τους. Είναι το ετήσιο προσκύνημα στα άγια χώματα. Είναι το μεγάλο αντάμωμα που ανανεώνει τις φιλίες, ενώνει τους σκόρπιους συγγενείς και δίνει μια πολύτιμη ευκαιρία στους νεότερους για γνωριμία μεταξύ τους και με τη γενέτειρα.
Όσον αφορά τις τοπικές εκδηλώσεις και τα πανηγύρια του χωριού, ξεχωρίζουν το έθιμο της Κλαδαριάς την τελευταία Kυριακή της Aποκριάς, αλλά και η Γουρουνοχαρά που πραγματοποιείται ετησίως στις αρχές του Δεκέμβρη. Ένα παραδοσιακό πανηγύρι στην πλατεία του χωριού, αφιερωμένο στη γιορτή του ψητού γουρουνιού και συνοδεύεται από παραδοσιακό τσίπουρο, τσιγαρίδες, τηγανιά, λουκάνικα και πατσάς, υπό τους ήχους των ξακουστών «χάλκινων».
Στις 26 Ιουλίου γίνεται το μεγάλο πανηγύρι του Αγίου Παντελεήμονα, οπότε οι νέοι του χωριού ανηφορίζουν με τα στολισμένα άλογά τους στη μονή του Αγίου Παντελεήμονα στο Μουρίκι για να παρακολουθήσουν τη λειτουργία, ενώ στη συνέχεια στήνουν χορό στη θέση Αλώνι.
Πλούσια ιστορία και εμπορική δραστηριότητα
H ιστορία του χωριού ξεκινά μετά τα μέσα του 16ου αι., τότε που κάτω από την πίεση των Τούρκων κατακτητών, ελληνικοί πληθυσμοί από γειτονικούς οικισμούς της Εορδαίας και του Σισανίου βρίσκουν καταφύγιο σε τούτο τον τόπο, καθώς ήταν πιο ασφαλής και απρόσιτος.
Στα τέλη του 18ου αι. η ενδυνάμωση του ντόπιου πληθυσμού με πρόσφυγες από τη Μοσχόπολη και το Γράμμο είχε ως αποτέλεσμα μια σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη και την πρόοδο του οικισμού. Ήδη στα 1797 η Βλάστη καταγράφεται ως «κωμόπολις Πλάτζι». Ο πληθυσμός της ενισχύθηκε περαιτέρω στη συνέχεια, από πληθυσμιακές ομάδες από την περιοχή των Γρεβενών και την Ήπειρο.
Λόγω του ορεινού εδάφους και των πλούσιων βοσκοτόπων οι άνθρωποι ασχολήθηκαν κυρίως με την κτηνοτροφία και κατέληξαν να έχουν τα μεγαλύτερα τσελιγκάτα. Παράλληλα, αναπτύχτηκαν και σχετικά με αυτή επαγγέλματα, όπως η τυροκομία, η υφαντουργία και η ραπτική μάλλινων υφασμάτων, καθώς και το εμπόριο. Ακόμη, αρκετοί κάτοικοι έγιναν επαγγελματίες, ξυλουργοί, αργυροχρυσοχόοι, χτίστες κ.α.
Οι Bλατσιώτες αρχίζουν να επεκτείνονται στην Eυρώπη, όπου ξεδιπλώνουν τις αρετές και τις ικανότητές τους. Βελιγράδι, Σεμλίνο, Bιέννη, Bουκουρέστι, αλλά και Κωνσταντινούπολη είναι μερικά από τα κέντρα δραστηριότητάς τους. Αποκτούν οικονομική δύναμη, μόρφωση και τίτλους: βαρόνοι (Κωνσταντίνος Βέλιος), μυστικοσύμβουλοι ηγεμόνων, βουλευτές, υπουργοί αλλά και μαικήνες των τεχνών (Νικόλαος Δούμπας), πρωτεργάτες του ξεσηκωμού του έθνους (Γιάννης Φαρμάκης), μεγάλοι ευεργέτες, προστάτες των γραμμάτων (Κωνσταντίνος Θωμαΐδης) και πνευματικά αναστήματα (Αντώνιος Κεραμόπουλος).
Η οικονομική ακμή που γνώρισε ο οικισμός κατά το 19o αιώνα αντανακλάται στην οικιστική του οργάνωση, καθώς διέθετε τρία σχολεία, τρεις εκκλησίες, βιβλιοθήκη, δημαρχείο και διώροφα πέτρινα αρχοντικά. Η ανοδική αυτή πορεία ανακόπτεται ως συνέπεια της ταραγμένης εποχής του Μακεδονικού Αγώνα και του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Στον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το χωριό πυρπολήθηκε από τους Γερμανούς και κατά τον Εμφύλιο σχεδόν εγκαταλείφθηκε από μεγάλο αριθμό κατοίκων. Μετά τον πόλεμο, κατά το 1950, περίπου 800 κάτοικοι επέστρεψαν.
Η αρχόμενη, όμως, μεταπολεμική βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας άλλαζε με γοργούς ρυθμούς το ενδιαφέρον και τους προσανατολισμούς των Ελλήνων της υπαίθρου.
Το σουηδικό εργαστήριο υφαντουργίας στη Βλάστη
Η Βλάστη έχει «γράψει» τη δική της ιστορία στα υφαντά, τα οποία είναι ξακουστά. Το άλλοτε σουηδικό εργαστήριο υφαντουργίας, πήρε και πάλι ζωή στην περιοχή. Τα μαλλιά για τους αργαλειούς και τα υφαντά που βρίσκονταν στο εργοστάσιο, αν και κλειστό για χρόνια, έχουν διατηρηθεί σε πολύ καλή κατάσταση και πλέον βοηθούν τις νέες μαθητευόμενες.
Μετά το 1988 που σταμάτησε η λειτουργία του εργοστασίου, αυτή τη στιγμή λειτουργεί ως δομή, σχολή για την υφαντική τέχνη από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας και τη Σχολή καλών Τεχνών. Οι Σουηδοί είχαν επιλέξει τότε τη Βλάστη, καθώς υπήρχε στην περιοχή κτηνοτροφία, μαλλί και η ουσία ήταν αν δημιουργούνται υφαντά, που τα περισσότερα εξάγονταν στο εξωτερικό.
Μέσα από θεωρητικά μαθήματα, εργαστηριακή πρακτική και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, στόχος είναι να συνδυαστούν οι παραδοσιακές τεχνικές με σύγχρονες δεξιότητες, ενισχύοντας τόσο την πολιτιστική όσο και την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής.
Με την αναγέννηση αυτού του ιστορικού χώρου, η Βλάστη μετατρέπεται ξανά σε σημείο αναφοράς για την τέχνη και τη δημιουργία. Οι ήχοι των εργαλείων, τα ζωντανά χρώματα των υφαντών και οι συζητήσεις στα ανακαινισμένα εργαστήρια θυμίζουν μια παλιά εποχή που τώρα ενώνεται με το μέλλον.
Οι Γιορτές της Γης
Οι Γιορτές της Γης είναι μια ιδέα που πήρε σάρκα και οστά για πρώτη φορά τον Ιούλιο του 2001. Εκείνη την πρώτη χρονιά, διήρκεσαν 4 ημέρες και συγκέντρωσαν περισσότερους από 5.000 επισκέπτες.
Η ανταπόκριση του κοινού θεωρήθηκε αναπάντεχα ενθαρρυντική, οπότε την επόμενη χρονιά οι Γιορτές της Γης επαναλήφθηκαν και διήρκεσαν 6 μέρες. Από τότε, η διοργάνωση των Γιορτών της Γης στα οροπέδια του Σινιάτσικου έχει γίνει θεσμός.
Όπως κάθε χρόνο λοιπόν, το πιο ξέφρενο, το πιο ορεινό, το πιο βουκολικό, το πιο βαλκανικό φεστιβάλ του καλοκαιριού επιστρέφει στα λιβάδια και στα καλντερίμια της Βλάστης ξανά για να σας ανακατώσει το καλοκαίρι.
Μουσικοί από διάφορες περιοχές των Βαλκανίων, επισκέπτες, κατασκηνωτές, οικολογικές οργανώσεις και πωλητές χειροποίητων προϊόντων δίνουν ένα διαφορετικό χρώμα στον τόπο.
Οι κατασκηνωτές έχουν ως έδρα τους τον χώρο αναψυχής στο ύψωμα του Προφήτη Ηλία, όπου και στήνουν τις σκηνές τους. Κατά τη διάρκεια της ημέρας διοργανώνονται παράλληλα μια σειρά από δραστηριότητες, όπως εκδρομές στα γειτονικά χωριά, ορειβασία στις κορυφές του Άσκιου και του Μουρικίου, θεατρικές παραστάσεις, εικαστικές και φωτογραφικές εκθέσεις, οικολογικά παιχνίδια, καθώς και σεμινάρια και συζητήσεις γύρω από τα θέματα της μουσικής και της προστασία της φύσης.
Όλοι οι φίλοι/φίλες των Γιορτών της Γης, από τους πιο φανατικούς μέχρι αυτούς/αυτές που πέρασαν έστω μια μέρα όλα αυτά τα χρόνια, γνωρίζουν καλά ότι δεν πρόκειται για ένα φεστιβάλ σαν όλα τα άλλα. Και αυτό γιατί δεν είναι απλά ένα άθροισμα συναυλιών, αλλά καλλιτεχνικές συναντήσεις των μουσικών του κόσμου.
Γιατί κόντρα στη λογική της αποξένωσης και του κέρδους, προωθούν την κουλτούρα της συμβίωσης και της αλληλεγγύης. Γιατί έρχονται και μας κλέβουν από τις μουντές πολυκατοικίες και τα εμπορικά κέντρα της καθημερινότητας μας και μας ταξιδεύουν στα 1240+ μέτρα, στα πανέμορφα οροπέδια του Σινιάτσικου.
Ένα εναλλακτικό φεστιβάλ, με ολοήμερα δρώμενα και πλούσιο παράλληλο πρόγραμμα, με συντροφικότητα μεταξύ των ανθρώπων, με μπόλικη επαφή με τη φύση, με μουσικές του κόσμου που κορυφώνουν τις βραδιές, και κυρίως με τόσες διονυσιακές ιστορίες εκτός προγράμματος.
πηγή: biscotto.gr